Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Για να μην μπερδευτούμε όμως περισσότερο με τα κερκυραϊκά, ας επιστρέψουμε στη διπλωματική γλώσσα, την οποία χειρίζεται άριστα ο Νίκος Δένδιας. Η απάντηση του Ελληνα υπουργού Εξωτερικών ήταν άριστα προετοιμασμένη, προσεκτικά οριοθετημένη και πολιτικά ασφαλής. Είχε αιχμηρή ειλικρίνεια, χωρίς να γίνεται προσβλητική, και ισχυρή επιχειρηματολογία, χωρίς να παρεκκλίνει από το Διεθνές Δίκαιο και τις ευρωπαϊκές αξίες. Ηταν μια απάντηση επί ανοιχτών ζητημάτων μπροστά σε ανοιχτά μικρόφωνα και στο τέλος έφαγε κιόλας.
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ παρατήρηση δεν είναι αστείο. Και ας την είπε χαριτολογώντας στον φίλο του, Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Διότι, αν την τοποθέτηση Δένδια ακολουθούσε μια απότομη ρήξη, τότε θα έπρεπε να ζυγίσουμε διαφορετικά τις επιπτώσεις. Αντιθέτως, μετά το πρώτο παραζάλισμα που ένιωσε η τουρκική διπλωματία, έχουμε συνέχιση των επαφών: «Ο Νίκος Δένδιας θα με προσκαλέσει στην Αθήνα. Ακολούθως, θα κανονιστεί συνάντηση του προέδρου με τον Ελληνα πρωθυπουργό, Μητσοτάκη. Αυτό θα μπορούσε να είναι μια συνάντηση ανώτατης στρατηγικής διαβούλευσης, θα μπορούσε να είναι και μια διμερής συνάντηση», είπε ο Μεβλούτ, δείχνοντας πως όταν υπάρχει ισχυρό πολιτικό σθένος η Τουρκία όχι απλά κάθεται στο τραπέζι του διαλόγου και δεν αποχωρεί, αλλά αναγκάζεται να παίξει με τους κανόνες, έστω και με το ζόρι.
Μένει ώσπου να φύγει…
ΜΑ, ΘΑ ΑΝΑΡΩΤΗΘΕΙ κάποιος, τότε γιατί αντιδρούσαμε και προβληματιζόμασταν στο παρελθόν όταν υψώνονταν ξαφνικά οι τόνοι; Μα, επειδή απαραίτητη προϋπόθεση πριν επιχειρήσεις κάτι τόσο τολμηρό, είναι να έχει εξασφαλιστεί εκ των προτέρων ότι αποτελεί κυβερνητική γραμμή, ότι υπάρχουν συνεννόηση και σοβαρή προετοιμασία. Οταν όμως επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είχαμε διαφορετικές φωνές ακόμα και σφοδρές συγκρούσεις εντός του Υπουργικού Συμβουλίου μεταξύ του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά, και του υπουργού Εθνικής Αμυνας, Πάνου Καμμένου, με τον Αλέξη Τσίπρα να κάνει τον διαιτητή, τότε αντιλαμβανόμαστε πως τίποτα από τα προαπαιτούμενα δεν υπήρχε. Ενίοτε δε επιστρατεύονταν χαρακτηρισμοί, όπως «σουλτάνος», και μάλιστα σε γραπτή ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου (!), ή «τρελός», όπως έλεγε σε κοινοβουλευτικούς συντάκτες ο πρώην ΥΠΕΘΑ, τα οποία προφανώς απέχουν από το ξεδίπλωμα μιας εθνικής στρατηγικής και σίγουρα δεν αποτελούν δείγμα υψηλής διπλωματίας. Αντιθέτως, αντικατοπτρίζουν το θυμικό της στιγμής.
Η ΜΕΓΑΛΗ διαφορά που έχει η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι ότι η πολιτική της έχει αρχή, μέση και τέλος. Φάνηκε στη διαχείριση στον Εβρο, στην ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων και στη δυναμική εξωτερική πολιτική, η οποία έχει μακροπρόθεσμο ορίζοντα, χωρίς να χάνει το momentum τόσο εντός της Ευρώπης όσο και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Φάνηκε στις συμφωνίες οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με Ιταλία και Αίγυπτο, στη συμφωνία με την Αλβανία, στην ανάπτυξη της συνεργασίας με το Ισραήλ και στα σχήματα διμερούς και πολυμερούς συνεργασίας με χώρες της περιοχής. Βέβαια, έχουμε μπροστά μας ακόμα πολλά επεισόδια και απρόβλεπτες αντιδράσεις εκ μέρους της γείτονος. Σύντομα, για παράδειγμα, θα δούμε την τουρκική αντίδραση στην αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από τις ΗΠΑ, όπως και στον εξοστρακισμό από τα F-35. Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση θα εξακολουθεί να λειτουργεί σαν μια συμφωνική ορχήστρα. Για να σολάρει το πρώτο βιολί, πρέπει ο μαέστρος να δώσει το σήμα.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr