Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Το οικονομικό επιτελείο αποφάσισε να μην πειράξει καθόλου το μίγμα της δημοσιονομικής του πολιτικής. Η επίτευξη πλεονάσματος 3,6% του ΑΕΠ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πώς θα κινηθούν τα έσοδα ενώ η μείωση των δαπανών είναι κυριολεκτικά ασήμαντη σε σχέση με τα συνολικά μεγέθη.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής είχε εκτιμήσει ότι για το 2017 η δημοσιονομική προσαρμογή βασιζόταν κατά 97% στα έσοδα και μόλις κατά 3% στις δαπάνες. Το ίδιο ισχύει και για το 2018, μόνο που ο πήχυς του πλεονάσματος ανεβαίνει από 1,75% φέτος σε 3,5% την επόμενη χρονιά.
Είναι απορίας άξιον πώς η κυβέρνηση υπολογίζει ότι το 2018 θα εισπράξει επιπλέον έσοδα 1,2 δισ. ευρώ όταν στο οκτάμηνο του 2017 η υστέρηση έχει ξεπεράσει το 1,5 δισ. Η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών δεν έχει κανέναν δισταγμό να βαρέσει στο «ψαχνό» υπολογίζοντας σε αυξημένες εισπράξεις από τους έμμεσους φόρους, που ως γνωστόν πλήττουν τους οικονομικά ασθενέστερους, αλλά και πάλι οι στόχοι είναι ανέφικτοι.
Το πρόβλημα έγκειται στη δομή των μέτρων. Η κυβέρνηση θέλει να πετύχει ανάπτυξη 2,4% βάζοντας περισσότερους φόρους και αφήνοντας ανέγγιχτο το κομματικό κράτος. Το κονδύλι για μισθούς και συντάξεις εμφανίζεται αυξημένο σαν να έχει βγει η χώρα από την κρίση.
Μένει ώσπου να φύγει…
Οσο καλό κι αν είναι το «ελατήριο» της οικονομίας κάποτε θα σπάσει και όπως προκύπτει από τα στοιχεία το χρονικό σημείο της θραύσης θα είναι το 2018. Εκτός εάν κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι φόροι θα τονώσουν την ανάπτυξη και οι αυξημένοι μισθοί στο Δημόσιο την κατανάλωση.
Ο προϋπολογισμός του 2018 δείχνει το τέλος της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Εάν δεν μειωθούν οι κρατικές δαπάνες, και περιθώρια υπάρχουν πολλά στις σπατάλες των ΔΕΚΟ και τη μείωση του αριθμού των συμβασιούχων, δεν μπορεί να δημιουργηθεί χώρος για μείωση των φόρων. Η κυβέρνηση έχει επιλέξει την οδό της υπερφορολόγησης για να πετύχει τα πλεονάσματα, μόνο που πλέον η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών έχει εξαντληθεί. Οσο κι αν το απεύχονται οι ένοικοι του Μαξίμου, το 2018 θα είναι η χρονιά των εκλογών. Οχι γιατί θέλουν να χαρίσουν έστω και μία ημέρα εξουσίας στη ΝΔ αλλά γιατί ο λογαριασμός δεν βγαίνει.
Μόνο οι εφημερίδες πλήττονται από την απεργία
Η ΕΣΗΕΑ προκήρυξε για σήμερα νέα 24ωρη απεργία σε όλα τα μέσα ενημέρωσης διεκδικώντας λύση για το ασφαλιστικό ταμείο των εργαζομένων στον Τύπο (ΕΔΟΕΑΠ), που έχει καταρρεύσει. Ομως οι επιπτώσεις της απεργίας δεν είναι οι ίδιες για όλα τα μέσα. Οι εφημερίδες δεν θα κυκλοφορήσουν αύριο χάνοντας μία ημέρα εσόδων σε μία αγορά που φθίνει διαρκώς. Τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα δεν θα έχουν δελτία ειδήσεων ωστόσο το πρόγραμμά τους θα συνεχισθεί κανονικά όπως βέβαια και η ροή των εσόδων από τις διαφημίσεις. Στο διαδίκτυο η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη, καθώς τα περισσότερα sites θα συνεχίσουν να έχουν κανονική ροή ειδήσεων. Η απεργία της ΕΣΗΕΑ, ενώ είναι καθολική, αποτυγχάνει σε μεγάλο βαθμό, καθώς τα sites θα λειτουργούν κανονικά, όταν μάλιστα οι ιδιοκτήτες τους είναι οι μόνοι που αντιτίθενται σε κάθε λύση για τον ΕΔΟΕΑΠ. Μεγάλος κερδισμένος βέβαια και η κυβέρνηση που εξασφαλίζει 24 ώρες ησυχίας χωρίς τις ενοχλητικές εφημερίδες και τα δελτία ειδήσεων. Οι κινητοποιήσεις γίνονται με όρους της δεκαετίας του ’80 ενώ οι εργοδότες στα sites δεν αντιμετωπίζουν καμία οικονομική συνέπεια από την απεργία των δημοσιογράφων.
Η μεγάλη επιτυχία της ελληνικής αστυνομίας
Η απελευθέρωση του απαχθέντος επιχειρηματία της Κρήτης Μιχάλη Λεμπιδάκη αποτελεί μία από τις σημαντικότερες επιτυχίες της Ελληνικής Αστυνομίας. Η όλη επιχείρηση έγινε με απόλυτη μυστικότητα και στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία δείχνοντας τις δυνατότητες της ΕΛ.ΑΣ. να αντιμετωπίσει το οργανωμένο έγκλημα ακόμη και στις πιο ακραίες μορφές του. Το ηθικό των αστυνομικών αναπτερώνεται ύστερα από τέτοιας κλίμακας επιτυχίες και αυτό είναι σημαντικό για την προστασία των πολιτών. Αυτό πάντως που προκαλεί απορία σε όλους είναι πώς οι ικανότητες της Ελληνικής Αστυνομίας δεν μπορούν να αποτυπωθούν στην αντιμετώπιση των «μπαχαλάκηδων» που σχεδόν κάθε εβδομάδα τα «σπάνε» στην ευρύτερη περιοχή των Εξαρχείων. Αυτό που λείπει δεν είναι το σχέδιο, ούτε οι ικανότητες, αλλά μάλλον η πολιτική βούληση να μπει τάξη σε μία περιοχή, που έχει πάρει τη μορφή του «γκέτο».
*O Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου