Οι πολίτες θεώρησαν μάλλον αυτονόητη την πορεία της χώρας προς την κανονικότητα, όχι γιατί ξέχασαν τα όσα πέρασαν στα 12 χρόνια της μνημονιακής περιόδου ή δεν γνωρίζουν πως ακόμα υπάρχουν κίνδυνοι μπροστά, αλλά γιατί έχουν επιλέξει μία κυβέρνηση που κινείται με σταθερότητα και κυρίως δεν θρέφεται από τις αναταραχές και τις περιπέτειες.
Ο Μητσοτάκης επέλεξε σίγουρες λύσεις στην οικονομία. Μείωσε τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές, αντί να φορτώνει τη μεσαία τάξη όπως συνειδητά έπραξε ο Τσίπρας, και βλέπει την ανάπτυξη να κινείται με τους δυναμικότερους ρυθμούς στην ευρωζώνη την τελευταία διετία.
Εδωσε προτεραιότητα στις επενδύσεις, χωρίς να δημιουργεί προβλήματα σε κάθε λύση, όπως συνέβαινε με την «πρώτη φορά Αριστερά» και χαρακτηριστικό παράδειγμα την ανάπλαση του Ελληνικού, με αποτέλεσμα πλέον η Ελλάδα να αντιμετωπίζεται ως ένας ελκυστικός προορισμός για τα διεθνή κεφάλαια, που βρίσκουν σημαντικές ευκαιρίες σε όλους τους κλάδους της αγοράς.
Επέλεξε το δρόμο της συνεννόησης με τους εταίρους και όχι της άσκοπης σύγκρουσης και των καταστροφικών επιλογών τύπου «περήφανης διαπραγμάτευσης» και ηρωικού δημοψηφίσματος, και, ω του θαύματος, μέσα σε 3,5 χρόνια οι αξιολογήσεις της οικονομίας από τους δανειστές πέρασαν μέσα από ανιαρές και όχι θυελλώδεις, όπως συνέβαινε στα χρόνια των Μνημονίων, συνεδριάσεις του Eurogroup.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
Επεισε τις αγορές ότι η Ελλάδα αξίζει προσοχής και όχι περιφρόνησης και αντί να χτυπά νταούλια, σήμανε προσκλητήριο σε όλες επιχειρηματικές δυνάμεις να επενδύσουν στην παραγωγή και να ενισχύσουν το ανθρώπινο δυναμικό τους με ορατά αποτελέσματα στη μείωση της ανεργίας. Σήμερα τα ομόλογα βρίσκονται μία βαθμίδα πριν από την επενδυτική βαθμίδα και όχι στον «σκουπιδοτενεκέ» των επενδυτών, όπως είχαν πεταχτεί το 2015.
Οι Ελληνες δεν γιόρτασαν την έξοδο από την εποπτεία με χορούς στο Σύνταγμα, όπως εκείνη τη βραδιά μετά το δημοψήφισμα που παιζόταν η τύχη της χώρας μπροστά στον γκρεμό του Grexit, γιατί αισθάνονται μέλη μιας κοινωνίας, που, παρά τα λάθη που σημειώνονται στην άσκηση διακυβέρνησης, έχει κεντρική επιλογή την κανονικότητα. Με λιγότερη τοξικότητα, το σύνθημα «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» ακούγεται πλέον σαν αστείο στα καλοκαιρινά πανηγύρια, με ανησυχίες για το αύριο, που όμως κατά βάση οφείλονται σε εισαγόμενες κρίσεις και όχι σε εγχώριες πηγές και κυρίως με την αίσθηση ότι η Ελλάδα δεν θα ξανακυλήσει στις σκοτεινές μέρες των Μνημονίων και του διχασμού.
Αυτό όμως δεν είναι πάντα βέβαιο. Η εθνική ζημιά μπορεί να επέλθει με μία μόνο λάθος απόφαση, σκεφτείτε πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν ο Τσίπρας αντί να προχωρήσει σε δημοψήφισμα, το οποίο προκάλεσε τη χρεοκοπία των τραπεζών και την εφαρμογή ενός επώδυνου τρίτου μνημονίου, είχε πετύχει έναν «έντιμο συμβιβασμό» με τους εταίρους στις αρχές του 2015. Ομως αυτή είναι η πολιτική, να συγκρίνεις τους χορούς με τα νταούλια στο Σύνταγμα κατά τη δραματικότερη βραδιά της Μεταπολίτευσης με τις τυπικές ανακοινώσεις για έξοδο από την εποπτεία και να κάνεις τη σωστή επιλογή.