Ηταν σίγουρα παράτολμο για μια πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέα να αγγίξει αυτή την πληγή και όχι μόνο να μιλήσει για εκείνη την πικρή στιγμή του Ελληνισμού, μα και να βάλει την ηρωίδα της να συμβαδίσει με όλα τα γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας από το 1914 έως το 1999.
Γιατί η Ισμήνη της, μια προσφυγοπούλα από τη Σμύρνη, έρχεται στην Ελλάδα το 1922 με ένα παιδί στα σπλάχνα, καρπό της αγάπης της με τον Τούρκο Οσμάν, και δίνει τον αγώνα της να ριζώσει στον νέο της τόπο. Παρακολουθώντας τη ζωή της, παρακολουθούμε ταυτόχρονα τις πολιτικοκοινωνικές και ιστορικές αναταράξεις της Ελλάδας από το 1922 έως τις μέρες μας.
Ερωτες, θάνατοι, απώλειες, πόλεμοι, καημοί και προπάντων άνθρωποι που έρχονται και παρέρχονται στη ζωή της, που την ταλαιπωρούν ή τη βοηθούν να ευτυχήσει, της προσφέρουν πολύτιμες εμπειρίες. Κι όταν η Ισμήνη αποφασίζει στα στερνά της να διηγηθεί τη ζωή της στην εγγονή της, την Αννα, τότε της δίνει το κουράγιο με το παράδειγμά της να σωθεί από τη μάστιγα των ναρκωτικών και άθελά της της αποκαλύπτει ότι έχει εγκλωβιστεί σε έναν αδιέξοδο έρωτα.
Η ιστορία δείχνει απλή αλλά δεν είναι. Η Τραυλού φαίνεται πως σε αυτό το βιβλίο πέτυχε την τέλεια αρμονία ύφους, γλωσσικής φόρμας και θεματικής. Το βιβλίο αγαπήθηκε πολύ από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό και προκάλεσε λόγω της επιτυχίας του μια έκρηξη λογοτεχνικής παραγωγής με θέμα τις πατρίδες που χάθηκαν.
Κάπου στην εισαγωγή της αναφέρει χαρακτηριστικά ότι, διαβάζοντας την ιστορία του Βακαλόπουλου, κατέληξε στο συμπέρασμα πως η ιστορία δεν είναι στείρες παγωμένες λέξεις σ’ ένα κομμάτι χαρτί, αλλά ανάσες, έρωτες, αίμα, καημοί, χτυποκάρδια, απώλειες, χαρές και λύπες ανθρώπων, που όλα μαζί σε μια δεδομένη εποχή συνθέτουν το όλον της ανθρώπινης μοίρας και το τραγικό της αυτογνωσίας μας. Αυτές τις ανάσες, τους καημούς, τις χαρές και τις λύπες των ανθρώπων θέλησε να αποτυπώσει στο χαρτί της, και κατά την άποψή μου το κατάφερε με άρτιο τρόπο. Με αυθεντικότητα και ζωντάνια σμιλεύει όλους τους χαρακτήρες της, επιτρέποντας στον αναγνώστη όχι μόνο να μάθει την ιστορία τους, αλλά και να διαλέξει με ποιον θα ταυτιστεί.
Αυτό όμως που με εντυπωσίασε περισσότερο διαβάζοντας την επανέκδοσή του από τις εκδόσεις Διόπτρα ήταν πως βρέθηκα αντιμέτωπη με ένα ολοκαίνουργιο βιβλίο ή ορθότερα με μια ακόμη πιο άρτια και θελκτική εκδοχή του, αφού η συγγραφέας δεν επαναπαύτηκε στις δάφνες της πρώτης έκδοσης, αλλά το αναθεώρησε με την τωρινή πιο ώριμη ματιά της έπειτα από είκοσι χρόνια στο συγγραφικό μετερίζι, όπως έκανε επίσης στα βιβλία «Η Μήδεια δεν χόρεψε ποτέ» και «Το άγαλμα στη σοφίτα» (αρχικό βιβλίο, «Τα ρόδα της σιωπής»), γεγονός που αποδεικνύει τη συνεχή της αναζήτηση και τη συγγραφική ευσυνειδησία της.
Πέρα όμως από ένα απολαυστικό, λεπτοδουλεμένο ανάγνωσμα με πολλούς καλοσμιλεμένους χαρακτήρες, το βιβλίο προσφέρει ερεθίσματα για σκέψη πάνω σε φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα που αποτελούν μάστιγα σε παλιότερες εποχές, όπως η προίκα, η εκτός γάμου εγκυμοσύνη, η προσφυγιά, η ενδοοικογενειακή βία, ο ναζισμός, ο αντισημιτισμός.
Η αριστοτεχνική εικονοπλασία, η ατμοσφαιρικότητα, η φυσικότητα των διαλόγων και η βαθιά κατανόηση της ανθρώπινης φύσης, έτσι όπως η Τραυλού «υποδύεται» και αποδίδει την ψυχοσύνθεση των ηρώων της, δεν επιτρέπουν στον αναγνώστη να βαρεθεί στιγμή και η ρέουσα γλώσσα της δικαιολογεί απόλυτα το λόγο που το βιβλίο αγαπήθηκε και είμαι σίγουρη πως θα αγαπηθεί εκ νέου.
ΤΙ ΔΙΑΒΑΣΑ
Οι τρεις λόγοι της επιτυχίας
Οταν κάποιος αναρωτιέται για τους λόγους των διθυραμβικών εντυπώσεων, νομίζω πως καταλήγει σε τρεις: Πρώτα απ’ όλα, έπαιξε ρόλο το θέμα, αφού οι χαμένες πατρίδες θα αποτελούν για πάντα ανοιχτή πληγή για τον Ελληνα.
Επειτα, επειδή προσφέρει υψηλό βαθμό ταύτισης. Τόσο η Ισμήνη, η ηρωίδα, που είναι μια γυναίκα που δεινοπαθεί αλλά εντέλει κερδίζει τον αγώνα της επιβίωσης φερμένη από εκείνα τα χώματα, όσο και οι υπόλοιποι χαρακτήρες του βιβλίου καταφέρνουν να συμβολοποιούνται από την πένα της Τραυλού, δίνοντας την ευκαιρία στον αναγνώστη να τους αφουγκραστεί και να αναπτύξει ενσυναίσθηση για τα δεινά που προκάλεσαν η πολιτική και οι πόλεμοι.
Ο τρίτος λόγος είναι πως η ιστορία είναι γραμμένη με την αγνότητα της νεανικής συγγραφικής σκέψης της Τραυλού, στα πρώτα της βήματα, και τόσο η γλώσσα όσο και το ύφος απηχούν το πάθος της να αποτυπώσει πρωτίστως το συναίσθημα.
Η σκηνή στο Αουσβιτς
Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω μία κορυφαία στιγμή του βιβλίου: την Ισμήνη να επισκέπτεται το Αουσβιτς και να ανακαλύπτει σε μια φωτογραφία, ανάμεσα στον σωρό των αποστεωμένων κορμιών, την εβραιοπούλα Ρεβέκκα, που την είχε σαν κόρη της. Θα με θυμηθείτε όταν διαβάσετε τη σκηνή.
Η αλήθεια είναι πως, γράφοντας αυτό το κείμενο, θεώρησα πως αδικώ το «Ηθελα μόνο ένα αντίο», επειδή δεν χρειάζεται συστάσεις και επαίνους. Απλώς διαβάστε το.
Τα Ελληνοτουρκικά
Ενδεχομένως επίκαιρο όσο ποτέ εξαιτίας του προσφυγικού ζητήματος και των τεταμένων ελληνοτουρκικών σχέσεων στις μέρες μας, προβάλλει την έχθρα που προκαλεί η πολιτική ανάμεσα σε λαούς που δεν έχουν τίποτε να μοιράσουν. Η αγάπη της Ισμήνης με τον Οσμάν και αντίστοιχα της εγγονής της με τον Τούρκο πυροσβέστη Μουράτ δεν περιορίζονται στο μοτίβο ενός ρομάντσου, αλλά οδηγούν αβίαστα τη σκέψη σε ουσιαστικούς προβληματισμούς.
Ελληνες και Τούρκοι, λάδι και νερό, θα αναφέρει η Ισμήνη αποτυπώνοντας γλαφυρά μια αλήθεια την οποία, όσο κι αν οι λαοί προσπαθούν να λειάνουν και να διαγράψουν απ’ το μυαλό τους, η επίσημη πολιτική τη συντηρεί, σπέρνοντας διχόνοιες στους απλούς ανθρώπους.
INFO
ΗΘΕΛΑ ΜΟΝΟ ΕΝΑ ΑΝΤΙΟ
Πασχαλία Τραυλού
Εκδόσεις Διόπτρα
Ειδήσεις σήμερα
Nord Stream: Σαμποτάζ οι εκρήξεις στους αγωγούς – Βρέθηκαν ίχνη εκρηκτικών
Γονικές παροχές και δωρεές χρημάτων με ένα «κλικ»