Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Η Εθνική Αναλογιστική Αρχή υπολογίζει το κόστος σωρευτικά στα 56 δισ. για τα 50 έτη, που μοιάζει ποσό υπέρογκο, αλλά το καθαρό δημοσιονομικό κόστος είναι πολύ χαμηλότερο, καθώς συνυπολογίζονται τα έσοδα που θα προστεθούν στον Προϋπολογισμό μετά τη μεταρρύθμιση.
Ο κ. Στρατόπουλος επισημαίνει ότι το ΙΟΒΕ, στο πλαίσιο της μελέτης του για τις μακροοικονομικές επιπτώσεις της μεταρρύθμισης, υπολόγισε το καθαρό κόστος σε 5-6 δισ. ευρώ σωρευτικά για τα επόμενα 50 έτη ή 100-120 εκατ. ετησίως.
Ο αναλυτής χρησιμοποιεί το παράδειγμα της αγοράς κατοικίας με στεγαστικό δάνειο για να καταδείξει ποιο είναι το πραγματικό κόστος. «Το κόστος αγοράς μιας κατοικίας φαίνεται, και είναι, δυσανάλογα υψηλό για τα ετήσια εισοδήματα ενός νοικοκυριού. Μοιρασμένο όμως στις 360 μηνιαίες δόσεις 30ετούς στεγαστικού δανείου, η εικόνα αλλάζει. Οι 12 μηνιαίες δόσεις αντιστοιχούν στο ετήσιο ακαθάριστο κόστος αγοράς της κατοικίας.
Και στο στεγαστικό, όπως και στη μεταρρύθμιση για τις επικουρικές, το καθαρό κόστος φαίνεται, και είναι, πολύ μικρότερο. Και σε 30 χρόνια που ολοκληρώνεται ο κύκλος, αυτό το μικρό σχετικά κόστος δεν υφίσταται πια, αλλά το μόνιμο όφελος μένει, είτε πρόκειται για την ιδιοκτησία της κατοικίας είτε για καλύτερες συντάξεις στις επόμενες γενιές.
Το ύψος της μηνιαίας δόσης, το όφελος από την εξοικονόμηση του ενοικίου και το όφελος της μελλοντικής μόνιμης ιδιοκτησίας του ακινήτου, αυτά τα μεγέθη θα ζυγίσει το νοικοκυριό πριν αποφασίσει την αγορά κατοικίας. Ανάλογα είναι και τα ποσοτικά κριτήρια για την αξιολόγηση δημόσιων πολιτικών που εξελίσσονται σε βάθος 50ετίας.
Σύμφωνα με τον κ. Στρατόπουλο, εσκεμμένα η αντιπολίτευση παρουσιάζει το κόστος μετάβασης 50ετίας ωσάν να είναι το δημοσιονομικό κόστος που θα επιβαρύνει το φορολογούμενο. Ομως, το σωστό είναι να υπολογίζεται το δημοσιονομικό κόστος στη σωστή διάσταση και μέγεθος. Οχι να αθροίζονται επιλεκτικά τα κόστη ανά τους αιώνες αποσιωπώντας τα αναπτυξιακά και δημοσιονομικά οφέλη για τη δημιουργία εντυπώσεων. Διαφορετικά, η ουσία της πολιτικής χάνεται στους αριθμητικούς ακροβατισμούς.
Για παράδειγμα, το 2019 ο ΕΝΦΙΑ μειώθηκε κατά περίπου 600 εκατ. ευρώ ετησίως. Αυτό αντιστοιχεί σε 30 δισ. σε ορίζοντα 50ετίας ή 60 δισ. σε 100 έτη. Διαμαρτυρήθηκε κάποιος για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ επειδή «επιβαρύνει» τον Προϋπολογισμό κατά 60 δισ. σε 100 χρόνια; Στην πολιτική-οικονομική απόφαση για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ μπήκαν στην πολιτική ζυγαριά τα 600 εκατ. € ή τα 60 δισ.; Και η θετική επίδραση της μείωσης του ΕΝΦΙΑ στην ανάπτυξη της οικοδομικής δραστηριότητας και τα συνακόλουθα πρόσθετα δημοσιονομικά έσοδα συνυπολογίστηκαν από το οικονομικό επιτελείο ή αγνοήθηκαν; Ειδικά για την επικουρική ασφάλιση, οι ωφελούμενοι, δηλαδή αυτοί που απολαμβάνουν τη θετική επίδραση των μέτρων, είναι μελλοντικοί ψηφοφόροι και όχι σημερινοί, όπως συμβαίνει με τον ΕΝΦΙΑ.
Μένει ώσπου να φύγει…
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, σύμφωνα με τον κ. Στρατόπουλο, η μεταρρύθμιση της επικουρικής ασφάλισης δεν είναι μόνο πράξη βαθιάς διαγενεακής αλληλεγγύης, αλλά και έμπρακτη αμφισβήτηση της πελατειακής πολιτικής.
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΑΧΙΣΤΗΣ ΒΑΣΗΣ ΤΟ 55% ΤΩΝ ΨΗΦΟΦΟΡΩΝ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ!
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Marc για το «Θέμα», επτά στους δέκα πολίτες κρίνουν θετικά την αξιολόγηση εκπαιδευτικών, την καθιέρωση ορίου φοίτησης και τη θέσπιση Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής στα πανεπιστήμια. Κάθε χρόνο απορούσαμε πώς εισάγονταν φοιτητές σε ΑΕΙ με λευκή κόλλα, ακόμη και σε σχολές ιδιαίτερης δυσκολίας όπως το Μαθηματικό Σάμου, όπου είχε πετύχει υποψήφιος με βαθμό 3 στις Πανελλαδικές.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εν μια νυκτί μετέτρεψε τα ΤΕΙ σε πανεπιστήμια, αποδέχθηκε ακόμη και τροπολογίες βουλευτών για τη δημιουργία σχολών που εξυπηρετούσαν απλώς τις εκλογικές τους περιφέρειες χωρίς την παραμικρή πρόνοια για το προσωπικό, τα απαιτούμενα κεφάλαια ή ακόμη και τις προτιμήσεις των υποψηφίων.
Η σημερινή κυβέρνηση αποφάσισε να βάλει ένα τέλος στη λογική της εισαγωγής σε ΑΕΙ με χαμηλούς βαθμούς, όχι για να τιμωρήσει υποψηφίους, αλλά για να σταθεί με εντιμότητα απέναντί τους. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι η πλειονότητα των φοιτητών που εισάγονταν σχεδόν με λευκή κόλλα σε περιφερειακά ΑΕΙ δεν κατάφερε ποτέ να λάβει πτυχίο. Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Marc, το 72% των ερωτηθέντων τάσσεται υπέρ της καθιέρωσης της Ελάχιστης Βάσης, ενώ ενδιαφέρον είναι ότι πάνω από το 55% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ έχει θετική γνώμη για το μέτρο. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει την κυβέρνηση, αλλά η βάση του κόμματος δεν έχει την ίδια άποψη και μάλιστα σε πλειοψηφικό ποσοστό.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr