Αλλά όταν λέμε ισόβια για ανθρωποκτονία, δεν ακριβολογούμε. Το «όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια », όπως δήλωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, στις 23 Αυγούστου 1975, σχολιάζοντας τις αποφάσεις του Στρατοδικείου για τους πρωταίτιους της χούντας, σήμερα αντιστοιχούν σε είκοσι χρόνια ειρκτής και μετά ο δολοφόνος πάει σπίτι του. Αν δεν χρησιμοποιηθεί ο όρος «γυναικοκτονία», πώς αλλιώς μπορούμε να επισημάνουμε την ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου φόνου;
Δεν πρόκειται για γυναίκα που δολοφονείται σε περιστατικό ληστείας ή επειδή βρέθηκε τη λάθος στιγμή, στον λάθος χώρο, αλλά για γυναίκα που δολοφονείται από τον σύντροφό της, τον σύζυγό της και με αίτια λίγο -πολύ κοινά: Ζήλεια, φθόνος, «ιδιοκτησιακό καθεστώς», και όλα όσα συνάδουν με την πατριαρχική αντίληψη για τη σχέση γυναίκας – άνδρα, που, εν έτει 2024, ακόμη λειτουργεί, καθιστώντας τη γυναίκα συχνό θύμα ενδοοικογενιακής βίας.
οτι η τελευταία γυναικοκτονία, με θύμα την Κυριακή, έχει παραμέτρους και χειρισμούς από την Αστυνομία που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν, σε μια δημοκρατική χώρα, δεν υπάρχει αμφιβολία. Εδώ, πλέον, καθίσταται εμφανές το προβληματικό καθεστώς της διοίκησης αλλά και της εκπαίδευσης των αστυνομικών, που είναι ταγμένοι να υπερασπίζονται την ασφάλεια των πολιτών. Και ναι μεν το «εκατό δεν είναι ταξί» αλλά από τα πρωτόκολλα διαχείρισης -φαίνεται να τα αγνοούσαν οι αστυνομικοί- «το εκατό γίνεται και ταξί και υποχρεωτικά μεταφέρει μια γυναίκα στο σπίτι της», όταν έχει στηθεί ενέδρα θανάτου.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
Οι χρόνιες παθογένειες στην αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, η ανεπάρκεια ορισμένων αστυνομικών με τον ωχαδερφισμό δημόσιου υπάλληλου, που περιμένει πότε θα συνταξιοδοτηθεί και δεν έχει εκπαίδευση και ικανότητα να αξιολογήσει τη σοβαρότητα του περιστατικού αλλά και ούτε στοιχειώδεις γνώσεις, ώστε να επιστρατεύεται η διπλανή φαρμακοποιός για να ελέγξει το σφυγμό του θύματος δεν δικαιολογούνται με το «όλα πήγαν στραβά». Αντιλαμβάνομαι, από όσα διάβασα, ότι ο δολοφόνος θα ταμπουρωθεί πίσω από το «ακαταλόγιστο», αλλά η Δικαιοσύνη έχει αποδείξει ότι δεν είναι «τυφλή».
Η παρέκβαση που έκανα είναι μακρά αλλά η σταθερά σε κάθε γυναικοκτονία, είναι το γεγονός ότι ο θύτης έχει παρελθόν κακοποιητικής συμπεριφοράς και άσκηση ενδοοικογενειακής βίας. Η δολοφονία είναι η τελικά η πραγμάτωση των απειλών, του ξυλοδαρμού που χρήζει νοσηλείας ή και προηγούμενης προσπάθειας δολοφονίας της συζύγου του, της συντρόφου του.
Εχω ένα πελώριο ερωτηματικό: «Τι κάνει μια γυναίκα να ανέχεται από τον σύντροφό της βία, απειλές, ξυλοδαρμό, να αγνοεί τον κίνδυνο για τη ζωή της, ή αποφασίζει και τον καταγγέλλει, τον εγκαταλείπει, και μετά να επιστρέφει πάλι σε αυτόν;» Οταν απαντηθεί, ίσως ελεγχθεί και η γυναικοκτονία.