Γράφει ο Ιάσων Πιπίνης
Το έλλειμμα Δημοκρατίας που παρατηρείται στο καθεστώς του Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα συνεχίζει να προκαλεί διεθνή κατακραυγή, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή το καθεστώς να βρίσκεται σε ακόμη μεγαλύτερη διεθνή απομόνωση. Οι νεκροί στο πλαίσιο των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων έχουν ξεπεράσει τους 100. Την ερχόμενη Κυριακή ο Μαδούρο μέσα από μια αμφίβολη εκλογική διαδικασία, στην οποία θα έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν μόνο ορισμένοι εκπρόσωποι παραγωγικών τάξεων, οι περισσότεροι εκ των οποίων μέλη του σοσιαλιστικού κυβερνητικού κόμματος, θα προχωρήσει στην αλλαγή του Συντάγματος, έχοντας πλέον τη δυνατότητα (αν το επιχειρήσει) να μετατραπεί σε δικτάτορα.
Η Λατινική Αμερική δυστυχώς έχει παρόμοια εμπειρία στο παρελθόν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος του Περού Αλμπέρτο Φουχιμόρι, ο οποίος το 1992 έβγαλε στους δρόμους το Στρατό και έκλεισε τη Βουλή. Σήμερα βρίσκεται στη φυλακή εκτίοντας ισόβια κάθειρξη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας… Σήμερα, η μοναδική ευρωπαϊκή κυβέρνηση που μέχρι σήμερα αρνείται επιδεικτικά να καταδικάσει τον αυταρχικό κατήφορο του Μαδούρο είναι η ελληνική κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Για ποιο λόγο; Είμαι σίγουρος ότι ορισμένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της πολιτικής ταυτότητας του Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα θα σας θυμίζουν κάτι…
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ο Νικολάς Μαδούρο: Επιτίθεται κατά των δικαστών που δεν συμφωνούν με την πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνησή του. Μάλιστα χρησιμοποιεί και στελέχη της κυβέρνησής του για να υβρίζει και να απειλεί τους δικαστικούς λειτουργούς, με απώτερο στόχο τον έλεγχο της Δικαιοσύνης. Στοχοποιεί σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση «ενοχλητικούς» δημοσιογράφους και ανεξάρτητα ΜΜΕ, επειδή ασκούν κριτική στην κυβέρνησή του. Προσπαθεί να ελέγξει την ενημέρωση με νόμο που προβλέπει κλείσιμο των τηλεοπτικών καναλιών, κυρίως εκείνων που του ασκούν σκληρή κριτική. Επιπλέον προσπαθεί να εξαγοράσει, μέσω φιλικά προσκείμενων επιχειρηματιών, μεγάλους και ιστορικούς εκδοτικούς ομίλους, τους οποίους έχει οδηγήσει στην απαξίωση και τη χρεοκοπία.
Επιτίθεται στην αξιωματική αντιπολίτευση, υποστηρίζοντας ότι πολιτεύεται κατά των συμφερόντων της πατρίδας και προειδοποιεί ότι δεν θα της το επιτρέψει. Κατασκευάζει εσωτερικούς εχθρούς, που δήθεν εμποδίζουν την κυβέρνηση να υλοποιήσει το πρόγραμμά της. Σε αυτούς συγκαταλέγονται η «οικονομική ελίτ», η ολιγαρχία, η αντιπολίτευση και φυσικά οι εκδότες. Κατασκευάζει και εξωτερικούς εχθρούς, όπως είναι διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, το ΔΝΤ, αλλά και οι μεγάλες δυνάμεις στην Ευρώπη. Απαξιώνει συστηματικά το ρόλο Ανεξάρτητων Αρχών.
Ανέχεται επιδρομές «ακτιβιστών» στο κτίριο του Κοινοβουλίου, δημιουργώντας κλίμα ανοχής σε τέτοιες δράσεις. Είναι ένθερμος υποστηρικτής της διεύρυνσης της λαϊκής συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων, ακόμη και στη συνταγματική αναθεώρηση, ενώ είναι υπέρμαχος και των δημοψηφισμάτων. Αυτά είναι ορισμένα από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν απόλυτα την πολιτική ταυτότητα του καθεστώτος Μαδούρο.
Και όμως. Τα παραδείγματα που μόλις παρέθεσα προέρχονται από την πολιτική εμπειρία που έχει αφήσει μέχρι στιγμής ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Κατά έναν περίεργο τρόπο βρίσκουν απόλυτη εφαρμογή και στις δύο περιπτώσεις. Αυτή η τρομακτική ομοιότητα ανάμεσα στα δύο πολιτικά μοντέλα δικαιολογεί την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να καταδικάσει τον αυταρχισμό του καθεστώτος Μαδούρο και φυσικά προβληματίζει για τη συνέχεια που θα έχει η ελληνική του εκδοχή…
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου