Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Νομίζω πως δεν υπάρχει κανείς λογικός που θα μπορούσε να διαφωνήσει με τις δύο αυτές πρωτοβουλίες ούτε να αμφισβητήσει τις καλές τους προθέσεις, αν και πολλοί θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την ικανότητά τους. Και κυρίως αναφερόμαστε στο πρόγραμμα εκπαίδευσης των προσφυγόπουλων, το οποίο έχει αντικειμενικές δυσκολίες αλλά και πολλά κακά προηγούμενα, αν σκεφτούμε τις συνθήκες που επικρατούν στα περισσότερα κέντρα φιλοξενίας.
Το υπουργείο πάντως δηλώνει πως κάνει ό,τι μπορεί για την ομαλή έναρξη του προγράμματος εκπαίδευσης των προσφυγόπουλων. Υπόθεση καθόλου εύκολη, αν αναλογιστούμε πως θα χρειαστεί ικανός αριθμός εκπαιδευτικών που να κατέχει τις μητρικές γλώσσες των παιδιών και να μπορεί να διδάξει και τα ελληνικά ως ξένη γλώσσα. Επίσης, η διδασκαλία θα γίνεται σε δομές υποδοχής είτε στα κέντρα φιλοξενίας, που σημαίνει δημιουργία κατάλληλων υποδομών σε χώρους ήδη ακατάλληλους είτε σε σχολεία στα οποία προφανώς θα πρέπει να δημιουργηθούν ανάλογες υποδομές.
Απαιτούνται επίσης η επιμόρφωση των συντονιστών εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών, η έκδοση σχολικών εγχειριδίων κ.ά. Η χρηματοδότηση λέγεται πως έχει εξασφαλιστεί. Άρα, αυτό που ζητείται είναι η σωστή οργάνωση του εγχειρήματος.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Δυστυχώς η εμπειρία από τη διαχείριση του προσφυγικού κύματος όλους τους προηγούμενους μήνες δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Το σχεδόν χαοτικό σύστημα διαχείρισης ανάμεσα στα συναρμόδια υπουργεία Μεταναστευτικής Πολιτικής, Προστασίας του Πολίτη και Ναυτιλίας με το Συντονιστικό Όργανο και τις ασυντόνιστες ΜΚΟ, με τους αποδιοργανωμένους εθελοντές και με τις εμφανείς ελλείψεις σε μέτρα καθαριότητας και υγιεινής και σε εμβολιασμούς είναι ένα εκρηκτικό μείγμα.
Το μόνο που θα μπορούσε να «σώσει» το υπουργείο Παιδείας είναι ότι πλέον γνωρίζουν καλά τα λάθη τους και ίσως τα παθήματα να τους γίνουν μαθήματα αλλά και ότι δεν αναμένονται πολλές αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες, αφού πρόκειται για παιδιά. Οσο για τις αναμενόμενες ρατσιστικές φωνές που θα «καλλιεργηθούν» με ή χωρίς τη βοήθεια της Χρυσής Αυγής, εκτιμάται πως θα είναι περιορισμένες.
Πάντως, με όλα αυτά τα ανοιχτά μέτωπα που έχει το υπουργείο, το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσει και τα χιλιάδες κενά στα σχολεία όλης της χώρας, επιμένει να ανοίγει και άλλα. Από την αναμόρφωση του μαθήματος των Θρησκευτικών και τώρα της Ιστορίας μέχρι το νέο σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια, τον «έλεγχο» στην ιδιωτική εκπαίδευση και πάει λέγοντας. Μήπως υπερεκτιμά τις δυνάμεις του και κυρίως τις αντοχές μας;
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι Αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου