Γράφει ο Πάνος Αμυράς
Η επίτευξη δημοσιονομικών υπερπλεονασμάτων που προβάλλεται από το Μαξίμου ως ένα σημαντικό δημοσιονομικό επίτευγμα είναι αποτέλεσμα της άγριας φορολόγησης ιδίως των οικονομικά ασθενέστερων μέσω της εκτίναξης των έμμεσων φόρων.
Οι αναπτυξιακοί στόχοι της περιόδου 2015-2018 έχουν χαθεί και το περίφημο «ελατήριο» της οικονομίας που περίμενε ο πρωθυπουργός για να απογειωθεί η χώρα ξεχαρβαλώθηκε από τη μεταρρυθμιστική άπνοια και τη συσσώρευση φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών στις επιχειρήσεις. Αλλωστε το πετσόκομμα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων αλλά και των δαπανών που κατευθύνονται σε υγεία και κοινωνικό κράτος αποτελεί συνηθισμένη πρακτική του υπουργείου Οικονομικών προκειμένου να εμφανιστούν τα υπερπλεονάσματα που επιζητούν οι δανειστές για να εισπράξουν τους τόκους των δανείων τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το ΑΕΠ το 2018 αυξήθηκε μόλις κατά 1,9% έναντι αρχικού στόχου 2,7% ενώ η ιδιωτική κατανάλωση επέστρεψε στα επίπεδα του 2014. Και όμως το Μαξίμου θεωρεί ότι η οικονομία είναι το «δυνατό χαρτί» του Τσίπρα και ικανό για να αλλάξουν οι συσχετισμοί των πολιτικών δυνάμεων εν όψει κάλπης. Συγχέουν τη θεαματική βελτίωση των αμοιβών που λαμβάνουν τα μέλη του κομματικού κυκλώματος από αργομισθίες, εικονικές υπερωρίες και άλλα «τυχερά» με τη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες.
Η τελευταία έρευνα της Marc για λογαριασμό της ΓΣΕΒΕΕ δείχνει ότι η κυβέρνηση έχει απέναντί της ένα «βουνό» κοινωνικής και οικονομικής δυσαρέσκειας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το 52% των νοικοκυριών αναμένει επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης και το 34% εκτιμά ότι θα παραμείνει σταθερή, ενώ μόνο το 11,3% αναμένει βελτίωση των οικονομικών του. Δηλαδή το 86% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι φέτος η χρονιά θα είναι χειρότερη ή στάσιμη και μόνο ένας στους δέκα δηλώνει αισιόδοξος.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Οι αρνητικές προσδοκίες των νοικοκυριών έχουν χαμηλώσει και τον πήχυ του επιπέδου διαβίωσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού που πλησιάζει το 32% δηλώνει ότι θα μπορούσε να καλύψει τις βασικές του ανάγκες διαβίωσης με εισόδημα κάτω των 1.000 ευρώ. Πάνω από τα μισά νοικοκυριά δηλώνουν ότι το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για όλο τον μήνα.
Για αυτά τα νοικοκυριά το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί κατά μέσο όρο για 19 ημέρες. Το μεγαλύτερο πρόβλημα καταγράφεται στις πολυμελείς οικογένειες όπου το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για όλο τον μήνα σε ποσοστό 62,6 %. Οπως είναι επόμενο, τα ελληνικά νοικοκυριά αδυνατούν να αποταμιεύσουν. Εννιά στις 10 οικογένειες δήλωσαν ότι δεν έχουν διαθέσιμα για αποταμίευση. Τα δύο αυτά ευρήματα εξηγούν σε μεγάλο βαθμό και τις χαμηλές προσδοκίες των νοικοκυριών για το μέλλον.
Επιπλέον το 44% των νοικοκυριών δήλωσε μείωση εισοδημάτων το 2018 σε σχέση με το 2017 ενώ ένα αυξανόμενο ποσοστό (49% έναντι 35,6% που είχε βρεθεί στην έρευνα του 2017) κατέγραψε σταθεροποίηση της εισοδηματικής του κατάστασης. Αύξηση εισοδημάτων δήλωσε το 7,1% των νοικοκυριών. Γενικώς η κυβέρνηση θεωρεί τη σταθεροποίηση των συνθηκών διαβίωσης σε χαμηλότερα επίπεδα ως βελτίωση και την επίτευξη των στόχων του 2014 ως επιτυχία. Για αυτό και προπαγανδίζει την άνοιξη της οικονομίας, που όμως δεν γίνεται αντιληπτή από τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών.
Ο κ. Τσίπρας για άλλη μία φορά συγκρούεται με την πραγματικότητα και το αποτέλεσμα θα το δει στις κάλπες. Για την ακρίβεια σε όλες τις κάλπες.
Ο Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου