Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Συγγνώμη που εξωτερικεύουμε τη μαυρίλα μας, αλλά ήταν μια ενστικτώδης, εν θερμώ αντίδραση στην ανταπόκριση της «Il Fatto Quotidiano» από το Αφγανιστάν. Τη διαβάσαμε με τον πρωινό καφέ, από την ασφάλεια του γραφείου μας, πλήρως εμβολιασμένοι και «τηλεργαζόμενοι» ένεκα της πανδημίας.
«Αναγκάστηκα να πουλήσω τα παιδιά μου για να μην πεθάνω της πείνας. Φύγαμε από το σπίτι μας σε ένα μακρινό χωριό και τώρα προσπαθούμε να επιβιώσουμε», είπε στον Ιταλό ανταποκριτή ο Αφγανός εσωτερικός πρόσφυγας, Αμπντούλ Χαλέκ.
Εχει έξι παιδιά, τα πέντε αγόρια, με το τελευταίο από αυτά να έχει έρθει μόλις πριν από λίγες εβδομάδες στον αγγελικά πλασμένο τούτο κόσμο.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
Εξίσου απελπισμένη η γυναίκα του, δεν διστάζει να αποκαλύψει και την τιμή της ανόσιας συναλλαγής: «Αρκούν 50 δολάρια για το καθένα ή και λιγότερο. Αν ζοριστώ, δίνω τα παιδιά μου και τζάμπα, ίσα-ίσα για να σωθούν εκείνα…».
Για να φτάσει στο σημείο μια μάνα να λέει -και να κάνει- τέτοια πράγματα, αντιλαμβάνεται κανείς ότι το καστοριάδειο δίλημμα «σοσιαλισμός (βάλτε στη θέση του “ουμανισμός”, “δημοκρατία” ή ό,τι άλλο θέλετε, το ίδιο κάνει) ή βαρβαρότητα» έχει προ πολλού απαντηθεί.
Η επιστροφή των Ταλιμπάν (με την «ευγενική χορηγία» της Ουάσιγκτον, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους) έδωσε τη χαριστική βολή σε οικογένειες όπως του Χαλέκ.
Η κατάληψη της Καμπούλ πριν από τρεις μήνες εξαφάνισε τα πάντα στην αφγανική επαρχία. Δουλειές, τρόφιμα, ελπίδα. Εκατομμύρια άνθρωποι περιφέρονται σαν φτερά στον άνεμο, κυνηγώντας την καθημερινή επιβίωση με κάθε μέσον. Και η (αφόρητη) ζωή συνεχίζεται…
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr