Το 2015 διαπραγματευόταν για να σκίσει τα Μνημόνια, τον Σεπτέμβριο του 2016 για τη μη εφαρμογή τους, το 2017 για τη μη ψήφιση πρόσθετων μέτρων και τώρα για τη μη εφαρμογή όσων έχει η ίδια νομοθετήσει.
Το προσχέδιο του νέου Κρατικού Προϋπολογισμού, που κατατέθηκε χθες στη Βουλή από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, δεν μας καθιστά σοφότερους. Το μείζον ζήτημα των συντάξεων, το οποίο αφορά εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες, δεν αποσαφηνίζεται.
Κι αυτό γιατί η κυβέρνηση έχει υποβάλει δύο εναλλακτικά σενάρια. Το πρώτο προβλέπει την περικοπή των συντάξεων για τους παλαιούς συνταξιούχους έως και 18%, που θα οδηγήσει σε πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% το 2019. Και το δεύτερο σενάριο είναι χωρίς τη μείωση των συντάξεων και με πλεόνασμα λίγο υψηλότερο του 3,5%.
Κανείς δεν ξέρει ποιο σενάριο θα υλοποιηθεί και τι θα συμβεί τελικά με τις συντάξεις. Και η αβεβαιότητα αυτή δείχνει ότι, στην πραγματικότητα, η καθαρή έξοδος δεν ήταν και τόσο καθαρή, όπως υποστήριζε το Μαξίμου μετά τη λήξη του χρηματοδοτικού προγράμματος στις 21 Αυγούστου.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
Η κυβέρνηση έχει αναλάβει πολλές δεσμεύσεις με υπογραφές της και καθώς πλησιάζουμε προς το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών αντιδρά προκειμένου να μην υποστεί το πολιτικό κόστος των νόμων της.
Επαναλαμβάνουμε ότι η μείωση των συντάξεων είναι ένα άδικο μέτρο, το οποίο όμως εφαρμόζεται ήδη σε όλους τους συνταξιούχους που αποχωρούν μετά την εφαρμογή του νόμου Κατρούγκαλου του 2016.
Το ασφαλιστικό επιδεινώθηκε στα χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ γιατί η οικονομία διολίσθησε αρχικά στην ύφεση και έχασε όλους τους αναπτυξιακούς στόχους, ενώ η πρωτοφανής υπερφορολόγηση είχε ως αποτέλεσμα χιλιάδες επαγγελματίες είτε να φύγουν από την Ελλάδα είτε να αναστείλουν τη δραστηριότητά τους.
Οι συντάξεις δεν πρέπει να μειωθούν, αλλά οι ταχυδακτυλουργίες Τσακαλώτου δεν μπορούν να πείσουν όσο η Ελλάδα υποχωρεί σε ρυθμό ανάπτυξης.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]