Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
Ναι, βρε, αυτού με τα κρύα ανέκδοτα. Του τύπου που ανέβασε πορνογραφικό υλικό με το κοριτσάκι. Σε είδα και σε άκουσα. Κατάλαβα πόσο δειλός είσαι. Αλλά για να μη σε αδικήσω, έκατσα και το είδα ξανά. Μήπως και σε αδίκησα. Αυτή ήταν και η πιο μεγάλη χάρη. Δυστυχώς για σένα, «η δεύτερη φορά» ήταν ακόμα χειρότερη. Γιατί, εκτός των άλλων, είχε πέσει το μάτι μου και στην επώνυμη ανάρτηση πρώην συνεργάτιδας της εκπομπής σας, η οποία μετά εξαφανίστηκε. Η μαρτυρία της δεν σας αφήνει το παραμικρό περιθώριο διαφυγής, ότι «δεν ξέρατε». Παρότι η παθούσα επέμενε ότι δεν ξέρατε. Κι εσύ και ο ψυχοπονιάρης κ. Κιούσης, ο οποίος ανακοίνωσε μεγαλόψυχα ότι… αναλαμβάνετε όλο το κόστος της υποστήριξης της παθούσας του Στάθη. Ξέρατε καταλαβαίνω εγώ. Αλλά και πολλοί άλλοι.
ΕΙΔΑ κι άκουσα, λοιπόν, έναν θρασύδειλο τύπο κομπλαρισμένο και χαμένο. Μεταξύ μιας κάποτε «μαγκιάς» και μιας τώρα ένοχης αμηχανίας και δειλίας. Εκεί που έλεγα «δεν μπορεί, θα βγει και θα ζητήσει μια μεγάλη και οδυνηρή συγγνώμη και “καθάρισε’’», είδα ένα φοβισμένο παιδί να προσπαθεί να συμψηφίσει. Εκείνο το παιδί που στα 17-18 του έγινε «υπεύθυνος» του ραδιοφώνου της ΕΡΤ 3. Εκείνο το τότε «χαρισματικό» αλλά ευνοημένο και φοβισμένο παιδί που δεν μπορούσε να αρνηθεί την «πρόκληση». Μέσα του όμως -σωστά- φοβόταν κι αναρωτιόταν: «Μπορώ;»
ΕΙΔΑ κι άκουσα λοιπόν εκείνον τον «αγέρωχο άντρα» να μην μπορεί να ξεστομίσει τη ρημάδα, την ξερή και ανόθευτη συγγνώμη. Αντίθετα, να προσπαθεί να συμψηφίσει. Θυμίζοντας θλιβερά το κλασικό ανέκδοτο «κι εσείς γιατί βασανίζετε τους μαύρους». «Δεν ήξερε»… Κι αν ήξερε, ποιος ξέρει τι… θα πάθαινε -στα επιδεικτικά γυμνασμένα μπράτσα του- ο «λιγούρης» ο Στάθης. Ναι, ο τύπος που επί πολλά χρόνια ήταν ο «κολλητός» του. Η «οικογένειά» του. Αλλά ο Αντώνης που κουνούσε με άνεση και χάρη το δάχτυλο για τη Μενδώνη, η οποία δεν ήξερε πόσο ΑΘΛΙΟΣ ήταν -και ΕΙΝΑΙ- ο Λιγνάδης, δεν ήξερε τι γινόταν μέσα στην «οικογένειά» του.
ΣΥΓΓΝΩΜΗ «αντρίκεια» και γενναία δεν ζήτησες. Αντίθετα. Πιάστηκες από τον «πιο αδύναμο κρίκο». Και προσπάθησες να κάνεις συμψηφισμούς με τον Αδωνι Γεωργιάδη. Λέγοντας, αληθοφανώς αλλά όχι αληθώς, «τι σχέση έχει ο θεσμικός» παράγων με τον ελαφρύ τύπο, ο οποίος στο όνομα της σάτιρας μπορεί να λέει ό,τι «γουστάρει». Και η «κουτσή Μαρία» ξέρει ότι είναι άλλο πράγμα να διοικείς κι άλλο να κάνεις εκπομπή. Και μάλιστα «σατιρική». Τι είναι αυτό που σου επέτρεψε να πιστέψεις ότι μπορείς να κρυφτείς πίσω από αυτό που ξέρει και η «κουτσή Μαρία»;
ΤΑ όρια τα ισοπέδωσες. Κι αντί να καταδικάσεις απερίφραστα τη χρόνια και συγγνωστή ανοχή σου στα «ελαττώματα» του «κολλητού» σου, έψαξες άλλοθι στις προφανείς και γνωστές αδυναμίες της εξουσίας. «Βρε μπαγάσα», πώς διανοήθηκες να υποτιμήσεις τόσο πολύ τη νοημοσύνη τόσο πολλών;
ΤΑ «νούμερα της τηλεθέασης» λένε ότι την ώρα που εξέθετες την κραυγαλέα αμηχανία σου χτύπησε «κόκκινο». Εφτασε, λένε, 30%. Μεγάλο νούμερο. Δεν φαντάζομαι ότι χαίρεσαι. Ξέρω ότι μέσα σου ευχόσουν να σε έβλεπαν όσο το δυνατόν λιγότεροι. Ατύχησες όμως. Σε είδαν πολλοί.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
ΚΑΙ ΕΙΔΑΝ τον «εθνικό ηθικολόγο» στο όνομα της σάτιρας -μετά την παταγώδη κατάρρευση του πρώην τιμητή Λ. Λαζόπουλου- να μην μπορεί να σταθεί. Να χτυπιέται με τις ενοχές του σε δημόσια θέα. Κάτω από άλλες συνθήκες, αυτό θα μπορούσε να είναι ενδιαφέρον έως λυτρωτικό και συγκλονιστικό. Οχι όμως έτσι θεατρινίστικα.
ΟΙ μεγαλύτερες χοντράδες έχουν ειπωθεί στο πλαίσιο της σάτιρας. Ομως, είναι άλλο πράγμα η χοντράδα κι άλλο η υποκρισία. Αυτός ο γλοιώδης «κολλητός» σου, αυτός που ανέβαζε βίντεο στο διαδίκτυο έβγαζε μάτι. Αλλωστε, η Θεσσαλονίκη είναι ένα υπέροχο χωριό. Φταρνίζεται κάποιος στην Τούμπα και πετάγεται κάποιος άλλος από τη Μενεμένη και του λέει «γείτσες». Εσύ, άνθρωπος της πιάτσας που δεν σηκώνεις μύγα στο σπαθί σου, δεν είχες πάρει χαμπάρι, όπως είπες; Δεν κατάλαβες τίποτα -κι εσύ και οι άλλοι δυο φωστήρες της «οικογένειας», ο Κιούσης και ο Σερβετάς- ούτε στα «μπιτσόμπαρα» ούτε στη νύχτα της μεγάλης φτωχομάνας; Δεν κατάλαβες τι σας είπε η παλιά συνεργάτιδά σας; «Ήσασταν εκεί αφού», όπως λένε τα «καρντάσια».
ΜΗΠΩΣ μπέρδεψες τελικά το κοινωνικά δίκαιο, την καλώς νοούμενη πολιτική ορθότητα και το ηθικά πρέπον κατά το λαϊκό αίσθημα -έτσι όπως μπορείς να το καταλάβεις- με την κοινή αλητεία του Στάθη; Ο οποίος -θεός!- στη «συγγνώμη» του είπε το αξεπέραστο «έκανα μια απαράδεκτη πράξη εις βάρος ενός ανθρώπου που δεν με είχε βλάψει. Εκανα την πράξη αυτή υπό την επήρεια κακής συγκυρίας στη ζωή μου, χωρίς καμία πρόθεση να βλάψω, να προσβάλω ή να ζημιώσω κανέναν»! Το κατάπιες αμάσητο; Οτι δήθεν ήταν «μια τεράστια απερισκεψία» κι αυτό ήταν όλο; «Εφαγες» έτσι τη λέξη -«απερισκεψία»- που σκέφτηκε βιαστικά ο φιλότιμος δικηγόρος;
ΤΙ είσαι; Υποκριτής; Κυνικός; Αλαζόνας; Αρχοντας των αμέριμνων καναπεδάτων επικριτών των πάντων; Αναίσθητος;
ΔΕΝ ξέρω τι είσαι τελικά. Κι εδώ που τα λέμε, δεν με αφορά. Μου είσαι παντελώς αδιάφορος. Δεν μου είναι αδιάφορο όμως ότι, έχοντας δημόσιο βήμα, μπορείς να επηρεάζεις τη συνείδηση έστω κι ενός κοριτσιού. Αυτό με αφορά. Πολύ. Και δεν το έκρυψα από την πρώτη στιγμή. Εγραψα επωνύμως, ευθέως και δημοσίως. Σου είπα. Προσωπικά μού είσαι παντελώς αδιάφορος, «βρε μπαγάσα». Το πρόβλημά μου -όπως και των περισσοτέρων από όσους οργίστηκαν- δεν είναι ο Κανάκης. Ο «Κανακισμός» είναι.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr