Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Ενα ζευγάρι μισθωτών με μηνιαία εισοδήματα 2.000 ευρώ προσπαθεί να τα βγάλει πέρα καλύπτοντας τα αυξημένα έξοδα μετακινήσεων, διατροφής και εκπαίδευσης των ανήλικων τέκνων του. Με βάση τo ετήσιο εισόδημα, που υπολογίζεται κοντά στις 28.000 ευρώ, η πλειονότητα των μισθωτών μέχρι τώρα έμενε εκτός από τα περισσότερα κοινωνικά μέτρα. Χθες, με τις ανακοινώσεις του Μητσοτάκη εντάχθηκαν στις ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση της ακρίβειας.
Την ίδια ώρα, ένας επαγγελματίας (όλοι έχουμε υπ’ όψιν μας αρκετούς) που δηλώνει ετήσιο εισόδημα όχι πάνω από 8.000 ευρώ, αλλά εισπράττει τετραπλάσια ποσά από αδήλωτες εργασίες, είναι από τους πρώτους που ενισχύονται από την Πολιτεία, θεωρείται κάτω από το όριο της φτώχειας, αν και τα έσοδά του υπερβαίνουν κατά πολύ του ζεύγους των μισθωτών.
Στην οικονομία γνωρίζουμε ότι το ίσο δεν είναι πάντα δίκαιο, τα οριζόντια μέτρα κρύβουν αδικίες σε βάρος των συνεπών φορολογούμενων και επιβραβεύουν όσους βρίσκονται εκτός των μηχανισμών της εφορίας. Στα χρόνια του μνημονίου, αλλά και μετέπειτα κατά την περίοδο της πανδημίας, η μαύρη εργασία οργίασε, τα αδήλωτα εισοδήματα έγιναν κανόνας για χιλιάδες εργαζόμενους και επιτηδευματίες, ενώ οι απώλειες εσόδων από το ΦΠΑ εκτινάχθηκαν στα ύψη, η χώρα μας βρίσκεται στις υψηλότερες θέσεις στη σχετική κατάταξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο το Δημόσιο χάνει 5,3 δισεκατομμύρια ευρώ από το ΦΠΑ, ποσό που αντιπροσωπεύει το 25,8% των εσόδων από αυτή την κατηγορία φόρου, το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό μετά τη Ρουμανία.
Στην Κύπρο, το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 2,7%, και δεν πρέπει να απορούμε πώς η κυβέρνηση Αναστασιάδη κατάφερε να μειώσει τώρα τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα. Τα έσοδα που χάνει το κράτος από το ΦΠΑ τα αναζητεί από άλλους φόρους, με έμφαση στην κατανάλωση, που είναι πιο εύκολο να τιμολογηθεί. Εάν καταφέρναμε να μειώσουμε στο μισό τις απώλειες των εισπράξεων του ΦΠΑ, τότε ο δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργούταν θα ήταν κοντά στα 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ, που σημαίνει ότι θα ήταν ευχερής όχι μόνο η προσωρινή μείωση των φόρων στα καύσιμα, αλλά και η εκμηδένιση του ΕΝΦΙΑ.
Επομένως, η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να αποκτήσει και νέο προσανατολισμό. Η κυβέρνηση ορθώς προχώρησε σε μειώσεις φόρων, όμως, η δημοσιονομική εξυγίανση θα είναι βιώσιμη και η κατανομή των βαρών δικαιότερη, εάν διευρυνθεί η φορολογική βάση στις πραγματικές της διαστάσεις.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Οι θύλακες της φοροδιαφυγής είναι γνωστοί, από την αγροτική παραγωγή και τη μη έκδοση αποδείξεων στη διασκέδαση μέχρι τα ιδιαίτερα μαθήματα, τους «τεχνίτες» της γειτονιάς και τις οικιακές υπηρεσίες.
Εάν δεν αντιμετωπισθεί το δομικό αυτό πρόβλημα τότε οι έμμεσοι φόροι, που είναι και οι πιο άδικοι, θα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, καθώς το κράτος θα προσπαθεί με κάποιο τρόπο να βρει τα έσοδα που χάνει από την άμεση φορολογία εισοδημάτων. Επιπλέον, κάθε οριζόντιο μέτρο θα λειτουργεί σαν μία τραμπάλα ανεβάζοντας το ύψος των ενισχύσεων γι’ αυτούς που φοροδιαφεύγουν και ισοπεδώνοντας τα οφέλη για τους έντιμους φορολογούμενους.
Η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής πρέπει να γίνει εθνικός στόχος. Με διαρκείς εκστρατείες ενημέρωσης για το πώς η μη απόδοση φόρων πλήττει την υγεία και την παιδεία (παραμένει επίκαιρο το σύνθημα επί Στέφανου Μάνου «αγαπάς την Ελλάδα, απόδειξη»), με επέκταση των τεκμηρίων διαβίωσης, με νομοθετικές πρωτοβουλίες, ώστε ένα τμήμα της μαύρης οικονομίας να περάσει στην επίσημη.
Δεν υπάρχουν περιθώρια για χαλαρή διαχείριση ενός σοβαρού προβλήματος που λειτουργεί σε βάρος της κοινωνικής συνοχής και δημιουργεί αδικίες, οι οποίες γίνονται φανερές κάθε φορά που φτάνουμε σε «οριζόντια μέτρα».
Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr