Ενωση
«Το νέο μουσείο ενώνει το νέο κεντρικό κτίριο με το σύνολο του αρχαιολογικού χώρου των Αιγών, ο οποίος σήμερα περιλαμβάνει επτά σημεία που αφηγούνται την Ιστορία των Αιγών, τη βασιλική μητρόπολη των Μακεδόνων» περιγράφει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής η διακεκριμένη αρχαιολόγος, επίμονη ανασκαφέας, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας, «καρδιά» του νέου μουσείου, Αγγελική Κοτταρίδη. Απ’ το βήμα του κατάμεστου αμφιθεάτρου του Μουσείου της Ακρόπολης η κ. Κοτταρίδη περιγράφει τις Αιγές, «την πόλη που είναι το Μουσείο και το μουσείο που είναι η πόλη», αλλά και για τα επίμονα 45 χρόνια που μεσολάβησαν από το ‘77 όταν πρωτοπήγε στην περιοχή, δίπλα στον αείμνηστο Μανόλη Ανδρόνικο και την παρακαταθήκη του δασκάλου της, όπως συνηθίζει να τον προσφωνεί.
«Το Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών είναι η κουβέντα με τον τόπο. Είναι η κουβέντα με τους Μακεδόνες που ήταν εξαιρετικά συντηρητικοί και συγχρόνως συναρπαστικά νεωτερικοί» σχολιάζει η κ. Κοτταρίδη και εξηγεί πως σήμερα το Μουσείο ενσωματώνει και ενώνει το νέο κεντρικό κτίριο με το σύνολο του αρχαιολογικού χώρου των Αιγών, ο οποίος περιλαμβάνει τα εξής σημεία: το νέο μουσειακό κτίριο, το Μουσείο Βασιλικών Ταφών, τη νεκρόπολη-ταφική συστάδα Τημενίδων, το Ανάκτορο του Φιλίππου, την εκκλησία του Αγ. Δημητρίου. Δεν έχουν ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα τα δύο σημεία, η συστάδα των Βασιλισσών και η συστάδα Βέλα, τα οποία θα προστεθούν στο αρχαιολογικό πάρκο.
Ντοκιμαντέρ 15’
Το νέο Πολυκεντρικό Μουσείο Αιγών, περίπου 8 στρέμματα μαζί με τα αίθρια, είναι σχεδιασμένο να είναι η πύλη για τις Αιγές, για την ιστορία των Μακεδόνων και για τον κόσμο του Μεγάλου Αλέξανδρου. Εδώ, θα φιλοξενηθεί και ο ψηφιακός Αλέξανδρος, ένα εμβληματικό έργο που περιλαμβάνει τα πάντα για τον μεγάλο στρατηλάτη και ολοκληρώνεται φέτος. Περνώντας τις πόρτες δεξιά και αριστερά είναι δυο video wall που προβάλλουν δύο ντοκιμαντέρ δεκαπέντε λεπτών, ενώ υπάρχει υλικό 1.000 ωρών! «Σε 15 λεπτά αφηγούμαστε τον κόσμο της οικουμένης. Είναι γυρίσματα που κάναμε εμείς, σε Αίγυπτο, Τουρκία και Ιορδανία» εξηγεί η κ. Κοτταρίδη. Τον επισκέπτη καλωσορίζει ένα υπέροχο γλυπτό, ένας Αλέξανδρος του 2ου αιώνα π.Χ. που είχε βρεθεί το ‘68. Λίγα βήματα πιο κάτω βρισκόμαστε μπροστά στην αναστηλωμένη όψη του Ανακτόρου των Αιγών.
«Η ιδέα σε αυτό το μουσείο στηρίζεται στα θραύσματα, από τα οποία αναδύεται μια μορφή. Παίρνουμε θραύσματα και τα αναστήνουμε, αυτή είναι η δουλειά που κάνουν οι αρχαιολόγοι» τονίζει η επίμονη ανασκαφέας τονίζοντας πως το ανακτορικό συγκρότημα είναι τρεις φορές μεγαλύτερο απ’ τον Παρθενώνα! Στη συνέχεια ακολουθεί η έκθεση των γλυπτών όπου ξεχωρίζει η βασίλισσα Ευρυδίκη, η μητέρα του Φιλίππου Β’, όπου ο επισκέπτης συναντάει για πρώτη φορά ολοκληρωμένη την όψη της. Οι αρχαιολόγοι εντόπισαν μέρος απ’ το πηγούνι της και πτυχές απ’ το μαντίλι της!
Η κύρια έκθεση ξεφεύγει από τη νόρμα της αρχαιολογικής αφήγησης. Είναι περιοδική, με την έννοια ότι είναι ευέλικτη για να υποδεχτεί νέα ευρήματα, εξάλλου όπως τόνισε η Αγγελική Κοτταρίδη «λιγότερο από 10% του άστεως και της νεκρόπολης έχουμε σκάψει. Υπάρχει μέλλον λαμπρόν». Η έκθεση είναι «η ανάσταση της πόλης με τους ανθρώπους». Στην αρχή της περιήγησης πέντε προθήκες, η κάθε μια λέει μία ιστορία. Η πόλη, από τα σπαράγματά της, μας αφηγείται το όνομα και τις ιστορίες ανθρώπων. Στη συνέχεια βλέπουμε εργαλεία με τα οποία χτίζεται μια πόλη, αλλά και εργαλεία με τα οποία οι Ρωμαίοι την κατέστρεψαν. Και ανάμεσα από τα πολύτιμα της ζωής στις Αιγές συναντούμε κλειδιά και καρφιά. «Τα καρφιά είναι το πιο ταπεινό εύρημα μιας ανασκαφής. Αυτά τα καρφιά όμως όλα είναι από το ανάκτορο των Αιγών» περιγράφει η ανασκαφέας. Ακολουθούν οι Μακεδόνες με τα όπλα τους: μεγάλα, κοντά ξίφη, κράνη, ξίφη ιππικού ή πεζικού. Και πάνω πάνω είναι η σάρισα. «Είναι η μόνη σάρισα που έχουμε με βεβαιότητα και μπορούμε να αναπαραστήσουμε. Είναι μια σάρισα ιππικού με τον σταυρωτήρα. Είναι περίπου 5,5 μέτρα μαζί με το δόρυ». Αμέσως μετά μπαίνουμε μέσα σε ένα ιδεατό σπίτι. Ενας μεγάλος χώρος συμποσίου. Στις προθήκες έχουν στρώσει οι Μακεδόνες το τραπέζι τους από το 1000 μέχρι το 300 π.Χ. Κάθε τραπέζι είναι ένας αιώνας ή μισός αιώνας. Απ’ τα μοναδικά ευρήματα που ξεχωρίζουμε είναι οι οκτώ βασίλισσες των Μακεδόνων. Εδώ πρωταγωνιστεί και η Δέσποινα των Αιγών με την ασημένια ρόκα και το σκήπτρο της, κεντημένο με κεχριμπάρια, αλλά και τις βασιλικές πυρές και τις χρυσές τεφροδόχους!
ΣΠΑΝΙΑ ΧΡΥΣΑ ΚΑΙ ΑΡΓΥΡΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ
«Οικουμένης Αντίδωρον» με 1.690 εκθέματα
Η περιοδική έκθεση «Οικουμένης Αντίδωρον» που γίνεται σε συνεργασία με το Νομισματικό Μουσείο και τον συλλέκτη Θεόδωρο Αραβάνη αφηγείται το φαινόμενο της Ελληνιστικής Οικουμένης, της επέκτασης του ελληνικού πολιτισμού έως την Απω Ανατολή, μέσω των πρωταγωνιστών των εξελίξεων, όπως απεικονίζονται στα νομίσματα, τα επίσημα σύμβολα της ισχύος και της εξουσίας τους. Απ’ το Νομισματικό Μουσείο -όπως λέει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο διευθυντής του Γιώργος Κακαβάς– τα περισσότερα ταξίδεψαν για πρώτη φορά εκτός του μουσείου ως δάνεια, 1.690 εκθέματα, προερχόμενα τα 1.654 από 7 θησαυρικά ανασκαφικά σύνολα, ενώ τα 45 σπάνια αρχαία ελληνικά νομίσματα και ο ένας ελληνιστικός σφραγιδόλιθος από καμέο-σαρδόνυχα της Συλλογής Καραπάνου, ο μόνος γνωστός με την κεφαλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, από τις συλλογές του μουσείου.
Επίδραση
«Τόσο η περιοδική όσο και η μόνιμη έκθεση του νέου μουσείου κυριαρχείται από μία και μόνο μορφή, αυτήν του κοσμοκράτορα Αλεξάνδρου» σχολιάζει ο διευθυντής του Νομισματικού Μουσείου Γιώργος Κακαβάς και επισημαίνει πως «η πολύπλευρη επίδρασή του στην Ιστορία, την τέχνη και τον πολιτισμό της περιοχής, από την Ανατολική Μεσόγειο μέχρι την Ινδία, δεν φάνηκε μόνο κατά τη διάρκεια της ζωής του, αλλά κυρίως κατά τη διάρκεια των αιώνων μετά τον θάνατό του».
«Ο Αλέξανδρος διαμόρφωσε τη διοίκηση και άλλαξε την πορεία της οικονομίας στα εδάφη που κατέλαβε, δημιουργώντας ένα ενιαίο αυτοκρατορικό νομισματικό σύστημα ως κύριο μέσο συναλλαγής στον μεσογειακό χώρο, που αποτελεί την πρώτη μορφή οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Μετέτρεψε τις αγορές της Ανατολής σε πολυσύχναστα και πολυδύναμα κομβικά εμπορικά κέντρα, τονώνοντας το εξαγωγικό εμπόριο» σημειώνει ο διαπρεπής αρχαιολόγος και αφηγείται την εξέλιξη της ελληνιστικής νομισματοκοπίας: «Κατά την αρχαιότητα, τα νομίσματα χρησιμοποιήθηκαν ως φορείς μηνυμάτων, αλλά και ως μέσο προπαγάνδας. Μέχρι την ελληνιστική εποχή, τα εικονογραφικά μέσα που χρησιμοποιούνταν είτε συνδέονταν με κάποια θεότητα είτε αποτελούνταν από διάφορα σύμβολα με πολιτική ή μυθική διάσταση. Στην ελληνιστική εποχή, ωστόσο, είναι πλέον το πορτρέτο του ίδιου του ηγεμόνα που κοσμεί την εμπρόσθια όψη των νομισμάτων με μια διάθεση πολιτικής επιβολής και εξίσωσης με το θείον, ενώ η θεϊκή μορφή μετατοπίζεται τώρα στην οπίσθια όψη».
Ο πρώτος
Οπως μας λέει ο Γιώργος Κακαβάς, στη Μεσόγειο, ο πρώτος ηγεμόνας που εικονίζεται σε νομίσματα είναι ο Μέγας Αλέξανδρος. Μετά τη μεγάλη του νίκη στον Υδάσπη ποταμό το 326 π.Χ. επί του βασιλιά της Ινδίας Πώρου, ο Αλέξανδρος εξέδωσε, είτε στο νομισματοκοπείο της Βαβυλώνας είτε στα Σούσα, σειρά από αργυρά δεκάδραχμα, γνωστά ως «μετάλλια του Πώρου», όπου απεικονίζεται με στρατιωτική ενδυμασία, κρατώντας τους κεραυνούς του Διός και τη μακεδονική σάρισα. Βέβαια, όπως επισημαίνει ο κ. Κακαβάς, έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι η πρώτη παράσταση βασιλιά σε νομίσματα είναι αυτή του Φιλίππου Β’, ιδρυτή του ανακτόρου των Αιγών.
Η αρχή για την επαναστατική αλλαγή της θεματολογίας με την απεικόνιση των πορτρέτων των εν ζωή βασιλέων και βασιλισσών στα νομίσματα των διαδόχων έγινε από τον Πτολεμαίο, στην τελευταία δεκαετία του 4ου αι. π.Χ., και στη συνέχεια από τον Δημήτριο Πολιορκητή κατά την πρώτη δεκαετία του 3ου αι. π.Χ. Στην έκθεση ο επισκέπτης συναντάει «τη μικρή πολύτιμη επιφάνεια των νομισμάτων, μία πινακοθήκη ιστορικών πορτρέτων των ηγεμόνων, οι οποίοι πέρασαν διαδοχικά στους θρόνους της κάθε περιοχής. Με τα ρεαλιστικά τους χαρακτηριστικά κατάφεραν να μεταδώσουν τα πολιτικά και ιδεολογικά τους μηνύματα στην περιοχή έκδοσης και κυκλοφορίας των νομισμάτων τους, αλλά και να αφήσουν ανεξίτηλα τα ίχνη τους στην Ιστορία. Αρκετοί από αυτούς θα είχαν χαθεί στη λήθη του χρόνου εάν τα νομίσματα δεν διατηρούσαν τις μορφές τους και τα ονόματά τους» εξηγεί ο διαπρεπής επιστήμονας.
Στην έκθεση εξέχουσα θέση κατέχουν τα σπάνια χρυσά και αργυρά νομίσματα με πορτρέτα των βασιλισσών και των βασιλέων της Δυναστείας των Πτολεμαίων, όπως το χρυσό οκτάδραχμο με τις συζευγμένες κεφαλές του Πτολεμαίου και της Βερενίκης με την επιγραφή «Θεών» στη μία όψη και αυτές του Πτολεμαίου Β’ και της αδελφής-συζύγου του Αρσινόης με την επιγραφή «Αδελφών» στην άλλη. Επίσης, μοναδικά είναι και τα αργυρά τετράδραχμα από τη σπουδαία Συλλογή Εμπεδοκλέους με τις εικονιστικές κεφαλές ηγεμόνων των ελληνιστικών βασιλείων της Μικράς Ασίας, όπως αυτά του Φιλεταίρου, ιδρυτή της δυναστείας των Ατταλιδών. Αξιομνημόνευτα δάνεια -όπως σημειώνει ο κ. Κακαβάς- είναι τα δεκατρία χρυσά και αργυρά νομίσματα με τις εικονιστικές κεφαλές του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των διαδόχων του, από τη σημαντική Συλλογή Σαρόγλου, χρησιδάνειο της Λέσχης Ελλήνων Αξιωματικών στο Νομισματικό Μουσείο. Για τα θησαυρικά σύνολα, είναι τα πρώτα που εγκαταλείπουν ως δάνεια προσωρινά την εστία τους για τις ανάγκες περιοδικής έκθεσης άλλου ιδρύματος. Πρόκειται για 4 θησαυρούς που ήρθαν στο φως από την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και αντικατοπτρίζουν την τοπική νομισματική κυκλοφορία.