Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον καθηγητή Μόρις Μπράουν του Πανεπιστημίου Queen Mary του Λονδίνου, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό “New England Journal of Medicine” και ανάλογη ανακοίνωση σε συνέδριο της American Heart Association, πραγματοποίησαν την τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη και πολυκεντρική μελέτη με 248 ασθενείς στη διάρκεια 12 εβδομάδων.
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες και η μία πήρε το νέο φάρμακο (μία φορά τη μέρα σε διάφορες δοσολογίες), ενώ η άλλη πήρε εικονικό φάρμακο (πλασίμπο). Στην αρχή της μελέτης όλοι οι ασθενείς είχαν εκτός ελέγχου πίεση, παρόλο που είχαν έως τότε πάρει τουλάχιστον τρία αντι-υπερτασικά φάρμακα.
Στο τέλος της μελέτης φάσης 2 η ομάδα του Baxdrostat (στην υψηλότερη δοσολογία των 2 μιλιγκράμ ημερησίως) είχε εμφανίσει κατά μέσο όρο μια μείωση της τάξης των 20 μονάδων στην αρτηριακή πίεση (20,3 mm Hg), έναντι μείωσης 9 μονάδων της ομάδας του πλασίμπο. Δεν σημειώθηκαν καθόλου σοβαρές παρενέργειες του φαρμάκου. Είναι η πρώτη φορά, σύμφωνα με τους ερευνητές, που έχει αναπτυχθεί και δοκιμαστεί επιτυχώς μια νέα κατηγορία φαρμάκων κατά της ανθεκτικής υπέρτασης.
«Tissue is the issue»: Ο δρόμος προς την εξατομίκευση της ογκολογικής θεραπείας
Το νέο φάρμακο δουλεύει αποτρέποντας το σώμα του ασθενούς να παράγει αλδοστερόνη, μια ορμόνη που ρυθμίζει την ποσότητα αλάτων στον οργανισμό. Η μείωση των επιπέδων της αλδοστερόνης φαίνεται τόσο στο αίμα όσο και στα ούρα. Η αποτελεσματικότητα του Baxdrostat αφορά κυρίως ασθενείς, των οποίων η ανθεκτική υπέρταση οφείλεται εν μέρει στο ότι το σώμα τους παράγει υπερβολικά πολλή αλδοστερόνη.
Ο δρ Μπράουν ανέφερε ότι “τα αποτελέσματα αυτού του πρώτου στο είδος του φαρμάκου είναι συναρπαστικά, μολονότι χρειάζεται περαιτέρω μελέτη προτού μπορέσουμε να κάνουμε οριστικές συγκρίσεις με τα υπάρχοντα φάρμακα. Πάντως το Baxdrostat θα μπορούσε να προσφέρει ελπίδα σε πολλούς ανθρώπους που δεν ανταποκρίνονται στην παραδοσιακή θεραπεία της υπέρτασης”.
Η υπέρταση είναι κύρια αιτία των εγκεφαλικών και συνήθης αιτία των εμφραγμάτων, καθώς και της νεφρικής ανεπάρκειας. Στους περισσότερους ασθενείς η αιτία της υπέρτασης είναι άγνωστη, ενώ χρειάζονται φαρμακευτική θεραπεία εφ’όρου ζωής.
Τα τελευταία χρόνια, έχει βρεθεί ότι το 5% έως 10% των υπερτασικών έχουν στο DNA τους μια μετάλλαξη στα επινεφρίδια που έχει ως αποτέλεσμα να παράγουν υπερβολικές ποσότητες της στεροειδούς ορμόνης αλδοστερόνης, με συνέπεια να κατακρατούνται άλατα στο σώμα τους και έτσι να αυξάνει η αρτηριακή πίεση. Αυτοί ακριβώς οι υπερτασικοί ασθενείς είναι πιο ανθεκτικοί στις υπάρχουσες θεραπείες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ