Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Σε μήνυμα του προέδρου του Συνδέσμου Θ. Φέσσα στο συνέδριο «Το μέλλον της εργασίας μετά το Μνημόνιο», σημειώνεται πως η επιστροφή στο καθεστώς εργασιακών ρυθμίσεων που ίσχυε πριν από την κρίση είναι μια «ανιστόρητη ουτοπία που δεν έχει καμία σχέση με την οικονομική πραγματικότητα της χώρας μας». Και προσθέτει πως «οι ευέλικτες μορφές εργασίας δεν είναι ανάθεμα».
Την ίδια ώρα, τα επεξεργασμένα στοιχεία των Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων για τον Ιανουάριο του 2017 δείχνουν πως ο μέσος μισθός μερικής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα διαμορφώθηκε στα 349,13 ευρώ…
Λοιπόν, δεν χαρακτηρίζεις ως ανάθεμα τις ευέλικτες μορφές εργασίας που συνοδεύονται από ευέλικτους, δηλαδή εξαιρετικά χαμηλούς, μισθούς, όταν αποτελούν επιλογή του εργαζόμενου. Οταν πρόκειται για κάποιον που επιθυμεί να ολοκληρώσει τις σπουδές του και να εργαστεί part time, για κάποιον που επιλέγει περισσότερο ελεύθερο χρόνο για την οικογένειά του ή που έχει ανάγκη από συμπληρωματικό εισόδημα.
Οταν όμως πρόκειται για αναγκαστικό μονόδρομο, τότε πρέπει να ρίξουμε το ανάθεμα στην οικονομική κρίση που διέκοψε βίαια την εργασιακή πορεία χιλιάδων εργαζομένων, μετατρέποντάς τους από πλήρους απασχόλησης σε ευκαιριακά απασχολούμενους (ακούσια μερική απασχόληση). Είναι ο μονόδρομος που οδηγεί τους νέους στο εξωτερικό και τους μεγαλύτερους στην ανέχεια.
Η Αράχωβα μας έδειξε τον δρόμο: Τι πρέπει να μάθουμε για τις χειμερινές μετακινήσεις
Από την άλλη, πρέπει να παραδεχθούμε πως πολλές επιχειρήσεις που γονάτισαν από την υπερφορολόγηση και το πάγωμα της αγοράς δεν έχουν την δυνατότητα να απασχολήσουν εργαζομένους full time. Η οικονομική αβεβαιότητα και η καθήλωση του ΑΕΠ, όπως σημειώνει η Alpha Bank, οδηγούν τις επιχειρήσεις στην αποφυγή της σύναψης συμβάσεων πλήρους απασχόλησης.
Να παραδεχθούμε επίσης πως χιλιάδες πολίτες μπροστά στον γκρεμό της ανεργίας αποδέχονται το ρέμα της περιστασιακής απασχόλησης που εξασφαλίζει μια οικονομική ανάσα των 300 ή 400 ευρώ. Τρίτη αναγκαστική παραδοχή, πως έστω και έτσι οι στατιστικές δείχνουν μείωση του ποσοστού ανεργίας.
Ωστόσο, η παγίωση αυτών των μορφών δεν μπορεί παρά να συνεπάγεται συνέχιση της ύφεσης και του κρυφού μηχανισμού λιτότητας (ΓΣΕΕ) που αποτυπώνεται στη μειωμένη κατανάλωση (είδη πρώτης ανάγκης), στην προβληματική πληρωμή υποχρεώσεων (αποπληρωμή δανείων) και στην πτώση του επιπέδου ευζωίας (Παιδεία, πολιτισμός).
Είναι ένας φαύλος κύκλος, ο οποίος, αν και πυροδοτεί έστω και για λίγο τα νούμερα, ολοκληρώνεται εκεί από όπου ξεκίνησε: στην κρίση.
Για αυτό ακόμα και ο ΣΕΒ παραδέχεται πως οι νέες μορφές εργασίας δεν πρέπει να αποτελούν την κύρια δύναμη για τη μείωση της θηριώδους ανεργίας στη χώρα μας, η οποία «πρέπει να συμβεί με τη δημιουργία μόνιμων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας σε επενδύσεις υψηλής αξίας στη μεταποίηση και τις νέες τεχνολογίες». Ας κρατήσουμε λοιπόν το τελευταίο.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου