Οπως και τότε, έτσι και τώρα το πρόγραμμα του Τσίπρα είναι πλήρως «κοστολογημένο». Ο ίδιος εξήγησε πού θα βρει τα λεφτά για να στηρίξει τους αδύναμους:
«Ως προς τη χρηματοδότηση των μέτρων, επειδή σε αυτή τη χώρα όλο μιλάνε για λεφτόδεντρα όταν είναι να στηρίξουμε το δικαίωμα της πλειοψηφίας στην αξιοπρεπή διαβίωση, αλλά καθημερινά οι ίδιοι ποτίζουν τα κλεφτόδεντρα της αισχροκέρδειας και κάνουν τους ανήξερους μπροστά στα ουρανοκατέβατα κέρδη των παραγωγών ενέργειας, δεσμευόμαστε να φορολογήσουμε τα υπερκέρδη στην ενέργεια, που μέχρι σήμερα τα υπολογίζουμε στο 1,5 δισ. ευρώ, και να τα αποδώσουμε όλα στους καταναλωτές».
Η αλήθεια είναι ότι σε αυτό το θέμα ήρθε δεύτερος. Ο πρωθυπουργός έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα φορολογήσει το 90% των υπερκερδών των εταιριών ενέργειας, τα οποία θα υπολογισθούν από την αρμόδια Ρυθμιστική Αρχή.
Ο κ. Τσίπρας παρουσίασε μία δέσμη «δεσμεύσεων» χωρίς να αναλύσει το βασικότερο στοιχείο σε κάθε οικονομία. Τι θα πράξει προκειμένου να δημιουργηθούν εισοδήματα που θα χρηματοδοτήσουν τις παροχές. Μοιράζει λεφτά χωρίς να λέει ποιος θα τα «γεννήσει» και, επειδή η εμπειρία του προγράμματος Θεσσαλονίκης που κατέληξε στο περήφανο Μνημόνιο είναι νωπή, ο πολιτικός λόγος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν ήταν πειστικός.
Αλλωστε, γιατί να πιστέψουν οι εργαζόμενοι ότι θα αυξήσει τον κατώτατο μισθό στα 800 ευρώ, όταν το 2015 δεσμευόταν ότι με τον πρώτο νόμο της κυβέρνησής του θα τον ανέβαζε στα 751, αλλά τελικά δημιούργησε τη γενιά των 300 ευρώ;
Ποιος θα δώσει δεύτερη ευκαιρία σε έναν πολιτικό που «δεσμεύεται» για άμεση μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, και μάλιστα στα κατώτατα επίπεδα που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όταν ως πρωθυπουργός ανέβασε τον συγκεκριμένο φόρο στο «ταβάνι» που επιτρέπει η Ε.Ε.;
Γιατί να γίνει πιστευτή η εξαγγελία για άμεση μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και τα βασικά προϊόντα διαβίωσης, όταν η κυβέρνησή του αύξησε τον ΦΠΑ στα συγκεκριμένα είδη πρώτης ανάγκης από το 13% στο 24%, λέγοντας μάλιστα ότι «δεν θα πέσουν από την εξουσία για 10 λεπτά αύξηση στα μακαρόνια;».
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ποιος θα χρηματοδοτήσει την καθιέρωση 35ωρου (πού το θυμήθηκε άραγε;) χωρίς μείωση αποδοχών, όπως «δεσμεύθηκε» στους συνέδρους του;
Τα ερωτήματα πολλά, μόνο που απαντήσεις δεν υπάρχουν. Ακόμη και σε ιδεολογικό επίπεδο, οι θέσεις που ανέπτυξε ο κ. Τσίπρας είναι παρωχημένες και τα διλήμματα τύπου «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» δεν συγκινούν το κοινό.
Ο κόσμος προχωρά μπροστά, οι τεχνολογικές επαναστάσεις απαιτούν νέες δεξιότητες και σύγχρονες πολιτικές. Η εγχώρια παραγωγή βρίσκεται μπροστά στις προκλήσεις της αλλαγής του βιομηχανικού μοντέλου, της ρομποτικής και της παραγωγής ανταγωνιστικών προϊόντων παγκοσμίως, δεν είναι προτεραιότητα το 35ωρο για κάποιους στο Δημόσιο, αλλά η δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει να προτείνει κάτι πραγματικά νέο, για το λόγο αυτόν οχυρώνεται πίσω από μουχλιασμένα συνθήματα και ανέφικτη παροχολογία. Ο κ. Τσίπρας αδυνατεί να απαντήσει σε ένα στοιχειώδες ερώτημα: Ποια πολιτική μπορεί να εφαρμόσει για να φέρει μία επένδυση; Η σημερινή κυβέρνηση έχει επιλέξει τη μείωση των φόρων, την απλοποίηση των διαδικασιών, το άνοιγμα της αγοράς σε επενδυτικά κεφάλαια.
Η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να παραμένει στα επίπεδα των δράκων περί «ακραίου νεοφιλελευθερισμού», όχι μόνο επειδή δεν τρομάζει, αλλά και γιατί δεν πείθει παρά μόνο τους χειροκροτητές του Συνεδρίου.