Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Τα στοιχεία των ερευνών θα έπρεπε να είχαν προβληματίσει την Κουμουνδούρου και να κινητοποιούσαν την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να δουν τι φταίει και τι πρέπει να αλλάξει. Ωστόσο όταν η απροθυμία της αυτοκριτικής μετατρέπεται σε πολιτική επιλογή και η εκλογική ήττα «βαπτίζεται» ως μια ισχυρή παρουσία των «προοδευτικών δυνάμεων» για την επόμενη ημέρα δεν πρέπει να έχουν παράπονα στον ΣΥΡΙΖΑ για τις χαμηλές δημοσκοπικές πτήσεις. Στις ίδιες έρευνες καταγράφεται βουτιά και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του κ. Τσίπρα, ο οποίος στο κριτήριο της καταλληλότητας για τη θέση του πρωθυπουργού βρίσκεται 30 ποσοστιαίες μονάδες πίσω από τον κ. Μητσοτάκη ενώ υπολείπεται και της επιλογής διαμαρτυρίας, όπως αυτή εκφράζεται από την απάντηση «κανένας».
Γιατί συμβαίνει αυτό; Δεν έχουμε πλήρη γνώση των «ζυμώσεων» στην Κουμουνδούρου, όμως είναι σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πάσχει από έλλειψη πολιτικής κατεύθυνσης. Κάθε «στροφή» προς την Κεντροαριστερά ακυρώνεται σχεδόν ακαριαία από την ανάδειξη της συμμαχίας ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από στελέχη πρώτης γραμμής της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Κάθε καλός λόγος π.χ. υπέρ του Τσιόδρα από πολιτικά πρόσωπα όπως ο κ. Ξανθός ακολουθείται από ένα μπαράζ επιθέσεων κατά του κορυφαίου επιδημιολόγου από Συριζαίους που έχουν συνηθίσει στη μετωπική σύγκρουση με τον Μητσοτάκη ακόμη και για θέματα στα οποία έχει με το μέρος του τη συντριπτική πλειονότητα της κοινής γνώμης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει με ένα διχασμένο κόμμα, το είδαμε πρόσφατα από τη σφοδρότητα των επιθέσεων που δέχθηκε ο γραμματέας του Π. Σκουρλέτης από φίλια πυρά. Πατάει σε δύο βάρκες με τη γνωστή συνέχεια.
Η σύγχυση αυτή δεν είναι αποτέλεσμα μόνο εσωκομματικών μαχαιρωμάτων αλλά οφείλεται στην αδυναμία του Τσίπρα να αναγνωρίσει τις νέες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες και να λάβει αποφάσεις για τη ρότα του κόμματος.
Ντόναλντ Τραμπ και Δαλάι Λάμα
Η σύγκρουση με την πραγματικότητα, η οποία στο παρελθόν έδωσε στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ εκλογικούς θριάμβους, όταν λόγου χάρη υποσχόταν ότι θα διέγραφε το δημόσιο χρέος ή ότι θα τον παρακαλούσαν οι δανειστές να πάρει λεφτά, τώρα πια δεν έχει την παραμικρή απήχηση στο εκλογικό σώμα, που πλήρωσε ακριβά τέτοιες τυχοδιωκτικές συμπεριφορές. Και όμως η γραμμή δεν αλλάζει, ο κ. Τσίπρας εξακολουθεί να συγκρούεται με τον τοίχο που λέγεται πολιτική πραγματικότητα. Για παράδειγμα επιμένει ότι για την ύφεση ευθύνεται ο Μητσοτάκης και όχι ο κορονοϊός, σαν να μην αντιλαμβάνεται την κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας λόγω της πανδημίας. Υποστηρίζει ότι επί των ημερών του είχε πετύχει «από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη», όμως στη διετία 2015-2016 έριξε την οικονομία στα βράχια της ύφεσης, όταν η υπόλοιπη ευρωζώνη σημείωνε αναπτυξιακά άλματα, ενώ την περίοδο 2017-2018 η ανάκαμψη ήταν στον μέσο όρο της Ευρώπης αλλά με εκκίνηση από χαμηλότερη βάση.
Υπεραμύνεται των πολιτικών του που αποδοκιμάσθηκαν από τους πολίτες πέρυσι τον Ιούλιο και καταγγέλλει τη σημερινή κυβέρνηση ότι αντί για ανάπτυξη 4% φέτος «θα μας πάει στην ύφεση». Ουδέποτε η οικονομία ήταν το δυνατό χαρτί του κ. Τσίπρα, είναι σαφές ότι προσπαθεί να απαλλαγεί από το βάρος των ευθυνών του για την αποτυχημένη διαπραγμάτευση του 2015, όμως ποιος μπορεί να πιστέψει ότι ευθύνεται ο πρωθυπουργός για τη φετινή ύφεση όταν ακόμη τα ξενοδοχεία δεν έχουν ανοίξει και η ευρωζώνη έχει χτυπηθεί από τον ιό;
Οι πολίτες στις δημοσκοπήσεις ανησυχούν για την οικονομία και την αγορά εργασίας, όμως δίνουν στον Μητσοτάκη την απόλυτη κυριαρχία των κινήσεων, γιατί αναγνωρίζουν ότι προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα με βάση την κοινή λογική χωρίς να δοκιμάζει τις αντοχές του τοίχου.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση