Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Το βράδυ που βγήκε ο Τραμπ στις ΗΠΑ (8 Νοεμβρίου), ο Ινδός ηγέτης ανακοίνωσε ότι από τα μεσάνυχτα αποσύρονται όλα τα χαρτονομίσματα των 500 και 1.000 ρουπιών (περίπου 7 και 14 ευρώ αντίστοιχα) για να καταπολεμηθεί η -όντως- εκτεταμένη διαφθορά και το μαύρο χρήμα. «Είναι μια θυσία που αξίζει να κάνουμε», είπε στους συμπατριώτες του.
Με μια μονοκοντυλιά ο Μόντι διέγραψε το 85% των χαρτονομισμάτων που κυκλοφορούν στην Ινδία, αξίας 23 δισεκατομμυρίων ρουπιών. Ως τις 31 Δεκεμβρίου οι κάτοχοί τους μπορούν να κάνουν πληρωμές στο Δημόσιο και να τα ανταλλάξουν στις τράπεζες, κυρίως με χαρτονομίσματα των 100 (1,4 ευρώ) και των 2.000 ρουπιών (28 ευρώ), που ήδη σπανίζουν αγορά!
Τραμπ, Μπάιντεν και το δράμα των ομήρων
Δεδομένου ότι 600 εκατομμύρια Ινδοί δεν διαθέτουν τραπεζικό λογαριασμό, 300 εκατομμύρια δεν έχουν ταυτότητα και μόλις το 2% των συναλλαγών στη χώρα του 1,3 δισεκατομμυρίου ψυχών διεξάγονται με πλαστικό χρήμα, η συνέχεια ήταν εφιαλτική. Χιλιάδες πεθαίνουν από την ταλαιπωρία ή από τη ζέστη στις ουρές των τραπεζών, σάκοι σκουπιδιών με λεφτά κυκλοφορούν στους δρόμους και στα νερά του Γάγγη, ενώ πολλοί υποκύπτουν στην πείνα.
«Ο Κέινς έλεγε ότι μακροπρόθεσμα θα είμαστε όλοι νεκροί, αλλά ο Μόντι βάλθηκε να τους ξαποστείλει όλους», έγραψαν οι «New York Times», καλώντας την κυβέρνηση να επαναφέρει το χαρτονόμισμα των 500 ρουπιών.
Στο μεταξύ, η μαύρη αγορά οργιάζει, γάμοι ματαιώνονται και το χρηματιστήριο του Μουμπάι κοντεύει να κατεβάσει ρολά. Δικαίως λοιπόν το «Forbes» έκρινε πως «η θεραπεία είναι χειρότερη από την αρρώστια» και στελέχη του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Ινδίας εξετάζουν τη δίωξη του πρωθυπουργού για «γενοκτονία» των φτωχών στην ύπαιθρο και στις πόλεις.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου