Γράφει ο Πάνος Αμυράς
Το βασικό συμπέρασμα που προέκυψε από τις δηλώσεις των παραγόντων σε Ελλάδα, Βρυξέλλες και Βερολίνο είναι ότι οι δανειστές έχουν αντιληφθεί πως η κυβέρνηση διαπραγματεύεται μόνο για το πώς θα διατηρηθεί στην εξουσία.
Ετσι ο ευφραδής μέχρι τη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης Ευκλείδης Τσακαλώτος, που χαρακτήριζε αντισυνταγματική τη «προνομοθέτηση μέτρων», την αποδέχθηκε, όπως επίσης και τις νέες μειώσεις σε συντάξεις και αφορολόγητο όριο.
Η ελληνική πλευρά υποχώρησε στα πάντα χωρίς να κερδίσει τίποτε.
Η συζήτηση με την τρόικα από την προσεχή Τρίτη θα περιοριστεί στον προσδιορισμό των νέων μέτρων ύψους 3,6 δισεκατομμυρίων ευρώ που θα «κλειδώνουν» πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% από το 2018 και για σειρά ετών. Αντιθέτως, όλα τα θετικά σημεία που μπορεί να έχει η συμφωνία μετατέθηκαν το νωρίτερο για μετά τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου και σε ορίζοντα 12-18 μηνών.
Τα μέτρα αποσυνδέθηκαν από την ένταξη στο QE ενώ το ΔΝΤ «ξέχασε» το κούρεμα του χρέους, συντασσόμενο στη γραμμή του Βερολίνου για αποφάσεις το 2018.
Ο νέος στόχος της κυβέρνησης για κλείσιμο της αξιολόγησης είναι η 20ή Μαρτίου ώστε να μπορέσει η ΕΚΤ να αποφασίσει στις 23 Απριλίου την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Μοιάζει ανέφικτος, όταν μέσα σε λίγες ημέρες θα πρέπει να οριστικοποιηθούν σκληρά μέτρα λιτότητας και παραμετρικού τύπου αλλαγές στο ασφαλιστικό και τη φορολογία εισοδήματος.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Αλλωστε οι δανειστές δεν φαίνονται να βιάζονται. Ο Ντάισελμπλουμ το είπε ξεκάθαρα ότι μέχρι τον Ιούνιο υπάρχει αρκετός χρόνος.
Ομως ο χρόνος λειτουργεί σε βάρος της οικονομίας. Ηδη η Citi εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας δεν θα ξεπεράσει το 1,1% έναντι πρόβλεψης για 2,7% από Κομισιόν και κυβέρνηση. Το πρώτο τρίμηνο θα χαθεί στις διαπραγματεύσεις χωρίς κανείς να είναι βέβαιος το πότε θα ολοκληρωθούν. Μέσα σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας ουδείς επενδυτής φαίνεται διατεθειμένος να τοποθετήσει κεφάλαια αναλαμβάνοντας τόσο υψηλό ρίσκο. Ομως, κάθε δημοσιονομική αστοχία πληρώνεται και απομακρύνει το ενδεχόμενο να βγούμε εγκαίρως στις αγορές.
Επιπλέον η οικονομική και πολιτική στασιμότητα ενισχύει το ρεύμα των δραχμιστών που αναπτύσσεται σε Ελλάδα και Γερμανία δυσχεραίνοντας την εφαρμογή πραγματικών μεταρρυθμίσεων.
Η κυβέρνηση διαπραγματεύθηκε επί μήνες και το αποτέλεσμα είναι ότι ένωσε τους δανειστές εναντίον μας και εξέθρεψε τον αντιευρωπαϊσμό πριμοδοτώντας όσους υποστηρίζουν τριτοκοσμικού τύπου λύσεις. Ομως χρονικά περιθώρια δεν υπάρχουν. Τον Ιούλιο πρέπει η χώρα να πληρώσει 7 δισ. και τον Μάιο του 2018 η χώρα πρέπει να έχει εξασφαλίσει πλήρη χρηματοδοτική στήριξη από τις αγορές.
Το πιθανότερο είναι ότι οι δανειστές αποφάσισαν να μην ασχοληθούν σοβαρά με το ελληνικό ζήτημα μέχρι να ολοκληρωθούν οι εκλογές σε Ολλανδία, Γαλλία και φυσικά στη Γερμανία.
Μέχρι τότε η χώρα θα βυθίζεται στην κινούμενη άμμο της ύφεσης και της αναποτελεσματικότητας του Τσίπρα, ο οποίος δεν θα παραδώσει απλώς καμένη γη, αλλά θα υποθηκεύσει και τις προοπτικές της επόμενης κυβέρνησης.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής