Μιλώντας στον «Ε.Τ.» της Κυριακής, ο συγγραφέας και δημοσιογράφος αναφέρεται «στην ανικανότητά μας και τον φόβο μας να αγαπήσουμε, στα κατά συνθήκη ψεύδη που έχουν στεγνώσει κάθε συναίσθημα, στη βαρβαρότητα της δήθεν πολιτισμένης εποχής μας».
Παύλο, πες μας με λίγα λόγια την ιστορία που αφηγείσαι αυτήν τη φορά.
Η ιστορία του έβδομου μυθιστορήματός μου διατρέχει 100 χρόνια, από τον Μεσοπόλεμο του 20ού αιώνα μέχρι τις μέρες μας. Ξεκινάει στη σημερινή εποχή με μια ηλικιωμένη μαύρη γυναίκα, την Αλέκα, να κάθεται σ’ ένα παγκάκι με φόντο το λιμάνι του Πειραιά και να αγναντεύει τα καράβια. Μαθαίνουμε πως είναι λαϊκή τραγουδίστρια γεννημένη την περίοδο του Μεσοπολέμου στην Αφρική -στην Τανζανία- από Ελληνα πατέρα και μαύρη μητέρα. Αναπολεί εν συντομία τη ζωή της, φαίνεται καταβεβλημένη και απελπισμένη και κάποια στιγμή βγάζει από την τσάντα της ένα παλιό πιστόλι και αυτοκτονεί.
Εκεί τη βρίσκει νεκρή ο Δημοσθένης, ανιψιός της και ήρωας του βιβλίου. Και μαζί με άλλους φίλους του πάνε στην Ικαρία για την κηδεία της.
Τι σου έδωσε το έναυσμα για να μεταφέρεις αυτήν την ιστορία στο χαρτί;
Σε μια εποχή σαν τη δική μας που λέει, πλασάρει και θέλει να πιστεύει ότι είναι ηλεκτρονική, ψηφιακή, μοντέρνα και ακομπλεξάριστη, τα διαφόρων ειδών καψώνια και μπούλινγκ, σεξουαλικά, ψυχικά, διαφορετικής προέλευσης, καταγωγής, ράτσας κ.λπ., όχι μόνο δεν εξαλείφονται, μα πολλαπλασιάζονται και σε σοκάρουν με την αγριότητά τους. Λες και το θηρίο που βρυχάται μέσα στον άνθρωπο δεν εξημερώθηκε καθόλου τους προηγούμενους αιώνες και τώρα ορμάει με αιμομικτικές διαθέσεις. Αυτό, κυρίως, και η υποκρισία μας και ο ρατσισμός μας σε τέτοια θέματα ήταν που με έκαναν έξαλλο και ξεκίνησα να γράφω αυτήν την ιστορία. Και πραγματικά αγριεύω όταν ακούω από νέους ανθρώπους να λένε με απαξίωση: «Α, η παλιο-αδελ…, ο π…στης», «Ο ξένος είναι δούλος και παρακατιανός» ή «Ε, γυναίκα είναι, τι περιμένεις…», «Αντε ρε παλιο-Αλβανέ» και γενικά βλέπουν υποτιμητικά τους αλλοδαπούς εργάτες, πιστεύοντας πως Ελληνας… γεννιέσαι.
Από τι ζητούν οι ήρωες της ιστορίας να απαλλαγούν;
Από την ανικανότητά μας και τον φόβο μας να αγαπήσουμε. Από έναν κόσμο που διαλύεται γύρω τους χωρίς να το παίρνει είδηση κανείς, ούτε οι θύτες ούτε τα θύματα. Από τα κατά συνθήκη ψεύδη που έχουν στεγνώσει κάθε συναίσθημα. Από την άσπλαχνη αδιαφορία όλων μας προς όλους. Από τη βαρβαρότητα της δήθεν πολιτισμένης εποχής μας. Από τους ίδιους τους εαυτούς μας.
Πού χωράνε οι ουτοπίες σε μια εποχή που μετριέται σε νούμερα και αριθμούς;
ΤΙ ΔΙΑΒΑΣΑ
Ζήτω τα όνειρα και οι ουτοπίες! Αμα δεν έχεις όνειρα και δεν πιστεύεις σε ουτοπίες, είσαι νεκρός, παραδομένος και στην ψυχή και στο μυαλό στις αποφάσεις των διεθνών κέντρων αποφάσεων και των τραπεζών που θέλουν να αποφασίζουν για τους πολλούς. Περίτρανο, δυστυχώς, παράδειγμα η πανδημία Covid-19, που μαντρώσανε στα σπίτια του τον πληθυσμό όλης της Γης κι από πάνω ήμασταν και ευγνώμονες προς αυτούς. Είναι, μάλιστα, τόσο «πουλημένο» το παιχνίδι που μας κάνουν να ανοίγουμε οι ίδιοι τα «φέρετρα της απομόνωσης» μέσα στα οποία σχεδιάζουν να μας κλείσουν.
Υπάρχει αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα σήμερα ή μας έχουν αλώσει τα social media και διαβάζουμε μόνο τίτλους στο κινητό μας;
Τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλά. Κι αν δεν αντισταθούμε, θα γίνονται όλο και χειρότερα, γιατί μας έχουν κάνει να πιστεύουμε ότι πληροφορούμαστε, άρα, ξέρουμε, ενώ στην πραγματικότητα έχουμε βαθιά μεσάνυχτα ή, το χειρότερο, έχουμε στρεβλή εικόνα της πραγματικότητας γύρω μας. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω ότι η επανάσταση για έναν καλύτερο κόσμο δεν χάθηκε. Ετσι κι αλλιώς, όλες οι επαναστάσεις από λίγους ξεκίνησαν στην ανθρώπινη ιστορία.
Τι σου έχει μάθει η συγγραφή βιβλίων που δεν σου έμαθε ποτέ η δημοσιογραφία;
Η δημοσιογραφία μού έμαθε να βλέπω και να κρίνω τα γεγονότα. Η συγγραφή βιβλίων να κοιτάζω πίσω από τα γεγονότα, τις αιτίες που τα γεννούν. Η δημοσιογραφία είναι καταγραφή της αλήθειας. Η συγγραφή βιβλίων είναι ερμηνεία της αλήθειας. Η συγγραφή βιβλίων σε μαθαίνει να βλέπεις πόσο τέρας είναι ο άνθρωπος και, παρ’ όλα αυτά, να τον αγαπάς, ελπίζοντας πως κάποτε θα εξημερωθούμε. Εστω κι αν αυτό είναι ουτοπία. Αλλά, είπαμε: Να αγαπάμε τις ουτοπίες μας.
Νέοι συγγραφείς ξεπετάγονται διαρκώς διεκδικώντας την προσοχή μας. Τι θα τους έλεγες πριν ξεκινήσουν να γράφουν τις ιστορίες τους;
Σημασία έχει να πονάς και να αγαπάς αυτά που γράφεις. Ο,τι ωραιότερο κάνω στη ζωή μου περικλείεται σε αυτά τα 32 χρόνια που πέρασαν γράφοντας τα μυθιστορήματά μου.
Ειδήσεις σήμερα
Γιώργος Καραϊβάζ: Οι νέες συλλήψεις που έρχονται και το συμβόλαιο θανάτου
Συντάξεις: Σενάριο για επιστροφή των αναδρομικών από Δώρα και άδειες στους συνταξιούχους