Οι ερευνητές του Ιατρικού Ινστιτούτου Καρολίνσκα του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης, με επικεφαλής τον δρα Τζόελ Ομ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό προληπτικής καρδιολογίας “European Journal of Preventive Cardiology” της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας, επεσήμαναν την ανάγκη μιας πιο εντατικής θεραπείας για όσους ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου για ένα ακόμη έμφραγμα.
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η χαμηλή κοινωνικο-οικονομική κατάσταση σχετίζεται με τον κίνδυνο ενός πρώτου εμφράγματος, αλλά η νέα μελέτη επεκτείνει τον κίνδυνο και σε ένα δεύτερο έμφραγμα, ενώ προσθέτει το διαζύγιο ως σημαντικό παράγοντα κινδύνου.
Η έρευνα έγινε σε σχεδόν 30.000 άτομα που είχαν πάθει μη θανατηφόρο έμφραγμα και τα οποία παρακολουθήθηκαν στη συνέχεια επί τέσσερα χρόνια κατά μέσο όρο. Διαπιστώθηκε ότι οι διαζευγμένοι ασθενείς ήσαν κατά μέσο όρο 18% πιθανότερο να πάθουν δεύτερο έμφραγμα, σε σχέση με όσους ήσαν ακόμη παντρεμένοι.
Οι πιο ευκατάστατοι ασθενείς που ανήκαν στο ανώτερο τμήμα της εισοδηματικής κλίμακας, είχαν 35% μικρότερη πιθανότητα ενός δεύτερου εμφράγματος, ενώ εκείνοι με πάνω από 12 χρόνια εκπαίδευση, είχαν 14% μικρότερο κίνδυνο, σε σχέση με τα άτομα χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου με κάτω από εννέα χρόνια εκπαίδευσης.
Οι ανύπαντροι και οι χήροι και των δύο φύλων είχαν ελαφρώς μεγαλύτερη πιθανότητα δεύτερου εμφράγματος σε σχέση με τους παντρεμένους. Όπως είπε ο Ομ, «ο γάμος φαίνεται να προστατεύει από επόμενα εμφράγματα».
Επίσης, σύμφωνα με τη μελέτη, οι ανύπαντροι άνδρες κινδυνεύουν περισσότερο από ένα δεύτερο έμφραγμα σε σχέση με τις ανύπαντρες γυναίκες. Από την άλλη, το υψηλό εισόδημα φαίνεται να «προστατεύει» περισσότερο τους άνδρες από ό,τι τις γυναίκες.
«Το μήνυμα-κλειδί από τη μελέτη μας είναι ότι η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση σχετίζεται με επόμενα εμφράγματα. Όποιοι κι αν είναι οι λόγοι γι’ αυτό, οι γιατροί πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους την οικογενειακή, οικονομική και μορφωτική κατάσταση των ασθενών, όταν αξιολογούν τον κίνδυνο για ένα ακόμη έμφραγμα. Επίσης πρέπει να χορηγούν πιο εντατική θεραπεία στις ομάδες υψηλού κινδύνου», ανέφεραν οι ερευνητές.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]