Ορισμένοι στην Κουμουνδούρου πανηγυρίζουν επειδή, όπως λένε, με το θέμα Ανδρουλάκη έσπασε το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» μέτωπο, ενώ φτάνουν να επικαλούνται το άρθρο του Βαγγέλη Βενιζέλου για να κατηγορήσουν την κυβέρνηση για αντιθεσμική συμπεριφορά. Από τους «Σαμαροβενιζέλους που κατέστρεψαν τη χώρα», στον Σύριζα πέρασαν στον «έγκριτο καθηγητή Βενιζέλο», η απόσταση τεράστια, αλλά καλύφθηκε μέσα σε λίγες ημέρες.
Στο ΠΑΣΟΚ είναι σαφές ότι ο πρόεδρός τους, Νίκος Ανδρουλάκης, βρήκε μία σοβαρή αιτία, ή αφορμή κατ’ άλλους, για να επιχειρηματολογήσει κατά της μετεκλογικής συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία. «Πώς θα μπορούσαμε να συμμετέχουμε σε μία κυβέρνηση με αυτούς που υπέκλεπταν τα τηλέφωνά μας;», αναρωτιούνται στη Χαριλάου Τρικούπη και αποκλείουν κάθε τέτοιο σενάριο, αλλά ο κίνδυνος για αυτούς είναι προφανής.
Οι αποστάσεις του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ να μειωθούν σε επίπεδο ηγεσίας, αλλά στη βάση οι ισορροπίες να βρεθούν σε άλλη συχνότητα. Η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, θέλει πολιτική σταθερότητα και προτιμά τη Νέα Δημοκρατία έναντι του ΣΥΡΙΖΑ για μελλοντικές συνεργασίες με σκοπό το σχηματισμό κυβέρνησης.
Σε αυτές τις κομματικές ανακατατάξεις, κυρίαρχη σημασία έχει το πώς τοποθετείται η κυβέρνηση, που δέχεται τη μεγάλη πίεση από την υπόθεση των παρακολουθήσεων. Σύμφωνα με στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η Ν.Δ. βρίσκεται σε φάση αδυναμίας, γιατί πλέον δεν είναι αρραγές το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, επομένως οι κοινωνικές δυνάμεις που συντάχθηκαν το 2015, μέσα από το δημοψήφισμα υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρώπη, δεν έχουν πλέον ενιαία έκφραση, πριμοδοτώντας την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
H «κομμουνιστική απειλή» στις ΗΠΑ
Αυτή είναι η μισή αλήθεια, κανείς δεν μπορεί να κερδίζει μάχες για το μέλλον με αναμνήσεις από τα παλιά, όμως οι πολίτες μπορούν να συγκρίνουν τη διακυβέρνηση Τσίπρα με την αντίστοιχη περίοδο Μητσοτάκη.
Η Ελλάδα έχει σημειώσει αξιόλογη πρόοδο στην οικονομία και την αγορά εργασίας εν μέσω πολύ δύσκολων καταστάσεων, με μία πρωτόγνωρη πανδημία και την ενεργειακή κρίση να θρέφει διψήφιους πληθωρισμούς. Οι εξαγωγές καλύπτουν πλέον το 40% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, οι ξένες άμεσες επενδύσεις έχουν αυξηθεί σε επίπεδα-ρεκόρ και η ανεργία διαμορφώνεται σε επίπεδα προ Μνημονίων. Τα εισοδήματα των Ελλήνων έχουν αυξηθεί σε σχέση με το 2019, παρά τις παγκόσμιες κρίσεις, και η χώρα βρίσκεται ένα βήμα πριν από την επιστροφή της στην επενδυτική βαθμίδα, όταν το 2015 τα ομόλογα είχαν θέση μόνο στους σκουπιδοτενεκέδες των επενδυτών.
Οι πειραματισμοί της συγκυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου με τα δημοψηφίσματα, την υπερφορολόγηση και την εξόντωση της μεσαίας τάξης ανήκουν στο παρελθόν, αλλά δεν έχουν ξεχαστεί, ιδίως από όσους πλήρωσαν το μάρμαρο.
Εάν ο Μητσοτάκης έμενε στο «αντί», όπως συνέβη το 2019, όταν οι πολίτες ήθελαν να απαλλαγούν από τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε πράγματι τώρα θα βρισκόταν σε δύσκολη θέση. Ομως, στις επόμενες εκλογές θα διεκδικήσει την ψήφο των πολιτών με βάση τα πεπραγμένα της κυβέρνησης και τις επιδόσεις της στην οικονομία και την καθημερινότητα, και οι ψηφοφόροι θα κληθούν να συγκρίνουν και να αποφασίσουν. Το «αντί» μπορεί να μην αποτελεί το βασικό κλειδί της κάλπης και τη θέση του να πάρει το επεξηγηματικό «γιατί», όταν μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει εναλλακτικό πρόγραμμα για να καταλάβει μέρος της θετικής ψήφου. Ο κεντρώος χώρος δεν συγκινείται από τις κραυγές της Κουμουνδούρου, ζητάει απαντήσεις για το θέμα των υποκλοπών, αλλά δεν αναπολεί την περίοδο Τσίπρα, ούτε θέλει νέα πειράματα με τη σταθερότητα της χώρας.