Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Ταυτόχρονα, ήξερε ότι έχει το προνόμιο των μεγάλων δημιουργών που, ενώ εγκαταλείπουν τον πρόσκαιρο κόσμο μας, δεν φεύγουν ποτέ.
Ο Μίκης εγκαταστάθηκε διά παντός στο αιώνιο σπίτι του: στον Γαλαξία που έφτιαξε με το έργο του, την πολυσχιδή δημιουργία του, την παρουσία του στους αγώνες, τον βαθύ πατριωτισμό του, τον κοφτερό του λόγο, τον έρωτά του για τη ζωή.
Καθισμένος στην πολυθρόνα του, με ριγμένη μια κουβέρτα στα γόνατά του, μιλούσε για το σήμερα και το αύριο, για την ελπίδα του να ξεπεράσει η Ελλάδα τη δεκαετία που την πλήγωσε. Μιλούσε για όλα και για όλους, με πάθος. Αυτό το πάθος που διαπερνούσε τη ζωή του σε ό,τι έκανε. Αυτό το πάθος που έκανε τη μουσική του να συνεπαίρνει τον κόσμο, να τον ξεσηκώνει στα πέρατα της οικουμένης.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Εγραψε τραγούδια που ιστορούσαν τα δεινά της πατρίδας μας, τη δύναμη των αγώνων, την αδελφοσύνη, την αλληλεγγύη, την ομορφιά της γυναίκας. Μόνη του έννοια να γίνει κτήμα του κόσμου εκείνο το έργο του που δεν έχει ακόμη προσεγγίσει ο πολύς κόσμος: οι όπερές του, οι εμπνευσμένες από τις αρχαίες τραγωδίες, οι κλασικές συνθέσεις του, τα έργα του για ορχήστρα και πιάνο, τα κλασικά τραγούδια του. Αυτήν, την άλλη όψη της μουσικής ιδιοφυΐας του, ήθελε να καταστήσει γνωστή στο πλατύ κοινό.
Το βράδυ του Ιουλίου που στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής παρουσιάστηκε ένα ελάχιστο μέρος από τον τεράστιο όγκο της κλασικής δημιουργίας του ήταν «παρών». Είχε συνδεθεί και άκουγε την ερμηνεία της από τους καλλιτέχνες που ο ίδιος είχε επιλέξει. Την επόμενη ημέρα στάλθηκε από το Γραφείο της υπουργού Πολιτισμού η βιντεοσκόπηση της εκδήλωσης και εκδήλωσε αμέσως τη χαρά του. Ηταν ήσυχος ότι εμπιστεύθηκε το έργο του, στο σύνολό του, στη μουσική βιβλιοθήκη του Μεγάρου Μουσικής. Ποιος θα ερευνήσει την ελληνική μουσική δημιουργία στον 20ό αιώνα και δεν θα πρέπει να μελετήσει τον μουσικό γαλαξία που άφησε πίσω του ο Μίκης Θεοδωράκης;
Η Ελλάδα πενθεί. Στο στόμα κανενός μας δεν χωράει ο λόγος ότι πέθανε ο Μίκης. Τον κρατώ στη μνήμη μου, στην πρώτη του συναυλία, στη νεότητά μας, μετά την πτώση της χούντας, στο γήπεδο της Καραϊσκάκη με τα χέρια του φτερούγες να διευθύνει τη μουσική του και από κάτω χιλιάδες άνθρωποι, κάθε ηλικίας, να τραγουδούν. Τον κρατώ με τα λόγια της αγάπης του για την πατρίδα, στο Σύνταγμα, στο συλλαλητήριο για τη Μακεδονία. Τον κρατώ στην τελευταία μας συνάντηση, πριν από λίγους μήνες, με τη φλόγα της ζωής να καίει στα μάτια του. Το μόνο σίγουρο είναι ότι Μίκης δεν θα φύγει ποτέ από δω…
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr