Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Ο κ. Τσίπρας ισχυρίσθηκε ότι με βάση τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας το ποσοστό φυγής φοιτητών είναι πολύ μικρό, μόλις 4,7%, επομένως κακώς το υπουργείο Παιδείας κόβει το δρόμο της εισαγωγής στα ΑΕΙ σε υποψηφίους που αργά ή γρήγορα θα τελειώσουν τις σπουδές τους. Εάν τα στοιχεία ήταν αληθή, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα είχε δίκιο, ο καβγάς θα γινόταν για ένα ελάχιστο ποσοστό φοιτητών και η ελάχιστη βάση δεν θα έπρεπε να νομοθετηθεί.
Το πρόβλημα έγκειται στο ότι η μελέτη της Τραπέζης της Ελλάδος αναφερόταν στο ποσοστό των μαθητών που εγκατέλειπαν το Γυμνάσιο και όχι των φοιτητών που σταματούσαν τις σπουδές τους. Η αλήθεια είναι ότι μόλις το 9% των σπουδαστών αποφοιτούν, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη, καθώς υπό φυσιολογικές συνθήκες και για σχολές τετραετούς φοίτησης θα έπρεπε κάθε χρόνο το 25% των φοιτητών να παίρνει πτυχίο.
Και μόνο για αυτή την «γκέλα» ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να είχε παραδεχθεί το πρόβλημα και να υπερψήφιζε τη σχετική διάταξη στο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας. Ο κ. Τσίπρας όμως έχει συνηθίσει να περνά κάτω από τη βάση στο μάθημα της αντιπολίτευσης που ασκεί ώστε να αποκτήσει τώρα τέτοιες ευαισθησίες. Οπως επίσης είναι εύκολος στο να διατυπώνει βαρύτατες καταγγελίες κατά των πολιτικών του αντιπάλων χωρίς να διαθέτει στοιχεία.
Στη Βουλή κατηγόρησε την υπουργό Παιδείας Νίκη Κεραμέως ότι «ντιλάρισε» με ιδιοκτήτες κολεγίων προκειμένου να καθιερώσει την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής. Προφανώς εννοούσε των κολεγίων της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, τα ιδιωτικά δημοτικά και γυμνάσια και τα κολέγια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης εξαιρούνται για ευνόητους λόγους.
H Οξφόρδη και το σύνδρομο της Κίνας
Ομως και πάλι οι καταγγελίες γύρισαν μπούμερανγκ για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ. Η κυρία Κεραμέως από το βήμα της Βουλής παρουσίασε δεκάδες αποφάσεις που είχε λάβει η κυβέρνηση Τσίπρα για την αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας των κολεγίων. Αποφάσεις όχι μόνο του υπουργείου Παιδείας αλλά και άλλων, όπως του Τουρισμού, των Εξωτερικών, της Προστασίας του Πολίτη και της Υγείας. Οι αποφάσεις αυτές υπεγράφησαν γιατί ήταν υποχρέωση της χώρας έναντι του Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά με βάση το σκεπτικό Τσίπρα η κυβέρνησή του ήταν αυτή που πριμοδότησε τους ιδιοκτήτες κολεγίων.
Επί της ουσίας, οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν βαθμό πάνω από 8,2 για να εισαχθούν σε πανεπιστημιακές σχολές, πριν από μία γενιά ο πήχης ήταν υψηλότερα και πριν από δύο γενιές διπλάσιος. Ταυτόχρονα όμως υπάρχει η εναλλακτική επιλογή των επαγγελματικών σπουδών. Πάνω από 20.000 υποψήφιοι συμπλήρωσαν το δεύτερο μηχανογραφικό για 9.000 θέσεις σε δημόσια ΙΕΚ, που προσφέρουν σπουδές τεχνικής κατάρτισης σε επαγγέλματα περιζήτητα στην αγορά εργασίας. Η κυβέρνηση «πριμοδοτεί» τα δημόσια ΙΕΚ, που μέχρι τώρα ήταν άγνωστα στους υποψηφίους και τις οικογένειες τους.
Το εύκολο είναι να υπόσχεσαι «πανεπιστήμιο για όλους» ακόμη και με αναδρομική ισχύ, όπως έταξε ο κ. Τσίπρας, για να εισπράξει την αντίδραση της κοινωνίας για τη ρουσφετολογική του τακτική. Το δύσκολο είναι να προχωρείς βήμα βήμα για την αναβάθμιση των σπουδών με φοιτητές που θα αγωνίζονται για να μπαίνουν στη σχολή που επιθυμούν και θα παίρνουν πτυχίο εγκαίρως, όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr