Γράφει ο Μάξιμος Χαρακόπουλος*
Το αίτημα επανασύνδεσης της πολιτικής με την ηθική ήταν εκείνο που εξέπεμπε τόσο με το λόγο του όσο κυρίως με αυτή την ίδια την πολιτική του διαδρομή και τον τρόπο της ζωής του. Και ήταν αυτό που με παρακίνησε να τον γνωρίσω την εποχή που διέσχιζε τη δική του πολιτική έρημο και εν τέλει να ασχοληθώ με τα κοινά.
Ηταν η εποχή της έντονης πόλωσης και έξαρσης των πολιτικών παθών. Με το σκάνδαλο Κοσκωτά να δίνει τον πολιτικό τόνο και την πολιτική αντιπαράθεση να κινείται στον αστερισμό άσπρο-μαύρο, κάθε διαφορετική φωνή συνθλιβόταν στις συμπληγάδες της πόλωσης. Θα μπορούσε να κάνει εκπτώσεις στις αρχές και τα πιστεύω του, να λαϊκίσει, να χαϊδέψει αφτιά για να επιβιώσει πολιτικά. Μα τότε θα έπαυε να είναι ο Κωστής Στεφανόπουλος, το συνώνυμο του ήθους και της εντιμότητας, ο πολιτικός της ευπρέπειας και ανιδιοτέλειας που σφράγισε τη διαχρονική του διαδρομή.
Πορεύτηκε με σεμνότητα και αξιοπρέπεια σε όλη του τη ζωή και υπέμεινε με παροιμιώδη υπομονή και καρτερία άδικες επιθέσεις πολιτικών αντιπάλων, συκοφαντίες και διαβολές. Πολλές φορές δεν απάντησε πληρώνοντας βαρύ πολιτικό κόστος. Την απάντηση έδωσε η ίδια η ζωή διαψεύδοντας τους σκευωρούς και συκοφάντες. Ο Στεφανόπουλος, δυστυχώς, ανήκε σε μια κατηγορία πολιτικών που εκλείπει. Που στην ιεράρχησή τους πάντα προεξήρχε το εθνικό συμφέρον του κομματικού, πόσω δε μάλλον του προσωπικού.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Φιλελεύθερος δημοκράτης ήταν εκείνος που πρόσθεσε το χαρακτηρισμό «κοινωνικός» πριν από το φιλελευθερισμό, υπογραμμίζοντας την ανάγκη από τη δίκαιη φορολόγηση του πλούτου της επιχειρηματικής δράσης να υπάρχει κοινωνική πολιτική υπέρ των αδυνάτων. Ο Στεφανόπουλος πορεύτηκε με σεμνότητα και ταπεινότητα, σταθερός πάντα στις αξίες -κάποιοι τις είπαν συντηρητικές- που κανοναρχούσαν τη ζωή του.
Το τέλος της διαδρομής του στην πολιτική του έρημο τον οδήγησε στη δική του γη Χαναάν, τη γη της Επαγγελίας, την Προεδρία τη Δημοκρατίας. Η θητεία του υποδειγματική. Αναδείχθηκε πραγματικό σύμβολο ενότητας του ελληνικού λαού και αγαπήθηκε όσο κανείς άλλος Πρόεδρος. Εφτασε στις εσχατιές του κόσμου, όπου υπάρχει ελληνική παρουσία.
Ολοι μνημονεύουν την προς Κλίντον ομιλία του ενώπιον του προέδρου των ΗΠΑ κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα. Πράγματι, θα σταθεί σε αυτήν ο ιστορικός του μέλλοντος, ως μάθημα αξιοπρέπειας ενός μικρού έθνους απέναντι σε μια υπερδύναμη. Προσωπικά, με άγγιξαν περισσότερο δύο ομιλίες του – πάντα από στήθους. Η πρώτη, που είναι δείγμα του φλογερού του πατριωτισμού, απευθύνθηκε προς τους Βορειοηπειρώτες αδελφούς μας, που η μοίρα έγραψε να είναι εκτός του εθνικού κορμού, κατά την επίσκεψή του στα χωριά της μαρτυρικής ομογένειας. Η δεύτερη ομιλία, που ξεχωρίζω και ως τελευταία πράξη εθνικής συμφιλίωσης, είναι προς τους πολιτικούς πρόσφυγες στο χωριό Μπελογιάννης που ίδρυσαν στην Ουγγαρία μετά τον εμφύλιο.
Τελευταία, τον είδα στην παρουσίαση της βιογραφίας του στην Παλαιά Βουλή από τη Νίτσα Λουλέ «Ο μοναχικός Πρόεδρος». Ο χρόνος είχε βαρύνει επάνω του και δεν κατέβαινε πια στο γραφείο στη Βαλαωρίτου, όπου κάθε φορά που με δεχόταν είχα την ευκαιρία να απολαύσω τη συνομιλία μαζί του. Θα θυμούμαι πάντοτε εκείνο το μελαγχολικό χαμόγελο στην Παλαιά Βουλή, στην τελευταία δημόσια εμφάνισή του με το οποίο θαρρείς μας αποχαιρετούσε…
*Αναπληρωτής τομεάρχης Εσωτερικών της Ν.Δ., αρμόδιος για θέματα Προστασίας του Πολίτη, βουλευτής Λαρίσης
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής