Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΙ περίπου 5 χρόνια από τότε που κατέστη σαφές τι πραγματικά ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Οχι μόνο στο επίπεδο της ανύπαρκτης πολιτικής του, της εντυπωσιακής άγνοιας και του απερίγραπτου ερασιτεχνισμού. Αλλά και σε ανθρώπινο, ηθικό επίπεδο. Περίπου 5 χρόνια από τότε που άρχισε να αποκαλύπτεται πόση βουλιμία για την εξουσία και πόση ιδιοτέλεια κρύβονταν πίσω από το αξεπέραστο «ηθικό πλεονέκτημα». Πέρασαν περίπου 5 χρόνια από τότε που το «παραδικαστικό» όρμησε εναντίον της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, με στόχο να την καθυποτάξει. Και πέρασαν περίπου 5 χρόνια από τότε που ξεκίνησε το «επικό ντου» στον κρατικό κορβανά, με αδέλφια, ξαδέλφια, συζύγους, συμβίους, ανίψια και απλώς γνωστούς.
ΠΕΡΙΠΟΥ τότε εμφανίστηκε -κυρίως στο Διαδίκτυο- ένας χαρακτηρισμός, ο οποίος φιλοδοξούσε να περιγράψει και να χαρακτηρίσει αυτό που άρχισε να συμβαίνει στη χώρα. Ο υπερβολικός -κατά την ταπεινή γνώμη μου-χαρακτηρισμός «κατσαπλιάδες». Προϊόντος του χρόνου, ο εν λόγω χαρακτηρισμός άρχισε να χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο στο Διαδίκτυο, κερδίζοντας θέση και στις καθημερινές συζητήσεις. Ελαμψε διά της απουσίας του όμως -και ορθώς- από τον επίσημο δημόσιο διάλογο. Ακόμα και σε στιγμές μεγάλης πολιτικής έντασης, ουδείς εξ αυτών που θα μπορούσαν θεωρητικά να τον υιοθετήσουν -θεωρώντας τον εύστοχο- δεν τον χρησιμοποίησε και δεν τον ενέταξε στον πολιτικό λόγο του.
ΠΕΡΙΠΟΥ πέντε χρόνια μετά, χθες, ο Α. Τσίπρας, σε μια προσπάθειά του να διασκεδάσει τον «πολιτικό επαρχιωτισμό» του κόμματός του, χρησιμοποίησε ο… ίδιος το χαρακτηρισμό και μάλιστα απολογητικά: «4.5 χρόνια κυβερνήσαμε, δεν είμαστε …κατσαπλιάδες», είπε μισοϋπερήφανα ο τέως πρωθυπουργός, θέλοντας να υπερηφανευτεί (;) ότι μιλάει ακόμα με Ευρωπαίους αξιωματούχους, μεταξύ αυτών και την κ. Βεστάγκερ. Στην αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται η υπόθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού και της κ. Θάνου.
Ο Α. ΤΣΙΠΡΑΣ ήταν προφανές ότι ήθελε να απαξιώσει το χαρακτηρισμό, βάζοντάς τον στο στόμα του. Η κακή ψυχολογία στην οποία φαίνεται ότι είναι ακόμα δεν του επέτρεψε να καταλάβει ότι παρέβη έναν βασικό κανόνα της πολιτικής επικοινωνίας: «Ποτέ δεν επαναλαμβάνουμε χαρακτηρισμούς ή κατηγορίες που μας αποδίδονται. Απλώς τους καταρρίπτουμε». Γιατί επαναλαμβάνοντάς τους είναι σαν να τους υιοθετείς. Βάζοντάς τους στο στόμα σου, έστω και για να τους καταρρίψεις, τους «εκφωνείς». Είναι σαν να το λες κι εσύ αυτό το αρνητικό που σου προσάπτουν οι άλλοι, οι αντίπαλοι. Πόσω μάλλον όταν το λες και απολογητικά.
ΠΕΡΑΝ, όμως, από αυτό το βασικό επικοινωνιακό λάθος, στην απολογητική αναφορά του Α. Τσίπρα υπάρχει και κάτι άλλο, ίσως πιο σημαντικό. Τόσο ο ίδιος όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ -δι’ αυτού- αποδεικνύεται ότι όλο αυτό το διάστημα «κουβαλούσαν» βαθιά μέσα τους τη μομφή και το άγος που φέρει ο χαρακτηρισμός «κατσαπλιάδες». Αθελά του ο Α. Τσίπρας, εισάγοντας στο διάλογο αυτόν το βαρύ χαρακτηρισμό, που ως χθες ήταν εξοβελισμένος από την κοινοβουλευτική συζήτηση, του έδωσε ένα είδος «πολιτικής νομιμοποίησης». Κι ενδεχομένως επέτρεψε να αισθανθούν «δικαιωμένοι» όσοι τον χρησιμοποιούσαν, είτε στις ανεπίσημες συζητήσεις τους είτε σαν τρολ του Διαδικτύου.
Στο βαθύ λάκκο της Novartis
Τουλάχιστον εντυπωσιακή ήταν η αμηχανία του Α. Τσίπρα όταν χθες στη Βουλή χρειάστηκε να «απαντήσει» για τη Novartis, μετά και την 6η αρχειοθέτηση. Τι είπε ουσιαστικά; Είπε κάτι σαν, πώς μιλάτε για σκευωρία, αφού οι ίδιοι εισαγγελείς που έστειλαν την υπόθεση στη Βουλή, οι ίδιοι την αρχειοθετούν…
Τραμπ, Μπάιντεν και το δράμα των ομήρων
Θα ήταν ακλόνητο επιχείρημα αν δεν είχε την ηθελημένη παιδαριώδη αφέλεια και τη συνειδητή υποκρισία που είχε. Η κατηγορία για τη σκευωρία της Novartis αφορά ίσως και δικαστικούς λειτουργούς -αυτό μένει να αποδειχθεί- αλλά αφορά κυρίως εκείνους που είχαν τη δυνατότητα να τη «στήσουν». Αφορά το «παραδικαστικό», το οποίο είχε σαφή πολιτική κάλυψη και καθοδήγηση από πολιτικά πρόσωπα. Δεν αντενέργησαν κάποιοι δικαστικοί λειτουργοί. Μόνο με υψηλή πολιτική καθοδήγηση μπορούσε να στηθεί η σκευωρία. Κι αφού την έστησαν ίσως βρήκαν μετά και πρόθυμους δικαστικούς λειτουργούς να αναλάβουν τη «λάντζα».
Γι’ αυτό και ο Κ. Μητσοτάκης, απαντώντας στον Α. Τσίπρα, του είπε το προφανές: «Δεν κατηγορήσαμε ποτέ δικαστές για τη σκευωρία. Εσάς κατηγορήσαμε». Ο Α. Τσίπρας έκανε πως δεν κατάλαβε, ακριβώς γιατί έχει καταλάβει καλά. Η παταγώδης κατάρρευση του «σκανδάλου Novartis» οδηγεί με ιλιγγιώδη ταχύτητα στην ανάγκη διερεύνησης της σκευωρίας. Κι αυτό σημαίνει ότι η Novartis, αντί για «λάσο» που ήταν για να «πιαστούν» οι «εχθροί», έγινε «θηλιά» στο λαιμό του «καουμπόη». Ο οποίος πλέον βρίσκεται εντός του βαθέως λάκκου που έσκαψε το «καραβάνι» του…
Ένα μεταπτυχιακό
Οργισμένος εμφανίστηκε ο Α. Τσίπρας για τις φήμες που κυκλοφορούν στο σκοτεινό κόσμο του Διαδικτύου ότι φοίτησε στο ΕΜΠ «με μεταγραφή από τη Βουλγαρία». Κατέστησε σαφές ότι μπήκε με πανελλαδικές εξετάσεις και δήλωσε υπερήφανος που φοίτησε σε ένα από τα επτά καλύτερα Πολυτεχνεία του κόσμου. Αναφέρθηκε όμως και στο μεταπτυχιακό του, δημιουργώντας μια ελαφρά σύγχυση αν είναι στην Πολεοδομία και τη Χωροταξία ή για τις «ευέλικτες μορφές απασχόλησης και η έντασή τους στην Ε.Ε. και την Ελλάδα. Εστίαση στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη του Περάματος».
Ωστόσο, ανεξαρτήτως του θέματος της διπλωματικής του, αξίζει να σημειωθεί ποια ήταν η σύνθεση των καθηγητών που επέβλεπαν: 1. Αρ. Μπαλτάς (μετέπειτα υπ. Παιδείας και Πολιτισμού στις κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ.), 2. Ντίνα Βαΐου (υποψήφια ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και τακτική αρθρογράφος της «Αυγής»), 3. Σοφία Αυγερινού (στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ), 4. Μαρία Καραμεσίνη (υποψήφια ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και μετέπειτα διοικητής του ΟΑΕΔ).
Απορίες
1. Υπάρχει πιο ειλικρινής κι έντιμη εικόνα από την εικόνα του Π. Πολάκη ως κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ, δίπλα στον Α. Τσίπρα;
2. Και καλά, την «μπατιρισμένη κ@@λ@» την παρουσίασε αυτοπροσώπως ο Κ. Ζουράρις στη Βουλή. Την οικονομικά ανερχόμενη γιατί την αμέλησε;
3. Δηλαδή, όταν η κ. Θάνου ως εν ενεργεία πρόεδρος του Α.Π. ενημέρωνε (8/7/2015) τους Ευρωπαίους ομολόγους της για το τι «σήμαινε» το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, είχε αρχίσει να είναι ανεξάρτητη ή αυτό συνέβη μετά;