Αλλά έτσι ήταν ο Πέτρος Θέμελης. Για τον εαυτό έλεγε λίγα. Για το μόνο που δεν έπαυε να μιλά ήταν η Μεσσήνη που του μιλούσε.
Λες και δεν πέρασε από τόσους αρχαιολογικούς χώρους. Λες και δεν είχε σκάψει αλλού, αναδεικνύοντας τον αρχαίο πολιτισμό μας, παρά μόνον στη Μεσσήνη. Ακούραστος. Συνεπής. Ασταμάτητος. Δημιουργικός. Πεισματάρης. Και πάντα σοφός. Χαιρόσουν να τον ακούς, χαιρόσουν να μιλάς μαζί του.
Θυμάμαι, σαν τώρα, την πρώτη μας συνέντευξη, όταν με πήρε στο τηλέφωνο: «Εσύ χάνεις που δεν έρχεσαι να δεις τη Μεσσήνη. Ολοζώντανο τον πολιτισμό της». Δεν μου ήταν και πολύ εύκολο. Ημουν σε αποθεραπεία. Και του το είπα: «Θα έρθω, άμα περπατώ καλά». Η απάντησή του ήταν από εκείνες που σε ξαφνιάζουν, γνωρίζοντας πόσο δύσκολα οι αρχαιολόγοι ενδίδουν σε πράγματα που θεωρούν «νεωτεριστικά». «Θα σε πάω εγώ παντού με το αυτοκινητάκι».
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
«Αυτοκινητάκι» μέσα σε αρχαιολογικό χώρο δεν θα το έλεγες και… «νεωτερισμό». Για πρώτη φορά το είχα δει να το χρησιμοποιούν στο Βατικανό, καμιά εικοσαριά χρόνο πίσω.. Αλλά εδώ τα πράγματα, είτε καλά είτε κακά, έρχονται με καθυστέρηση. Χρειάζεται και χρόνος και κόπος για την αποδοχή τους.
Η ξενάγηση στη Μεσσήνη με τον Πέτρο Θέμελη αποτελούσε μοναδική εμπειρία. Ξεκινούσε από τον ιδρυτή της, τον Θηβαίο στρατηγό Επαμεινώνδα που τιμώρησε τους ηττημένους Σπαρτιάτες, στα Λεύκτρα, ελευθερώνοντας τη Μεσσήνη και καλώντας πίσω τους Μεσσήνιους της διασποράς. Και μετά με ρώτησε: «Διάβασες τον Παυσανία, κυρία φιλόλογε;» O Παυσανίας την είχε επισκεφθεί γύρω στο 155 μ.Χ. και ο Πέτρος ξεναγώντας έδειχνε όσα εκείνος είχε καταγράψει στην περιήγησή του. Ενα υπέροχο déjà vu στο χρόνο. Πέρασε πολλά η πόλη, αλλά η αρχαία της σημασία την κράτησε ζωντανή, ως τον Υστερο Μεσαίωνα.
Η αρχαιολογική σκαπάνη των Γάλλων έφερε στο φως το ιπποδάμειο σύστημα με το οποίο είχε οικοδομηθεί, ενώ ο Ορλάνδος ανέσκαψε το οικοδομικό συγκρότημα του Ασκληπιείου.
Το 1986 η Μεσσήνη ευτύχησε να την αναλάβει ο Πέτρος. Ενας αρχαιολογικός χώρος ζωντανεύει μόνον όταν ένας αρχαιολόγος αποφασίζει να του αφιερωθεί. Αυτό έκανε ο Θέμελης. Ζούσε και ανέπνεε για τη Μεσσήνη, «σπίτι του και οικογένειά του». Και έτσι αναστήλωσε σχεδόν τα πάντα με άριστο τρόπο. Βιαζόταν τώρα να τελειώσει τη μεγάλη ανασκαφή που είχε ξεκινήσει. Εσκαβε το Ιερό της Ισιδος και Σεράπιδος, με τις οδηγίες του Παυσανία. Δεν ήθελε να αφήσει εκκρεμότητες πίσω του. Δεν ήθελε να φύγει από τη Μεσσήνη που της χάρισε τη ζωή του. Εμείς θα τον σκεφτόμαστε πάντα εκεί.