Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Κι όμως, η βάση εισαγωγής για το τμήμα Μαθηματικών στη Σάμο ήταν μόλις 3,5, αμφιβάλλουμε εάν ο εισακτέος που έγραψε απλώς το όνομά του στην κόλλα των πανελλαδικών εξετάσεων και από την Παρασκευή ανήκει στο δυναμικό της σχολής γνωρίζει πώς θα λύσει το Πυθαγόρειο Θεώρημα.
Το κραχ της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης που σημειώθηκε φέτος, με το 40% των σχολών να δέχεται φοιτητές που είχαν βαθμό κάτω από τη βάση του 10, έχει τις ρίζες του σε νοοτροπίες δεκαετιών, όταν το κυρίαρχο δόγμα στην Παιδεία ήταν «κάθε πόλη και ΑΕΙ, κάθε κωμόπολη και ΤΕΙ». Η «περιφερειακή ανάπτυξη» δομήθηκε γύρω από τη στέγαση και εστίαση των φοιτητών που εισάγονταν στις διαρκώς αυξανόμενες σχολές ανά την Ελλάδα και όχι με επίκεντρο τον πραγματικό πλούτο κάθε χώρας, που είναι η γνώση και η κατάρτιση.
Η τεχνολογική εκπαίδευση, που, ας μην ξεχνάμε, για την ηττημένη στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο Γερμανία αποτέλεσε τη βάση για την αναγέννηση της οικονομίας της, στην Ελλάδα θεωρήθηκε μέτρο αποτυχίας.
Επί ΣΥΡΙΖΑ το «κακό» στην Παιδεία ολοκληρώθηκε καθώς επικράτησαν οι λογικές της ήσσονος προσπάθειας και της ισοπέδωσης. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση η αριστεία χαρακτηρίστηκε ρετσινιά, από επίσημα μάλιστα χείλη υπουργών, τα πειραματικά σχολεία καταργήθηκαν, οι βαθμοί αξιολόγησης των μαθητών θεωρήθηκαν διάκριση που έπρεπε να πάψει. Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έγινε το μεγάλο κόλπο. Η κυβέρνηση Τσίπρα, αντί να ενισχύσει τις τεχνολογικές σχολές, θέλησε να τις εξομοιώσει με τα ΑΕΙ, βαπτίζοντας τα ΤΕΙ εν μιά νυκτί σε «Πανεπιστήμια». Επιπλέον, δεκάδες τμήματα σχολών ιδρύθηκαν σε πόλεις της περιφέρειας χωρίς να διαθέτουν υποδομές, πόρους, ανάλογο καθηγητικό προσωπικό, και όπως είδαμε με τα αποτελέσματα των πανελλαδικών και με φοιτητές. Οταν σε μια σχολή ο βαθμός εισαγωγής είναι το 7, πολύ απλά δεν την προτιμούν οι μαθητές στο μηχανογραφικό τους, ο αριθμός των εισακτέων είναι δυσανάλογα μεγάλος με τη δυναμικότητα της σχολής.
Είναι φανερό πως πρέπει να δοθεί τέλος στην ανισορροπία σύμφωνα με την οποία μαθητές του 5 (στην κλίμακα του 20) που δεν έχουν τα εφόδια και τις γνώσεις για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις μιας πανεπιστημιακής σχολής βαπτίζονται επιτυχόντες εν ονόματι μιας χρεοκοπημένης εκπαιδευτικής πολιτικής.
Το «μπαλάκι» έπεσε στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, που καλείται να λύσει το πρόβλημα απέναντι σε τοπικά και καθηγητικά συμφέροντα με ισχύ και πολλές φορές κομματική κάλυψη από την αξιωματική αντιπολίτευση. Μια σχολή στην Ελλάδα εύκολα ανοίγει αλλά δύσκολα λαμβάνεται απόφαση για να μπει λουκέτο όταν θα υπάρχουν αντιδράσεις από τους δημάρχους, θα ξεσηκωθούν οι ιδιοκτήτες ακινήτων και οι καταστηματάρχες της περιοχής και θα καταγγελθεί ο «εκπαιδευτικός ακρωτηριασμός» από το προσωπικό των τμημάτων.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Η επαναφορά της βάσης του 10 θα αφήσει χωρίς αντικείμενο το 40% των πανεπιστημιακής κοινότητας. Δεν είναι εύκολη κίνηση, όμως αναγκαία αρκεί να συνοδευτεί με μέτρα που θα προάγουν τις κλίσεις μαθητών του 7 και 8, όχι απαραίτητα μέσω ενός ΑΕΙ, το οποίο κατά πάσα βεβαιότητα θα παρατήσουν, αλλά με ανάπτυξη της επαγγελματικής εκπαίδευσης και την ενίσχυση των τεχνολογικών τμημάτων.
Ηδη η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως προανήγγειλε τον καθορισμό βάσης τουλάχιστον σε ένα μάθημα ανάλογα με την εξειδίκευση κάθε σχολής. Σε ό,τι αφορά το καθηγητικό προσωπικό, πρέπει να κάνουν τα πάντα για να αποφύγουν το λουκέτο. Να μετατρέψουν τη σχολή τους σε ελκυστική για τους νέους, να δημιουργήσουν αγγλόφωνα τμήματα ώστε να φέρουν φοιτητές από το εξωτερικό κατά το πρότυπο της Κύπρου, που κατάφερε να γίνει εκπαιδευτικό κέντρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής. Σε κάθε περίπτωση η κρατική χρηματοδότηση σε ΑΕΙ «σφραγίδες» δεν μπορεί να συνεχιστεί, πρέπει να συνδεθεί με την αξιολόγηση του έργου τους και την προσπάθεια αναβάθμισης των σπουδών, πριν ληφθούν οι τελικές αποφάσεις για τη συνέχιση λειτουργίας ή όχι.
Από το «μάθε, παιδί μου, γράμματα» πρέπει να περάσουμε και στο «μάθε, παιδί μου, τέχνη». Δεν είναι τυχαίο ότι στη Φινλανδία, που θεωρείται κορυφαία χώρα στα ζητήματα της Παιδείας, το 70% των μαθητών σπουδάζει σε επαγγελματικά λύκεια και μόνο το 30% σε γενικά. Στην Ελλάδα η αναλογία είναι η ακριβώς αντίστροφη.
Ο φοιτητής Μαθηματικών στη σχολή της Σάμου που εισήχθη με 3,5 δεν θα μάθει στο πανεπιστήμιο τη διαφορά υποτείνουσας και κάθετης πλευράς ενός τριγώνου, έπρεπε να τη γνωρίζει από την Α’ Λυκείου. Ομως, ο ίδιος φοιτητής θα μπορούσε να διαπρέψει σε ένα τεχνικό επάγγελμα εφόσον διέθετε την κατάλληλη κατάρτιση αφήνοντας στην ησυχία του και τον Πυθαγόρα.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr