Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Φωνές που ακούγονται σε συνελεύσεις, σε αμφιθέατρα, στους δρόμους, σε εργοστάσια ή έξω από τη Βουλή. Φωνές που λένε αυτό που θέλεις να ακούσεις και έτσι γίνεσαι και εσύ στρατιώτης της άμεσης δημοκρατίας. Οπως ο ΣΥΡΙΖΑ που έβλεπε σε κάθε πλατεία ένα μικρό κοινοβούλιο. Τι γίνεται όμως όταν οι φωνές λένε αυτό που φοβάσαι;
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Η «αμεσοδημοκρατία» κάποιων Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων στο Ωραιόκαστρο και στη Φιλιππιάδα αποφάσισε πως δεν θέλει να ανοίξουν τα σχολεία στα προσφυγόπουλα. Η «αμεσοδημοκρατία» κάποιων άλλων γονέων, στην Ανάβυσσο αυτή τη φορά, αποφάσισε πως δεν θέλει τα Θρησκευτικά του Φίλη, αλλά των προηγούμενων. Πριν μερικά χρόνια, κάποιοι άλλοι γονείς στο Χαλάνδρι δεν ήθελαν τα τσιγγανόπουλα στις ίδιες τάξεις με τα βλαστάρια τους. Υπάρχει κάποιος που να αμφισβητεί την αγάπη αυτών των γονιών για τα παιδιά τους; Οχι ασφαλώς. Ωστόσο πολλοί αμφισβητούν τα δημοκρατικά τους αισθήματα και ακόμα περισσότεροι αμφισβητούν το δικαίωμά τους να δηλώνουν πως δεν θα εφαρμόσουν την απόφαση μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης. Να το πούμε απλά, η αμεσοδημοκρατία έχει και τα ζόρια της.
Πρόσφατα, ο Αλέξης Τσίπρας, στις προτάσεις του για τη συνταγματική αναθεώρηση, πρότεινε τη δυνατότητα διενέργειας δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία και συλλογή άνω των 500.000 υπογραφών για εθνικά θέματα. Νομίζετε πως είναι μεγάλος ο αριθμός αυτός για να συγκεντρωθεί; Ή μήπως είναι δύσκολο ένα κύμα συντηρητισμού, ξενοφοβίας και δήθεν πολιτικής ανυπακοής να εξαπλωθεί σε μια εξοργισμένη κοινωνία; Ας θυμηθούμε ότι στην Ελλάδα τρίτο κόμμα είναι η Χρυσή Αυγή, και η θέση αυτή έχει παγιωθεί σε όλες τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις. Θα έπρεπε λοιπόν η κυβέρνηση, που όσο ήταν στην αντιπολίτευση υποκινούσε την απείθεια και τη μη εφαρμογή των νόμων (από το κίνημα Δεν Πληρώνω μέχρι τα μπουκαρίσματα σε συνεδριάσεις ακαδημαϊκών), να προέβλεπε πως η οργή γίνεται εύκολα εκμεταλλεύσιμη από τους ακραίους. Και αυτό δεν είναι ποτέ για καλό.
Και όμως η κυβέρνηση τώρα ποντάρει στη «νομιμότητα της εξουσίας». Υλοποιεί το δόγμα «αποφασίζω και διατάζω» και επιχειρεί επιθέσεις σε οτιδήποτε είναι αντίθετο στην ιδεολογία ή την ιδεοληψία της, όπως κάνει τώρα με την Εκκλησία. Αντί να επενδύει στον διάλογο και στη σύνθεση απόψεων, επενδύει στη ρήξη και στον διχασμό. Θα βγει χαμένη.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου