Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Το νέο βιβλίο του Νίκου Παρασκευόπουλου «Οι μέλισσες και οι λύκοι», που θα παρουσιαζόταν αύριο Δευτέρα αλλά η εκδήλωση αναβλήθηκε, καμία σχέση δεν έχει με το παιδικό αφήγημα, εκτός από μία: σε κανέναν τομέα της ζωής δεν μπορείς να παίρνεις, χωρίς να δίνεις (και το αντίστροφο), γιατί στο τέλος θα μείνεις με το τσίμπημα.
Στην περίπτωση των πρόσφατων τοποθετήσεων του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης περί εκδημοκρατισμού της Χρυσής Αυγής και για αποποινικοποίηση της προσβολής της ελληνικής σημαίας, τα κεντριά, δεξιά και αριστερά, άρχισαν τα τσιμπήματα. Μα ήταν, τελικά, τόσο φοβερά αυτά που υποστήριξε;
ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ να δεχθούμε ότι ο κ. Παρασκευόπουλος είναι καλοπροαίρετος άνθρωπος και από τους νομικούς που επιλέγουν το ανθρώπινο από το αυστηρό πρόσωπο της Δικαιοσύνης. Από εκείνους που θέλουν να ερμηνεύσουν το πνεύμα και όχι το γράμμα του νόμου, που πιστεύουν περισσότερο στη μεταμέλεια και την επανένταξη από ό,τι στην τιμωρία. Ωστόσο, φαίνεται πως κάτι κάνει λάθος, αφού τα αποτελέσματα δεν έχουν καμία σχέση με τις προθέσεις του. Τα θέματα που άνοιξε δεν είναι ούτε η αποποινικοποίηση της μοιχείας, την οποία ο ίδιος είχε υποστηρίξει και προωθήσει, δεκαετίες νωρίτερα, ούτε τα αυτονόητα δικαιώματα των κρατουμένων στο νοσοκομείο των Φυλακών Κορυδαλλού.
Αποσυμφόρηση φυλακών με «παραθυράκια» που αφήνουν έξω αμετανόητους εγκληματίες, προσέγγιση Χρυσής Αυγής, αποποινικοποίηση της προσβολής της σημαίας. Τρία στα τρία για έναν ακαδημαϊκό χαμηλού προφίλ είναι πολλά και για τον ίδιο και για την κοινωνία. Με τόσο μέλι πώς να μη μαζευτούν οι μέλισσες;
Ο ΠΕΡΙΦΗΜΟΣ νόμος 4322/2015 για την αποσυμφόρηση των φυλακών που έγινε γνωστός ως νόμος Παρασκευόπουλου επιτρέπει την απόλυση καταδικασθέντων ακόμα και για ανθρωποκτονίες, αποπλανήσεις ανηλίκων, πορνογραφίες και άλλα βαριά αδικήματα, τα οποία εξαιρούνταν με τον προηγούμενο νόμο 4274/2014 (νόμος Αθανασίου). Αποτέλεσμα αυτού είναι να επανέρχονται στην «ενεργό δράση» και να υποτροπιάζουν εγκληματίες όπως επικίνδυνοι ληστές ή ο Αφγανός που βίασε και δολοφόνησε μια 19χρονη Γερμανίδα. Μήπως, λοιπόν, θα έπρεπε η διάταξη αυτή να επανεξεταστεί και να αυστηροποιηθούν οι εξαιρέσεις; Ο πρώην υπουργός, αντί να αναρωτηθεί, προτίμησε να υπεραμυνθεί της πολιτικής του, με μια ψυχρή στα όρια της κυνικότητας δήλωση περί «κακών συγκυριών». Παραδέχθηκε, μάλιστα, πως υπάρχει «κόστος, υπάρχουν άνθρωποι που βγαίνουν με άδεια και κάνουν εγκλήματα», αλλά το ζητούμενο είναι να διευκολυνθεί η επανένταξη…
Ο λύκος κι αν εγέρασε…
ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ της Χρυσής Αυγής ακόμα χειρότερα. Αν η Χρυσή Αυγή, είπε ο πρώην υπουργός, κάνει βήματα για εκδημοκρατισμό, πρέπει να στηριχθεί από το πολιτικό σύστημα, χωρίς όμως να διευκρινίζει στην αρχική του δήλωση ποιο κομμάτι εννοεί. Το ηγετικό; Αυτό δηλαδή που βρίσκεται υπόδικο με την κατηγορία της διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης; Την επομένη, πάντως, διευκρίνισε, κάπως αόριστα βέβαια, πως η δήλωσή του δεν αφορά συγκεκριμένους βουλευτές ή στελέχη υπό την έννοια ότι οι ίδιοι εμμένουν στις ιδέες τους και δεν έχουν δείξει καμία διάθεση να αλλάξουν. Αρα, εννοούσε τους ψηφοφόρους. Αυτούς τους «πεπλανημένους» ψηφοφόρους, τον απλό κόσμο που δεν είδε, δεν κατάλαβε, όπως είπε ο Μάκης Μπαλαούρας, ανακατεύοντας ακόμα περισσότερο τα θολά νερά.
ΜΑ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ δεν χρειάζεται η Δημοκρατία να κάνει τίποτα, αφού πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων δεν υπάρχουν πλέον. Οποιος θέλει ψηφίζει ό,τι θέλει και την επόμενη φορά μπορεί να ψηφίσει το ακριβώς αντίθετο. Ούτε θα τιμωρηθεί ούτε θα εκδιωχθεί για την ψήφο του για να χρειάζεται να προστρέξει στην αγκαλιά της Δημοκρατίας. Αυτό ως προς το τυπικό, βέβαια, γιατί, επί της ουσίας, ούτε οι περίπου 400.000 ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής έχουν καμία διάθεση να αλλάξουν γνώμη, αφού τη στηρίζουν σταθερά στις τελευταίες τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις. Οπότε, τι πετυχαίνουν αυτές οι δηλώσεις, και μάλιστα λίγες μόλις ημέρες μετά την κοινή παρουσία κυβερνητικών στελεχών και βουλευτών της Χρυσής Αυγής σε Ρω και Καστελλόριζο; Μόνο τις κοινωνικές αποδοκιμασίες και τη συγκλονιστική καταγγελία της οικογένειας Φύσσα.
ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΗΝ αποποινικοποίηση του αδικήματος της προσβολής της σημαίας, είναι προφανές ότι εδώ υπερισχύει μάλλον μια διαστρεβλωμένη πλευρά της Αριστεράς περί παγκοσμιοποίησης και εθνικών κρατών. Μόνο που ξεχνάνε κάτι: Η σημαία είναι σύμβολο, δηλαδή συμβόλαιο σφραγισμένο από την Ιστορία, συμπεφωνημένο και υπογεγραμμένο από διαδοχικές γενιές πολιτών. Ακόμα και όταν είναι αγορασμένες από τον Κοκκώνη, από φθηνό ή ακριβό πανί, ακόμα και οι πλαστικές σημαιίτσες, που κρατούν τα παιδιά στις παρελάσεις, παραμένουν συμβόλαια με ηθική ισχύ.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής