Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Σύμφωνα με έρευνα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), οι Ελληνες που μετανάστευσαν για οικονομικούς λόγους προέρχονται από το πιο παραγωγικό τμήμα της κοινωνίας, με τους μισούς περίπου να βρίσκονται στη δυναμική ηλικία των 25-44 ετών και σχεδόν το 70% να είναι απόφοιτοι ανώτατης εκπαίδευσης.
Η Ελλάδα σπουδάζει τα παιδιά της αλλά δεν μπορεί να τα κρατήσει. Το ανησυχητικό είναι ότι ένας μεγάλος αριθμός των νέων που έφυγαν δεν σκοπεύουν να επιστρέψουν παρά μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Η αφαίμαξη αυτή δημιουργεί τον κίνδυνο να εγκλωβιστεί η οικονομία σε έναν φαύλο κύκλο περιορισμένης παραγωγικής βάσης, χαμηλής προστιθέμενης αξίας και μικρών αμοιβών.
Βάσει της ίδιας έρευνας, οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης το 2018 είχαν δηλώσει καθαρό μέσο ετήσιο εισόδημα 12.320 ευρώ, όταν δέκα χρόνια νωρίτερα είχαν αποδοχές 19.280 ευρώ. Η διαφορά σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης ξεπερνά το 50%, κάτι που εξηγεί τη φυγή στο εξωτερικό των νέων επιστημόνων. Επιπλέον, η χώρα μας είναι ουραγός σε ό,τι αφορά τη δημιουργία υψηλά αμειβόμενων θέσεων. Ο ΣΕΒ εκτιμά ότι μόνο το 5% των θέσεων εργασίας στη χώρα μας κατατάσσεται στο συγκεκριμένο επαγγελματικό προφίλ (όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 21%). Αντιθέτως, η Ελλάδα καταλαμβάνει τη δεύτερη υψηλότερη θέση σε ό,τι αφορά τις θέσεις εργασίας κακής ποιότητας, με 41%, έναντι μέσου όρου στην Ε.Ε. 20%. Δηλαδή οι Ελληνες τείνουν να εργάζονται σε εργασίες υψηλών απαιτήσεων από πλευράς ωραρίου και έντασης που όμως δεν προσφέρουν αντίστοιχες ευκαιρίες και αμοιβές.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Για να αλλάξει αυτή η κατάσταση και να μπει κατ’ αρχάς φρένο στην οικονομική μετανάστευση επιστημόνων και επαγγελματιών, δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις, παρά μόνο μία επιλογή. Να αυξηθεί η απασχόληση μέσω επενδύσεων, όχι μόνο από τους μεγάλους ξένους ομίλους, αλλά και από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Οι επενδύσεις όμως προϋποθέτουν τη λειτουργία ενός τραπεζικού συστήματος που θα ενισχύει την παραγωγική βάση της χώρας και θα χρηματοδοτεί επενδυτικές πρωτοβουλίες. Μέχρι τώρα οι τράπεζες δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτή την ανάγκη, με αποτέλεσμα να μη λειτουργούν πολλαπλασιαστικά στην ενεργό οικονομία.
Ο πρωθυπουργός έχει τονίσει ότι η λύση στην ανεργία θα προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα, επομένως εκεί θα κριθεί και η αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής, ώστε από το brain drain να περάσουμε στον επαναπατρισμό των νέων του εξωτερικού. Το πολιτικό και οικονομικό κλίμα έχει βελτιωθεί, οι «τρέλες» του πρώτου εξαμήνου του 2015 έχουν μπει στο περιθώριο, αυτό που μένει πλέον είναι η επενδυτική έκρηξη…
Τι ψηφίζει η αντιπολίτευση;
Ενδιαφέρουσα η έρευνα του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών (επικεφαλής μελετητής ο κ. Κωνσταντίνος Σαραβάκος) σχετικά με τη διαχρονική συμπεριφορά των κομμάτων της αντιπολίτευσης απέναντι στα κυβερνητικά νομοσχέδια.
Σύμφωνα με την έρευνα, τα κόμματα που βρέθηκαν στην αξιωματική αντιπολίτευση κατά την περίοδο 2004-2019 δεν εμφανίζεται να διατηρούν ενιαία και σταθερή στάση απέναντι στο νομοθετικό έργο της πλειοψηφίας. Το μικρότερο ποσοστό υπερψήφισης κυβερνητικών νομοσχεδίων σημείωσε ο ΣΥΡΙΖΑ (την περίοδο 2012-2015), καθώς επέλεξε το μοντέλο της τυφλής σύγκρουσης, και το μεγαλύτερο η Ν.Δ., η οποία ακόμη και την περίοδο του Γιώργου Παπανδρέου ψήφιζε τα μισά κυβερνητικά νομοσχέδια, δείχνοντας διάθεση σχετικής συναίνεσης. Συγκεκριμένα, η συμπεριφορά των κομμάτων της αξιωματικής αντιπολίτευσης από το μικρότερο στο μεγαλύτερο ποσοστό υπερψήφισης ήταν η εξής: ΣΥΡΙΖΑ 12% (απέναντι στη συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜ.ΑΡ., 2012-2015), ΠΑΣΟΚ 24% (απέναντι στη Ν.Δ., 2007-2009), ΣΥΡΙΖΑ 32% (απέναντι στη Ν.Δ., 2019), ΠΑΣΟΚ 36% (απέναντι στη Ν.Δ., 2004-2007), Ν.Δ. 41% (απέναντι στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ., 2015), Ν.Δ. 51% (απέναντι στην κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, 2009-2011) και Ν.Δ. 53% (απέναντι στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ., 2015-2019).
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση