Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Κάποιοι ισχυρίζονται πως τα μέτρα είναι σκληρά και όντως είναι. Ομως η πανδημία είναι ακόμα σκληρότερη και οι συνέπειές της μη αναστρέψιμες, ειδικά για τους πλέον ευάλωτους συμπολίτες μας, αυτούς που νοσηλεύονται αυτή τη στιγμή σε νοσοκομεία ή φιλοξενούνται σε δομές φροντίδας ηλικιωμένων και ΑΜΕΑ.
Οι υγειονομικοί έχουν την επιλογή να άρουν τις κυρώσεις, αρκεί να εμβολιαστούν. Οι ευπαθείς ομάδες όμως δεν έχουν καμία. Εξαρτώνται αποκλειστικά από τη φροντίδα αυτών των ανθρώπων, που ορκίστηκαν να τους προστατεύουν και να τους θεραπεύουν και όχι να τους θέτουν σε επιπλέον κίνδυνο.
Ενα από τα επιχειρήματα των συνδικαλιστών, οι οποίο μόνο στη θεωρία είναι υπέρ του εμβολιασμού, είναι πως οι υγειονομικοί τηρούν απαρέγκλιτα τα μέτρα προστασίας, άρα δεν κινδυνεύουν να κολλήσουν ή να μεταδώσουν την ασθένεια.
Το επιχείρημα αυτό καταρρίπτει με τον πιο τραγικό τρόπο η πραγματικότητα. Είναι πολλοί οι υγειονομικοί που κόλλησαν κορονοϊό, κάποιοι από αυτούς έχασαν τη ζωή τους. Ολοι θυμόμαστε επίσης δομές στις οποίες ο ιός μεταδόθηκε αστραπιαία σε όλους σχεδόν τους φιλοξενούμενους υπερήλικες.
Οι μάσκες, η απολύμανση και το πλύσιμο των χεριών είναι εύθραυστα μικρά τείχη προστασίας που πρέπει διαρκώς να «χτίζονται», σε αντίθεση με την ισχυρή ασπίδα που υψώνει στον οργανισμό το εμβόλιο.
Ομως, πέρα από τα προφανή που αναφέρουμε, υπάρχει και κάτι άλλο: Ας δεχθούμε ότι πολλοί υγειονομικοί φοβούνται να εμβολιαστούν αλλά δεν είναι αρνητές του ιού, άρα λαμβάνουν προφυλάξεις.
Τι γίνεται όμως με τους αρνητές του ιού; Εκείνους που πιστεύουν ότι είναι μια απλή γρίπη και αρνούνται ακόμα και τα στοιχειώδη; Ποιος θα μπορούσε να ξεχωρίσει τους μεν από τους δε και να τους εξαιρέσει από την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού ή από τις κυρώσεις; Προφανώς κανένας.
Τη λογική της μη λογικής έχει υιοθετήσει εδώ και καιρό δυστυχώς και η αξιωματική αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αν και τάσσεται υπέρ του γενικευμένου εμβολιασμού, διαφωνεί με τις κυρώσεις. Διαβάζουμε για παράδειγμα την τοποθέτηση του τομεάρχη Υγείας Ανδρέα Ξανθού και προσπαθούμε να καταλάβουμε τι ακριβώς προτείνει.
Ο κ. Ξανθός στην επίκαιρη ερώτησή του χαρακτηρίζει ως κοινωνικά επαχθές και μη αναλογικό μέτρο τη στέρηση εργασίας και μισθού και ζητά την αναστολή της εφαρμογής του νόμου. Ωραία, αλλά τι προτείνει στη θέση του; Διάλογο! Καλός και ευλογημένος ο διάλογος, αλλά μετά από 18 μήνες πανδημίας που είχαν όλες τις ευκαιρίες να συζητήσουν και να ενημερωθούν και υπό την απειλή της μετάλλαξης Δέλτα που γεμίζει τις ΜΕΘ με συνοπτικές, μη αναστρέψιμες διαδικασίες, είναι πλέον αργά.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr