Γράφει ο Γιώργος Κύρτσος*
Το φαινόμενο παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Αναδεικνύει τον καιροσκοπισμό του κ. Τσίπρα και των βασικών συνεργατών του, οι οποίοι ξεκίνησαν στην πολιτική με πολύ μικρή επιρροή και ανέβηκαν βήμα το βήμα αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που τους πρόσφερε η κρίση του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος και χωρίς να έχουν σοβαρές δεσμεύσεις και αναστολές.
Γιατί το κάνουν
Κατά την άποψή μου, ο κ. Τσίπρας εκφράζει έναν κλειστό μηχανισμό εξουσίας, ο οποίος στην αρχή λειτουργούσε στο πλαίσιο ενός μικρού κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ενώ σήμερα ελέγχει την κυβέρνηση και σε μεγάλο βαθμό το κράτος και τα παρακλάδια του.
Οι συνεχείς πολιτικές μεταμφιέσεις οφείλονται και στο γεγονός ότι η βασική επικοινωνιακή-πολιτική επένδυση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο ίδιος ο κ. Τσίπρας. Στο ξεκίνημα της κυβερνητικής πορείας του ΣΥΡΙΖΑ υπήρχαν και άλλα στελέχη που τραβούσαν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, όπως ο κ. Βαρουφάκης και η κ. Κωνσταντοπούλου. Σήμερα όλα στον ΣΥΡΙΖΑ παίζονται γύρω από τη δημόσια εικόνα του κ. Τσίπρα και τα στελέχη, τα οποία θεωρούνται σημαντικά, προσπαθούν να τη στηρίξουν με κάθε τρόπο.
Το πρόβλημα του κ. Τσίπρα είναι ότι η μεγάλη πτώση της δημοτικότητάς του -από το 60%-65% του πρώτου εξαμήνου του 2015 σε ένα 20%-25% σήμερα- περιορίζει την αποτελεσματικότητα των συνεχών πολιτικών μεταμφιέσεων του ίδιου ή συλλογικά του ΣΥΡΙΖΑ. Η κοινή γνώμη κρατάει πλέον αποστάσεις πολιτικής ασφαλείας από την κυβερνητική παράταξη και την ηγεσία της.
Οι πολιτικές μεταμφιέσεις του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του έχουν, διαχρονικά, ως στόχο και τη δημιουργία ιδεολογικής και πολιτικής σύγχυσης. Γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να επηρεάσουν το σχεδιασμό και τις παρεμβάσεις του κ. Μητσοτάκη, ο οποίος χαρακτηρίζεται από απόλυτη σταθερότητα και συνέπεια, ελπίζουν όμως ότι μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση στην ευρύτερη κοινή γνώμη, με αποτέλεσμα να περάσουν απαρατήρητες οι αρνητικές πλευρές της κυβερνητικής πολιτικής ή να περιοριστούν οι μετακινήσεις των απογοητευμένων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ προς άλλες πολιτικές δυνάμεις.
Θεωρώ ότι ύστερα από τις μεγάλες απογοητεύσεις που έδωσε η κυβέρνηση Τσίπρα την περίοδο 2015-2017, οι πολιτικές μάσκες έχουν πέσει για τον κ. Τσίπρα και την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Οι μεθοδεύσεις τους επηρεάζουν ολοένα λιγότερους, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συνεχιστούν γιατί εκφράζουν τον καιροσκοπισμό των ηγετικών στελεχών της ριζοσπαστικής Αριστεράς και την προσπάθειά τους να παραμείνουν στην εξουσία και στη νομή της.
Ξεκίνημα με «Ολαντρέου»
Μία από τις πρώτες εντυπωσιακές μεταμφιέσεις του κ. Τσίπρα είχε σχέση με τον πρώην πρόεδρο της Γαλλίας κ. Ολάντ. Στην αρχή ο κ. Τσίπρας τον ειρωνεύτηκε βαφτίζοντάς τον… «Ολαντρέου» για να στιγματίσει αυτό που θεωρούσε ως πολιτική ασυνέπεια του Γάλλου σοσιαλιστή και το πέρασμα του Ανδρέα Παπανδρέου από τη ριζοσπαστική «Αλλαγή» σε μια λογική προσαρμογής στους κανόνες της Ε.Ε.
Αργότερα, όταν ο κ. Τσίπρας βρέθηκε στην ανάγκη να κάνει στροφή 180 μοιρών στην οικονομική του πολιτική και ένιωσε να απειλείται από τη διπλωματική απομόνωσή του στην ευρωζώνη, ξέχασε με εντυπωσιακή ταχύτητα τα περί «Ολαντρέου» και άρχισε να αναδεικνύει, για τους δικούς του λόγους, το θετικό ρόλο του κ. Ολάντ στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Ο νέος Παπανδρέου
Η πολιτική μεταμφίεση του κ. Τσίπρα δεν περιορίστηκε στον «Ολαντρέου» αλλά κάλυψε, το τελευταίο διάστημα, την πολιτική ιστορία του Ανδρέα Παπανδρέου.
Αντιμέτωπος με την προσπάθεια πολιτικών δυνάμεων που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ και την Κεντροαριστερά να ανασυγκροτηθούν και να ενισχύσουν τη θέση τους έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας δεν δίστασε να διεκδικήσει την πολιτική κληρονομιά του Ανδρέα Παπανδρέου. Το έκανε με άκομψο τρόπο, εφόσον προβλήθηκε ο ίδιος, με άρθρο του, ως ένα είδος συνεχιστή του Ανδρέα Παπανδρέου, αντί να δημιουργήσει τις κατάλληλες εντυπώσεις μέσα από τις παρεμβάσεις άλλων παραγόντων, οι οποίοι θα μπορούσαν να περάσουν καλύτερα το μήνυμα με έμμεσο τρόπο. Επειδή όμως η κυβέρνηση λειτουργεί κάτω από μεγάλη πολιτική πίεση, ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας φρόντισε να φορέσει ο ίδιος το πολιτικό κοστούμι του Ανδρέα Παπανδρέου για τις ανάγκες του συγκεκριμένου σεναρίου.
Ο Καμμένος και η «αντίδραση»
Την εποχή που ο κ. Τσίπρας κατηγορούσε τον κ. Ολάντ για ιδεολογικές και πολιτικές υποχωρήσεις, συνεργαζόταν στην κυβέρνηση με τον κ. Καμμένο και τους ΑΝ.ΕΛ., δηλαδή ό,τι χειρότερο έχει αναδειχθεί μέσα από την παλιά Ν.Δ. Σήμερα, που ο κ. Τσίπρας αισθάνεται την ανάγκη να παρουσιαστεί ως διεκδικητής της πολιτικής κληρονομιάς του Ανδρέα Παπανδρέου, η συνεργασία του με τον κ. Καμμένο εξακολουθεί να είναι πολύ στενή, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος εμπλέκεται σε σκοτεινές υποθέσεις με παρακρατική διάσταση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο συνεπής είναι ο κ. Καμμένος, ο οποίος είχε πάντα προτίμηση σε αυτές τις μεθόδους και τους ανάλογους συνεργάτες, με αποτέλεσμα να έχει γράψει και ένα βιβλίο στο οποίο «αποδείκνυε» ότι ο τόσο αγαπημένος -για τις ανάγκες αυτών των εβδομάδων- στον κ. Τσίπρα, Ανδρέας Παπανδρέου, ήταν ο εγκέφαλος πίσω από την πολιτική τρομοκρατία που είχε αναπτυχθεί στην Ελλάδα.
Ενδεικτικό της πολιτικής ποιότητας του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του είναι το γεγονός ότι ενώ συνεργάζονται στενά με τον κ. Καμμένο, δεν έχουν πρόβλημα να καταγγέλλουν συστηματικά την κεντροδεξιά Ν.Δ. ως… δύναμη της αντίδρασης. Ζητούν μάλιστα και τα ρέστα από τα στελέχη που διεκδικούν την ηγεσία της Κεντροαριστεράς, απαιτώντας να δεσμευτούν ότι θα απορρίψουν στο μέλλον την κυβερνητική συνεργασία με τη Ν.Δ., ενώ ο ίδιος ο κ. Τσίπρας βρίσκεται «αγκαλιά» με τον κ. Καμμένο και τους συνεργάτες του.
Και ολίγη από Στάλιν
Οι πολιτικές ανάγκες του ΣΥΡΙΖΑ οδήγησαν και στη μεταμφίεση πολιτικών στελεχών του σε υποστηρικτές του Στάλιν και των εγκλημάτων του κομμουνισμού. Στο στόχαστρο, αυτή τη φορά, βρέθηκε η μικρή Εσθονία, μία χώρα που πλήρωσε ακριβά το σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ, τον Αύγουστο του 1939. Η Εσθονία κέρδισε την ανεξαρτησία της το 1920, ύστερα από διμέτωπο αγώνα με το σοβιετικό στρατό και γερμανικές παραστρατιωτικές οργανώσεις, στη συνέχεια όμως την κατέλαβαν οι Σοβιετικοί το 1940, σε συνέχεια του συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μολότοφ, γνώρισε τη ναζιστική κατοχή το 1941-1944 και στη συνέχεια μετατράπηκε από τους Σοβιετικούς σε τμήμα της ΕΣΣΔ και απέκτησε ξανά την ελευθερία και την ανεξαρτησία της τη δεκαετία του ’90, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης. Αυτή τη χώρα βρήκε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για να στείλει μήνυμα στους ψηφοφόρους ότι στηρίζει την κομμουνιστική παράδοση ακόμη και στη σταλινική της μορφή, σε μια προσπάθεια να ανακόψει την ανοδική δημοσκοπική τάση του ΚΚΕ. Εννοείται ότι η παρέμβαση της κυβέρνησης Τσίπρα δεν άλλαξε την άποψη των Εσθονών ότι τόσο ο ναζισμός όσο και ο κομμουνισμός, ιδιαίτερα στη σταλινική εκδοχή του, βαρύνονται με εγκλήματα κατά των Εσθονών και άλλων λαών.
Τι Μελανσόν, τι Μακρόν
Με αφορμή και την επίσκεψη του φιλελεύθερου προέδρου της Γαλλίας, κ. Μακρόν, στην Ελλάδα, ο πρωθυπουργός εμφανίστηκε να συμφωνεί με βασικές επιλογές του Γάλλου ηγέτη. Κατά τη διάρκεια του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών της Γαλλίας, ο ΣΥΡΙΖΑ και όλα τα ΜΜΕ που ελέγχονται ή επηρεάζονται από αυτόν στήριξαν τον αριστερό λαϊκιστή κ. Μελανσόν, ενώ χρησιμοποιούσαν τα πιο απαξιωτικά σχόλια για το φιλελεύθερο κ. Μακρόν. Αυτά ανήκουν στο παρελθόν, εφόσον στις πολιτικές μεταμφιέσεις του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του υπάρχει και μία εμφάνιση σε στιλ Μακρόν, για τις ανάγκες της πολιτικής στιγμής.
Μπορεί ο πρόεδρος Μακρόν να προωθεί πολιτικές υπέρ της επιχειρηματικότητας και της μείωσης των φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, οι οποίες είναι διαμετρικά αντίθετες από τις επιλογές της κυβέρνησης Τσίπρα, αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες που δεν εμποδίζουν μία ακόμη πρόχειρη πολιτική σκηνοθεσία. Εδώ ο κ. Τσίπρας δέχτηκε αδιαμαρτύρητα το αδιανόητο -να καταγγείλει ο πρόεδρος Μακρόν δημόσια το «σύντροφο» Μαδούρο ως δικτάτορα -και θα αφήσει τις διαφορές στην οικονομική πολιτική να σταθούν εμπόδιο στην πολιτική μεταμφίεση αυτής της εβδομάδας;
*Ο Γιώργος Κύρτσος είναι Ευρωβουλευτής
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής