Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Αυτό το ξέσπασμα θα είχε νόημα πριν από μια δεκαετία, όταν τα κινεζικά εργοστάσια με τους εργάτες-σκλάβους κατασκεύαζαν κατ’ αποκλειστικότητα ρούχα, παπούτσια και αθλητικά είδη για λογαριασμό αμερικανικών πολυεθνικών.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Τώρα όμως η Κίνα έχει αποκτήσει τα δικά της… Ντιτρόιτ, λόγω του ανταγωνισμού άλλων ασιατικών χωρών στη γειτονιά της. Κάποτε πράγματι ο μέσος Κινέζος εργάτης αμειβόταν με 1 δολάριο την ώρα. Ομως σε πολλές επιχειρήσεις το κατώτατο ωρομίσθιο αυξήθηκε στα 2-3 δολάρια χάρη στους μαζικούς (και συχνά αιματηρούς) συνδικαλιστικούς αγώνες. Ετσι, μετά το Μίσιγκαν, οι αμερικανικές φίρμες εγκαταλείπουν τη βιομηχανική ζώνη της Γκουαντόνγκ για πιο «εύκρατες» ζώνες κερδοφορίας, όπως το Μπαγκλαντές, η Καμπότζη και (τι ειρωνεία!) το Βιετνάμ. Στο μεγαλύτερο ίσως εργασιακό Νταχάου του πλανήτη, το Μπαγκλαντές, οι «σκλάβοι» των εταιριών ένδυσης αμείβονται με 17 δολάρια τη βδομάδα. Περίπου 50 σεντς την ώρα παίρνουν στην Καμπότζη όσοι ράβουν φούτερ, τζιν και παπούτσια για τα αμερικανικά mall, συχνά υπό την απειλή της αστυνομικής βίας.
Οσο για το Βιετνάμ, είναι πια αγαπημένος προορισμός της Nike και δεύτερη χώρα κατασκευής εισαγόμενων αμερικανικών ρούχων. Φυσικά το 40% των φτηνών αμερικανικών ενδυμάτων εξακολουθεί να κατασκευάζεται στην Κίνα. Ομως όλο και περισσότερες μάρκες, όπως η Gap, η Νike, ακόμη και η… Donald Trump Collection, ανακαλύπτουν τη γοητεία των «φτηνών εργασιακών παραδείσων» που προαναφέραμε.
Πώς λοιπόν να μην κατηγορήσουν τον Τραμπ οι «New York Times» ότι βάζοντάς τα με την Κίνα στο ντιμπέιτ, «ξελαρυγγιαζόταν για προβλήματα του χθες»;
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου