Σπουδαίος καλλιτέχνης, μπορούσε να δίνει ακόμα και στον πιο μικρό ρόλο τη δική του σφραγίδα και να τον κάνει να μένει στη μνήμη μας. Εκείνος ήταν που με την εμβληματική φωνή του ερμήνευσε τον περίφημο ποιητή Τιμολέοντα Φανφάρα στην ταινία «Ξύπνα, Βασίλη» του Γιάννη Δαλιανίδη (1969) και αν και δεν ήταν ο κεντρικός πρωταγωνιστής, ωστόσο έκλεψε τις εντυπώσεις. Οι στίχοι «μαύρα κοράκια, κόκκινα κοράκια» του ποιητή Φανφάρα, αλλά και το «σκοτάδι πίνω για πιοτό, πω πω πω, πω πω πω», μπαίνουν στο στόμα όλων ως σήμερα και προκαλούν γέλιο.
Αλλος ένας ρόλος που χαρακτήρισε με την ερμηνεία του έξω από το θεατρικό σανίδι και έγινε γνωστός στο πανελλήνιο ήταν εκείνος του Σόλωνα στην τηλεοπτική σειρά «Εκείνος και Εκείνος», του Κώστα Μουρσελά, με συμπρωταγωνιστή τον Βασίλη Διαμαντόπουλο, ως Λουκά, που προβλήθηκε το 1972 στην ΕΡΤ, με τους δυο τους να φιλοσοφούν σε μια δύσκολη περίοδο για την Ελλάδα και να περνούν υπόγεια μηνύματα. Ιδιαίτερη αίσθηση είχε κάνει επίσης ο ρόλος του στην ταινία «Ενας ιππότης για τη Βασούλα», επίσης του Γιάννη Διαλανίδη (1968), όπου ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος υποδυόταν έναν δικηγόρο, ο οποίος μιλούσε στην καθαρεύουσα.
Την είδηση του θανάτου του έκανε γνωστή και ο Σπύρος Μπιμπίλας στα social media, γράφοντας: «Πριν από λίγο πληροφορηθήκαμε το θλιβερό νέο. Την τραγική απώλεια για τον ελληνικό πολιτισμό, το θέατρό μας και την οικογένεια των καλλιτεχνών. Μάθαμε την αποχώρηση από τη ζωή του σπουδαίου ηθοποιού, ανθρώπου, αγωνιστή, συνδικαλιστή, οικογενειάρχη, Γιώργου Μιχαλακόπουλου. Το στίγμα που αφήνει δεν θα ξεχαστεί και τον ευγνωμονούμε για την παρακαταθήκη που μας αφήνει. Θερμά συλλυπητήρια στην αγαπημένη του σπουδαία Αθηνά και τα παιδιά του», σημείωσε ο Σπύρος Μπιμπίλας.
Ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος γεννήθηκε το 1938 στην Αθήνα και σπούδασε υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1959 ως πρωτοετής σπουδαστής της Σχολής στην επεισοδιακή παράσταση του Καρόλου Κουν «Ορνιθες» στο Ηρώδειο. Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα του στις αρχές της δεκαετίας του ’60 στον θίασο του Δημήτρη Παπαμιχαήλ και αργότερα συνεργάστηκε με τον θίασο του Κώστα Μουσούρη, ερμηνεύοντας σημαντικούς ρόλους μεγάλων συγγραφέων, όπως των Τσέχωφ και Μολιέρου. Ειδικά στην παράσταση «Δον Ζουάν» το 1968, ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος εντυπωσίασε με την ερμηνεία του στο ρόλο του Σγαναρέλο.
Το 1973 ίδρυσε το Θέατρο Σάτιρας και έπαιξε μεταξύ άλλων στα έργα: «Ω, τι κόσμος μπαμπά» του Κώστα Μουρσελά, «Συνεργός» του Φρ. Ντύρεμαντ, «Βλαβερές συνέπειες του καπνού» του Τσέχωφ. Το 1981 οργάνωσε στις φυλακές Κορυδαλλού το θεατρικό εργαστήρι με κρατουμένους. Στο θέατρο είχε εμφανιστεί σε παραστάσεις όπως: «Εγκλημα και Τιμωρία», «Ο θάνατος του εμποράκου», «Κάθε Πέμπτη κύριε Γκριν» και «Το τίμημα». Ως θεατρικός σκηνοθέτης, σκηνοθέτησε αρκετά έργα, ανάμεσα στα οποία: «Τα παιδιά στο Δάσος του Ρομπέν» του Τζ. Κρόκερ, «Εκκλησιάζουσες» και «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη, «Ο θάνατος του Εμποράκου» του Αρθουρ Μίλερ, «Επιστάτης» του Χάρολντ Πίντερ.
Οι ερμηνείες του στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου σε αριστοφανικούς ρόλους άφησαν εποχή. Αναμεσά τους το 1986 έπαιξε το ρόλο του Διονύσου στην παράσταση «Βάτραχοι». Το 1989 στις «Θεσμοφοριάζουσες» είχε το ρόλο του Μνησίλοχου. Στο Φεστιβάλ Αθηνών (Ηρώδειο 1985) συμμετείχε στην «Ειρήνη» στο ρόλο του Τρυγαίου. Στο Εθνικό Θέατρο (1986-1987) έπαιξε στο «Αχ! Αυτά τα φαντάσματα» και «Ο γλάρος» και πολλές ακόμα παραστάσεις.
Στον κινηματογράφο έπαιξε σε αρκετά έργα, κάνοντας το κινηματογραφικό του ντεμπούτο το 1964, ερμηνεύοντας δεύτερους ρόλους στις ταινίες «Οι Φτωχοδιάβολοι», «Ο πολύτεκνος» και «Φεύγω με πίκρα στα ξένα». Συμμετείχε επίσης, μεταξύ άλλων, στις ταινίες «Η ωραία του κουρέα» του Ντίνου Δημόπουλου (1969), «Ενα γελαστό απόγευμα» του Ανδρέα Θωμόπουλου (1979), «Το βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου (1995), το «Φράγμα» του Δημήτρη Μακρή (1982). Αξέχαστη ήταν επίσης η ερμηνεία του στη βραβευμένη ταινία «Ο Κύριος με τα Γκρι» του Περικλή Χούρσογλου το 1997.
Εχει κερδίσει το Α΄ Βραβείο ανδρικού ρόλου Καρόλου Κουν και το βραβείο «Αιμίλιος Βεάκης». Διετέλεσε καθηγητής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου και δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στο Τμήμα Θεάτρου. Υπήρξε δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων κατά την περίοδο 1974-1986 και αντιπρόεδρος ΚΕΘΕΑ.
Ζωή μακριά από τα φώτα
Με τη βελόνα του πικάπ: Κύκλοι τραγουδιών της Λίνας Νικολακοπούλου στο Major Seven
Ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος είχε καταφέρει να κρατήσει την προσωπική του ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Εκτός από σπουδαίος θεατράνθρωπος, ήταν και ευτυχισμένος οικογενειάρχης.
Ηταν παντρεμένος με την επίσης ηθοποιό Αθηνά Μιχαλακοπούλου με κουμπάρους τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ και την Αλίκη Βουγιουκλάκη και είχε δύο κόρες, την Ιωάννα, που είναι σκηνοθέτιδα, με την οποία συνεργάστηκε σε αρκετές παραστάσεις, και την Ελένη, που είναι ζωγράφος.
ΣΥΛΛΥΠΗΤΗΡΙΑ
«Ακάματος εργάτης του θεάτρου»
Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη στο συλλυπητήριο μήνυμα της υπουργού Πολιτισμού για το θάνατο του Γιώργου Μιχαλακόπουλου δήλωσε: «Η απώλεια του Γιώργου Μιχαλακόπουλου, που μας άφησε μετά από μια μετεωρική πορεία έξι δεκαετιών στη σκηνή και την οθόνη, αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό στο χώρο της Τέχνης. Δεν μας χάρισε μόνο ερμηνείες αναφοράς, μας κληροδότησε επίσης ένα υπόδειγμα ολοκληρωμένου καλλιτέχνη, φάρο για τις επόμενες γενιές.
Η φυσικότητα με την οποία ενσάρκωσε δεκάδες ρόλους του κλασικού και σύγχρονου ρεπερτορίου συχνά μας παραπλανούσε, καθώς ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος ήταν ένας βαθιά καλλιεργημένος άνθρωπος και ένας ακάματος εργάτης του θεάτρου, με προσήλωση και διαρκή πάλη με το κείμενο, αλλά και αφοσίωση στην εξαντλητική επεξεργασία και την τελειοποίηση των σκηνικών του τεχνικών…
Στη σύζυγό του Αθηνά, συνοδοιπόρο του στο σανίδι και τη ζωή, τις κόρες τους και τους αμέτρητους φίλους του απευθύνω τα θερμά μου συλλυπητήρια».
Στην ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. σημειώνεται: «Ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος υπηρέτησε την Τέχνη, το θεατρικό σανίδι, τον ελληνικό κινηματογράφο για πάνω από έξι δεκαετίες. Σε όλη του την πορεία ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος υπήρξε εργάτης του πολιτισμού, αλλά κι άνθρωπος με βαθιά κοινωνική ενσυναίσθηση. Θα τον θυμόμαστε για την προσφορά του στον πολιτισμό αλλά και στην κοινωνία τις ανάγκες της οποίας υπηρέτησε με συνέπεια».
Η Finos Film στο σχόλιο που συνοδεύει την ανάρτησή της στα social media για το χαμό του Γιώργου Μιχαλακόπουλου αναφέρει: «Με τεράστια θεατρική διαδρομή και βαθύ καλλιτεχνικό ταλέντο μάς χάρισε μεγάλες ερμηνείες με ποιότητα και ήθος. Στον κινηματογράφο θα τον θυμόμαστε πάντα ως τον γλυκύτατο ποιητή Φανφάρα από την ταινία «Ξύπνα, Βασίλη» (1969). Μια βαθιά υπόκλιση σήμερα μαζί με τα θερμά μας συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους του».
ΤΙ ΕΙΧΕ ΠΕΙ Ο ΙΔΙΟΣ
«Ο Κουν το Α και το Ω της όποιας αξιοσύνης μου»
Για το ταλέντο; «Τι είναι ταλέντο ούτε τώρα το ξέρω. Αισθανόμουν όμως καλά και ήξερα ότι αυτή είναι η δουλειά μου. Αφιερώθηκα και προχώρησα»
Για το ρόλο του στην ταινία «Ξύπνα, Βασίλη»: «Μια ωραία τριάδα. Εγώ, ο Γιώργος Κωνσταντίνου και ο Αλέκος Αλεξανδράκης. “Κουμπώσαμε” χωρίς καμία δυσκολία. Στην ταινία πήγα τυχαία, μιας και δεν είχα ιδιαίτερη σχέση με τον κινηματογράφο. Με πήραν από τη Φίνος και συγκεκριμένα ο Δαλιανίδης για να μου πει για την ταινία και το ρόλο».
Για το αν η τηλεόραση θα βλάψει το θέατρο: «Πιστεύω ότι θα κάνει καλό. Κι αυτό τουλάχιστον φαίνεται έως τώρα».
Για τον Κάρολο Κουν: (στην εκπομπή Ενώπιος Ενωπίω» του Νίκου Χατζηνικολάου): «Ο Κουν ήξερε να χτίζει ρόλους, παραστάσεις και ηθοποιούς. Ηταν ένας μάστορας του θεάτρου. Δεν ήταν εύκολο να βρεις μια αντίστοιχη προσωπικότητα, ήταν μια ιδιαίτερη περίπτωση… Ηταν το άλφα και το ωμέγα της όποιας αξιοσύνης μου», είχε τονίσει.