Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Μπορεί το Βερολίνο να μην αποδέχθηκε ευθέως την έκδοση ευρωομολόγων, όπως ζητούσαν διακαώς Ιταλοί και Ισπανοί, όμως η συμβιβαστική λύση που επιτεύχθηκε με τον επίμονο Γάλλο πρόεδρο να εκδοθούν τίτλοι από την Κομισιόν με εγγύηση τα κονδύλια του κοινοτικού προϋπολογισμού όπου η Γερμανία είναι ο βασικός χρηματοδότης συνιστά έμμεση κάλυψη των αναγκών των χωρών που επλήγησαν από τον κορονοϊό από τις πλούσιες του Βορρά. Τα δάνεια θα τα παίρνει ο θεσμικός φορέας της Ευρωπαϊκής Ενωσης και οι χώρες θα επιχορηγούνται με βάση κριτήρια που θα γίνουν γνωστά τις επόμενες εβδομάδες
Αντιδράσεις υπάρχουν τόσο από τους «σκληρούς» του ευρώ, όπως είναι η Αυστρία και η Ολλανδία, όσο και από τους Σκανδιναβούς της Ε.Ε. (Δανία, Σουηδία) που επιμένουν στην επιλογή των δανείων και απορρίπτουν τις επιδοτήσεις. Ωστόσο από τη στιγμή που η Μέρκελ συναίνεσε στη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, Ευρωπαίοι παράγοντες θεωρούν ότι οι ενστάσεις θα καμφθούν και το συνολικό εγχείρημα θα προχωρήσει βάσει της χθεσινής συμφωνίας.
Οι εξελίξεις αυτές εμβαθύνουν τις σχέσεις των μελών της Ενωσης και δημιουργούν συνθήκες ανάκαμψης, καθώς δεν θα υπάρξει νέος γύρος αύξησης του δημοσίου χρέους που θα αποσταθεροποιούσε τις ήδη «φορτωμένες» χώρες του Μεσογειακού Νότου.
Η ελληνική κυβέρνηση ακολούθησε συνετή γραμμή καθ’ όλη τη διάρκεια των διαβουλεύσεων. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συνυπέγραψε μαζί με άλλους 8 Ευρωπαίους ηγέτες το αίτημα για έκδοση ευρωομολόγων γνωρίζοντας ότι σε αυτή τη φάση θα ήταν δύσκολο να υλοποιηθεί με δεδομένες τις αντιρρήσεις του Βορρά. Ωστόσο η θέση του υπέρ της επίτευξης μιας συμβιβαστικής λύσης, στην οποία βασικό στοιχείο της χρηματοδοτικής ενίσχυσης θα είναι οι επιχορηγήσεις και όχι ο δανεισμός, καλύπτεται σε μεγάλο βαθμό από τη συμφωνία Μέρκελ-Μακρόν.
Η Ελλάδα βγαίνει από μία πολύχρονη οικονομική κρίση και δεν θα άντεχε πρόσθετα βάρη στο δημόσιο χρέος. Ο κ. Μητσοτάκης το είχε πει ευθαρσώς, «καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν θα δεχθεί μνημόνιο για να λάβει δάνεια από τον ESM».
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Η επιτυχής διαχείριση του υγειονομικού σκέλους της κρίσης δημιουργεί τις συνθήκες για την επιστροφή της Ελλάδας στον δρόμο της ανάπτυξης. Η κάλυψη των απαιτούμενων κεφαλαίων για την ενίσχυση κλάδων της οικονομίας μπορεί να γίνει με κοινοτική αρωγή, όπως θα συμβεί και με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. Ακόμη δεν γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες, όπου πολλές φορές κρύβεται ο διάβολος, αλλά αυτή τη φορά δεν είμαστε μόνοι μας και κυρίως δεν είμαστε οι «επισπεύδοντες», όπως συμβαίνει με τη Μαδρίτη και τη Ρώμη που μετρούν δεκάδες χιλιάδες νεκρούς και οι οικονομίες τους έχουν διαλυθεί από την πανδημία.
Η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζεται πια ως «μαύρο πρόβατο», τα ομόλογά μας προστατεύονται από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ και οι τίτλοι των τραπεζών γίνονται αποδεκτοί κατ’ εξαίρεση από τη Φρανκφούρτη.
Μπορεί ο κορονοϊός να «χτύπησε» ακριβώς στη φάση που όλοι περίμεναν την ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας, όμως το γεγονός ότι αποφύγαμε τραγωδίες τύπου Ισπανίας ή Ιταλίας (με σοβαρότατες επιπτώσεις για τον δυνητικό τους τουρισμό) αλλά και ότι η Ευρώπη, έστω και με αργά βήματα, αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να δράσει από κοινού πριν κλονισθούν τα θεμέλια του οικοδομήματος, δημιουργούν ελπίδες ότι οι δυσκολίες θα είναι πρόσκαιρες και ότι η χώρα μας θα πετύχει άλματα προόδου τους επόμενους μήνες.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση