Γράφει ο Στέφανος Τζανάκης
Η ανησυχία τους -την οποία πρέπει εκ του αποτελέσματος να τη λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη μας- έχει περισσότερο να κάνει με τα επερχόμενα: σε λιγότερο από δύο εβδομάδες η χώρα μας ανοίγει για τον τουρισμό – μία κίνηση που αποτελεί μονόδρομο για μία κοινωνία που περιμένει να ζήσει από τις υπηρεσίες. Ομως, ειδικά για φέτος, αυτό το άνοιγμα κρύβει κινδύνους.
Οι κίνδυνοι είναι αυτονόητοι: στις πρώτες 2.500 αφίξεις στη χώρα μας βρέθηκαν μόλις 4 θετικοί επιβάτες. Μόλις; Καθόλου, αν συνυπολογίσει κανείς ότι πέρυσι είχαμε πάνω από 35.000.000 αφίξεις. Αρα, με μία στατιστική 4 στις 2.500, πόσοι θα φτάσουν εδώ με τον ιό αν υποθέσουμε ότι θα έλθει το 30% των τουριστών του 2019 – δηλαδή πάνω από 10 εκατομμύρια άνθρωποι; Οι αριθμοί ζαλίζουν – ειδικά όσο δεν βρίσκεται μία αποτελεσματική θεραπεία για τον κορονοϊό.
Το πρόβλημα για την Ελλάδα δεν είναι μόνον υγειονομικό. Το μεγάλο πρόβλημα -τουλάχιστον για τώρα- είναι ο κίνδυνος να χαθεί μέσα στον Ιούλιο ό,τι αποκτήθηκε τον Μάρτιο, τον Απρίλιο και τον Μάιο: η καλή εικόνα που μετέδωσαν σύσσωμα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης – πράγμα που έδωσε και το έναυσμα για τη μερική διατήρηση του τουριστικού ρεύματος.
Το δίμηνο της φωτιάς
Το τι μπορεί να γίνει το γνωρίζουν βεβαίως οι ειδικοί. Είναι όμως προφανές ότι και εμείς οι υπόλοιποι γνωρίζουμε πια τι πρέπει να κάνουμε, ώστε να μην επιβαρύνουμε υγειονομικά την
κατάσταση, πράγμα που θα έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις τόσο για τη δημόσια υγεία όσο και για την οικονομία. Και η αλήθεια είναι ότι ενώ γνωρίζουμε, έχουμε την τάση να μην ακολουθούμε τις οδηγίες – πολλοί μάλιστα θεωρούν ότι η επιδημία έχει ήδη περάσει…
Από την άλλη πλευρά, δεν εξαντλούνται όλα στην περίφημη «ατομική ευθύνη»: οι έλεγχοι που γίνονται πρέπει να εντατικοποιηθούν, ενώ και η ενημέρωση των πολιτών και των τουριστών έχει πλέον πολλά περιθώρια αναβάθμισης. Ο δεύτερος γύρος δεν πρέπει να έλθει μέσα στο καλοκαίρι – αλλιώς η επίπτωση στην οικονομία θα είναι οδυνηρή…
Ο Στέφανος Τζανάκης είναι σύμβουλος έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση