Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Πρέπει πάντως να ομολογήσω ότι και οι τόνοι έχουν χαμηλώσει και τα επιχειρήματα των υπερασπιστών ηχούν σε ώτα μη ακουόντων. Γιατί; Επειδή ο πολίτης έχει πλέον συνειδητοποιήσει ότι αυτά που λέγονται προς υπεράσπιση του ασύλου είναι μάλλον υπέρ της κατάργησής του. Διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι θα μπορούν αστυνομικές δυνάμεις με ένα τηλεφώνημα να μπαίνουν στον πανεπιστημιακό χώρο και να συλλαμβάνουν τους μπαχαλάκηδες, τα βαποράκια, τους εμπόρους ναρκωτικών.
Μια σύντομη ιστορία: Το 2015 στο ύψος του Κεραμεικού πλησιάζει από την αριστερή πλευρά ένα παπάκι. Ο συνοδηγός με μια σιδερογροθιά σπάζει το δεξιό τζάμι και αρπάζει την τσάντα μου. Το τι τρόμαξα δεν περιγράφεται. Χρήματα δεν έχω ποτέ μαζί μου. Είχα όμως ένα σωρό έγγραφα, τις τραπεζικές κάρτες, το δίπλωμα οδήγησης, το κινητό μου, τα γυαλιά μου, τουτέστιν όλα όσα μου είναι απαραίτητα. Αποφάσισα ότι θα τους κυνηγούσα μη και τους αναγκάσω να πετάξουν την τσάντα. Κατεβήκαμε με ταχύτητα την Ιερά Οδό και τους πλησίασα. Και τι έγινε; Εκαναν στροφή και μπήκαν Γεωπονική. Ποιος να τους συλλάβει; Ο φύλακας που δεν υπήρχε στην είσοδο, το «εκατό» αν τηλεφωνούσα ή εγώ; Οταν είδαν ότι σταμάτησα την καταδίωξη, σταμάτησαν κι εκείνοι κάνοντάς μου χυδαίες χειρονομίες. Η Γεωπονική τους προστάτευε με το άσυλο. Εμένα όχι, παράδειγμα της καθημερινής τρέλας που βιώσαμε εξαιτίας της εμμονής των αριστερών.
H Οξφόρδη και το σύνδρομο της Κίνας
Ηθελα να ήξερα τους κυνηγά κανείς; Γιατί ανάμεσα στους διαμαρτυρόμενους για την κατάργηση από τον Κυριάκο «των οσίων της δημοκρατίας» είναι κι ένας συμφοιτητής μου νυν καθηγητής ΑΕΙ – από τον καιρό εκείνο που η χούντα βρισκόταν στα τελευταία της κι ήμαστε φοιτητές, εγώ στο τελευταίο έτος της Φιλοσοφικής κι εκείνος της Νομικής. Θα ήθελα να τον ρωτήσω αν νιώθει ότι ξαφνικά το πρωί αντί του γαλατά θα μπουκάρει ο αστυφύλαξ, θα μας πετάξει στο φορτηγάκι να μας πάει στο «σπουδαστικό» της Μπουμπουλίνας. Γιατί αν νιώθει έτσι είναι ένα από τα άμεσα συμπτώματα του γήρατος: Γυρνάμε στα παλιά που ζήσαμε και αποκοβόμαστε από τα παρόντα…
Αν έχουμε κάτι κατακτήσει από τη Μεταπολίτευση κι εδώ, ήδη 45 έτη συναπτά, είναι ότι έχουμε κατακτήσει την ελευθερία να εκφραζόμαστε όπως θέλουμε. Να ασκούμε κριτική, να διαμαρτυρόμαστε. Και αυτό γίνεται στη… διαπασών στους πανεπιστημιακούς χώρους. Ομως το να μπαίνει μια δράκα φοιτητών -με ερωτηματικό- και να διαλύει εκλογή καθηγητή, το να ανεβαίνουν από τη σκάλα σαν φαντάσματα στα γραφεία, να σπάζουν με τσεκούρι την πόρτα, να διαλύουν κομπιούτερ και ό,τι εξοπλισμό υπάρχει επειδή δεν τους αρέσει ο καθηγητής ή να τον κτίζουν με τσιμεντόλιθους μέσα στο γραφείο ή να δέρνουν τον πρύτανη σπάζοντας και τα πάντα, δεν θα το έλεγα και… ελευθερία ή σεβασμό στη διαφορετική άποψή του, στην ιδεολογία του.
Με ένα λόγο δεν γίνεται σε κράτος Δικαίου το άσυλο να είναι ο προστάτης των κακοποιών, των μπαχαλάκηδων, των αριστεριστών. Αν νομίζουν οι υπερασπιστές τους ότι είναι πιο δημοκρατικοί από μας που απαιτούμε την κατάργησή του ας ξανασκεφτούν πότε η βία ήταν αδελφή της Δημοκρατίας.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου