Το βασικό πλάνο που ακολούθησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν να αναδείξει τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας σε όλους τους τομείς, από την ενέργεια και την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου μέχρι την άμυνα και τις αμερικανικές επενδύσεις. Δεν θέλησε να «στενέψει» ένα κορυφαίο διπλωματικό γεγονός, όπως αποτελεί κάθε συνάντηση Ελληνα πρωθυπουργού με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, σε μία συνήθη αντιπαράθεση με την Τουρκία.
Ορισμένοι καταλογίζουν στον πρωθυπουργό ότι κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στη δεξίωση του Λευκού Οίκου προς την ελληνοαμερικανική κοινότητα δεν είπε λέξη για την Τουρκία. Αυτό ήταν και το κλειδί των δημόσιων δηλώσεων του Μητσοτάκη. Εστίασε στο πώς θα ενισχύσει τη διπλωματική θέση της Ελλάδας και θα αναβαθμίσει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, άλλωστε αυτά είναι τα σημεία που πραγματικά «πονούν» την Αγκυρα.
Η ανάδειξη της Αλεξανδρούπολης σε ενεργειακό και όχι μόνο κόμβο για τη μεταφορά του φυσικού αερίου προς τα Βαλκάνια περιορίζει το ρόλο των τουρκικών Στενών στην ευρύτερη περιοχή, δεν χρειάζεται δεύτερη σκέψη.
Η αντίθεση της Ελλάδας και η ταύτιση σε αυτό το σημείο με την αμερικανική πλευρά σε κάθε απολυταρχικό ηγέτη και σχέδια αναθεωρητισμών είχε αποδέκτη τον Πούτιν, που σχεδίασε και εκτέλεσε την εισβολή στην Ουκρανία, αλλά όχι μόνο αυτόν.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στην παραγωγή F-35 και η προμήθεια μίας μοίρας αεροσκαφών, εφόσον το επιτρέψουν τα δημοσιονομικά μας στοιχεία το 2028, ενισχύουν την αποτρεπτική δύναμη της χώρας. Θυμίζουμε ότι η Τουρκία είχε επενδύσει σημαντικά κεφάλαια για τη συμπαραγωγή των συγκεκριμένων μαχητικών αεροσκαφών προτού αποβληθεί από το σχετικό πρόγραμμα με απόφαση του Τζο Μπάιντεν τον Απρίλιο του 2021.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
Η προτροπή του πρωθυπουργού προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ να ασκήσει όλη την επιρροή του προκειμένου να επιλυθεί το Κυπριακό με βάση τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και όχι με τις απαράδεκτες θέσεις περί δύο κρατών που προωθεί η Αγκυρα ήταν αρκετή για να συμπυκνωθεί η θέση του Ελληνισμού απέναντι στη συνεχιζόμενη παράνομη κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού.
Ο Μητσοτάκης, μιλώντας για την Ελλάδα, έδειχνε στη διεθνή κοινότητα αλλά και στην αμερικανική διπλωματία ότι η χώρα μας αποτελεί πυλώνα σταθερότητας και αξιοπιστίας στην ευρύτερη περιοχή, η σύγκριση με την Τουρκία γινόταν αυτομάτως, δεν χρειαζόταν ξεχωριστή επισήμανση.
Οχι ότι μπορούμε να προσπεράσουμε τις προκλητικές δηλώσεις και ενέργειες της Αγκυρας, όμως, όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης στη συζήτηση που είχε στο Πανεπιστήμιο Georgetown, «υπάρχουν θέματα με την Τουρκία, τα οποία θα συζητήσουμε με την Τουρκία».
Αλλωστε, τα ζητήματα τέθηκαν στις κλειστές πόρτες της συνάντησης Μητσοτάκη-Μπάιντεν, ενώ στην ομιλία του πρωθυπουργού στο Κογκρέσο, οι ελληνικές θέσεις παρουσιάσθηκαν σε ανώτατο επίπεδο.
Η λέξη Τουρκία δεν ακούσθηκε στις κοινές δηλώσεις των δύο ηγετών στον Λευκό Οίκο, όμως αυτό δεν ήταν αδυναμία, αλλά δείγμα της αυτοδύναμης ελληνικής διπλωματίας, που δεν έχει ανάγκη από ετεροπροσδιορισμούς. Αφήστε που ακόμη και αν μιλούσαν για την Τουρκία, ο Ερντογάν δεν θα το πρόσεχε, η σκέψη του θα ήταν καρφωμένη στη γραβάτα που φορούσε ο Μπάιντεν. Με τη γαλανόλευκη σημαία.
Ενα ξεχωριστό βιβλίο για τον Στέφανο Μάνο
Ο Στέφανος Μάνος είναι ένας πολιτικός, που λέει πάντα με θάρρος τη γνώμη του και έχει διακριθεί για την αποτελεσματικότητά του. Υπό την έννοια αυτή, το βιβλίο που έγραψε ο καλός συνάδελφος Αρης Πορτοσάλτε (εκδόσεις Πρώτη Υλη) με τίτλο «Στέφανος Μάνος, Τόλμη στην αδράνεια» έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Μέσα από τη συναρπαστική συνομιλία του με τον Αρη, ο Στέφανος Μάνος αυτοβιογραφείται χωρίς μισόλογα ή άλλους ενδοιασμούς. Η εξιστόρηση ξεκινά από την περίοδο που ο κ. Μάνος διηύθυνε την Αλλατίνη, καθιερώνοντας τα μπισκότα σε συσκευασίες, με αποτέλεσμα μέσα σε 3 μήνες να καταλάβει το 30% της αγοράς, και συνεχίζεται με το «πέρασμά του» στην πολιτική το 1977 μέχρι και σήμερα. «Πολιτεύομαι επειδή δεν είμαι ευχαριστημένος και είμαι νέος για να αντιδρώ στα κακώς κείμενα» ήταν το μήνυμά του στις εκλογές του 1977, το οποίο τον καθιέρωσε. Μέσα από το διάλογο με τον Πορτοσάλτε ο Μάνος ξεδιπλώνει την πορεία του στις κυβερνήσεις της Ν.Δ., ενώ σχολιάζει με τον δικό του τρόπο τα πρόσωπα της πολιτικής και της οικονομίας με τα οποία συνεργάσθηκε. Ενα αξιόλογο βιβλίο για έναν σημαντικό άνθρωπο των κοινών, περισσότερα λίαν συντόμως.