Γράφει ο Στέφανος Τζανάκης
Μπορεί κάτι τέτοιο να συγκινεί μία μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, η οποία είδε με μισό μάτι τη συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ, αλλά γιατί μία τέτοια εξέλιξη θα είναι υπέρ των ελληνικών συμφερόντων; Κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα είναι: ανεξαρτήτως του πώς βλέπει κανείς τις Πρέσπες – και πέρα από τις μεγάλες αβαρίες για τα ελληνικά συμφέροντα που προβλέπει – η εκκίνηση της ενταξιακής πορείας των Σκοπίων θα ήταν ένα μεγάλο όπλο για τη χώρα μας.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Γιατί θα ήταν όπλο; Διότι ναι μεν η έναρξη -ακόμα και μία συγκεκριμένη υπόσχεση για το ξεκίνημα των διαπραγματεύσεων- θα ήταν ένα πολύ καλό «χαρτί» για τον Ζόραν Ζάεφ, όμως η πορεία ως την ολοκλήρωσή της θα έδινε αρκετούς άσους στην Ελλάδα, η οποία θα μπορούσε να ζητά διασφαλίσεις σε όλα τα επίπεδα. Αλλωστε, κάτι τέτοιο είχε προαναγγείλει ο Κυριάκος Μητσοτάκης εν όψει της έναρξης των συζητήσεων μεταξύ ενωμένης Ευρώπης και «Βόρειας Μακεδονίας».
Η Ελλάδα είχε επιχειρήσει κάτι τέτοιο -σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, εννοείται- και το 1999, όταν ευνόησε την ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας, τρία χρόνια μετά τα Υμια. Η λογική πίσω από το ελληνικό «ναι» ήταν έτσι οι γείτονες θα οδηγούνταν σε έναν γενικό εκδημοκρατισμό – που θα ψαλίδιζε τις επεκτατικές τους βλέψεις. Βέβαια, τα πάντα ακυρώθηκαν από την ίδια την Τουρκία – όταν ο Ερντογάν αντιλήφθηκε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει δεκτός από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Τα Σκόπια, πλέον, οδηγούνται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στο ράφι της διεύρυνσης – με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις εσωτερικές τους πολιτικές εξελίξεις. Από την άλλη πλευρά, πρόκειται για μία αδύναμη χώρα, που όντας πια μέλος του ΝΑΤΟ, δεν έχει καν την επιλογή να κοιτάξει προς τη Ρωσία. Επομένως, όποιος κι αν επικρατήσει εκεί, δύσκολα θα ξεφύγει από τον ευρωπαϊκό δρόμο – κι ας έχει μεγάλες λακκούβες.
Από την έντυπη έκδοση
*Ο Στέφανος Τζανάκης είναι διευθυντής έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου