Το «Blue & Lonesome» περιλαμβάνει δώδεκα διασκευές σε κλασικά μπλουζ κομμάτια, κυρίως της σκηνής του Σικάγο, ηχογραφήθηκε κατά λάθος, αφού οι νέες ιδέες δεν καρποφορούσαν και γράφτηκε μέσα σε δύο μέρες. «Ηδη ανυπομονώ για το δεύτερο μέρος», λέει ο Κιθ Ρίτσαρντς, ενώ ο Ρόνι Γουντ υποστηρίζει ότι με το νέο έτος οι Stones θα καθίσουν να βγάλουν άκρη με το καινούργιο υλικό τους.
«Εχουμε ήδη τελειώσει κάποια κομμάτια και υπάρχουν ιδέες για μερικά ακόμη», υπόσχεται. Την ίδια στιγμή δεν βλέπει το λόγο να μην παραμείνουν στη σκηνή για κάποια χρόνια ακόμη. «Οσο μπορούμε να παίζουμε και όσο ο Μικ θα είναι σε θέση να πουλάει τα τραγούδια με τον υπέροχο, μοναδικό του τρόπο, θα συνεχίσουμε. Ο Howlin’ Wolf σχεδόν πέθανε πάνω στη σκηνή. Το 2001 είδα τον Τζον Λι Χούκερ σε συναυλία και στα καμαρίνια ήταν γεμάτος ζωή και όρεξη να μου δείξει το καινούργιο του καπέλο, το καινούργιο του CD, τη νέα του φίλη. Και όλα αυτά λίγο πριν πεθάνει κι αυτός. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην κάνουμε κι εμείς το ίδιο», υποστηρίζει.
Αν και προτιμούν να γεμίζουν τα στάδια, το πρόσφατο Oldchella, το τριήμερο φεστιβάλ με τους Νιλ Γιανγκ, Πολ Μακάρντεϊ, Ρότζερ Γουότερς, The Who και Μπομπ Ντίλαν ήταν για αυτούς μια υπέροχη εμπειρία. Κι ας κατέληξε σε λαρυγγίτιδα για τον Μικ Τζάγκερ από την άμμο της ερήμου στο Παλμ Σπρινγκς. Συνέπεσε μάλιστα με την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Μπομπ Ντίλαν. «Δεν ήξερε πώς να το αντιμετωπίσει αλλά καταλάβαινε ότι κάτι καλό του είχε συμβεί», λέει ο Ρόνι Γουντ για τον κορυφαίο Αμερικανό καλλιτέχνη που τον συνάντησαν στα παρασκήνια. «Του δίναμε συγχαρητήρια για το βραβείο κι εκείνος μας ρώταγε αν όντως ήταν καλό αυτό για τον ίδιο. Το αξίζεις, του απαντούσαμε, κι αυτός έλεγε απλά ευχαριστώ», θυμάται ο Ρόνι Γουντ.
Όσον αφορά στην επιστροφή τους στις ρίζες, στα κομμάτια που τους άρεσε να παίζουν όταν πρωτοξεκίνησαν, ο Τσάρλι Γουατς τονίζει ότι «πάντα αυτά παίζαμε. Εγώ έμαθα να παίζω τύμπανα βλέποντας τον Φιλ Σίμαν, τον Μαξ Ρόουτς, τον Μπέιμπι Ντοντς και τον Λούις Αρμστρονγκ και μόνο ο πρώτος είναι Βρετανός. Οι άλλοι τρεις είναι μαύροι Αμερικανοί. Οταν ο Τζίντζερ Μπέικερ έπαιζε ντραμς, ακουγόταν εξίσου Αφρικανός όσο και οι Αφρικανοί ντράμερ». Οταν οι Stones πήγαν στα Chess studios στο Σικάγο το 1964 και το 1965 για να ηχογραφήσουν, οι μπλούζμεν, όπως ο Muddy Waters, τους αγκάλιασαν. «Ολοι αυτοί οι καλλιτέχνες είχαν μεγάλη καρδιά. Ηταν απόλαυση να παίζεις μαζί τους. Ηταν βέβαια όλοι πικραμένοι, γιατί ένιωθαν ότι τους έκλεβαν και δεν κέρδιζαν όσα τους αναλογούσαν.
Αυτό όμως δεν τους σταματούσε από το να συνεχίζουν να παίζουν μουσική», λέει ο Τσάρλι Γουάτς και προσθέτει: «Η μουσική είναι σαν την ποίηση. Από τη στιγμή που θα ηχογραφηθεί και θα κυκλοφορήσει, ανήκει σε όλους. Μπορεί να είσαι Ισραηλινός και να μην ξέρεις λέξη αγγλικά, αλλά να παίζεις εξαιρετικά όπως ο Ρόι Χέινς. Ακούς ένα τραγούδι στο ραδιόφωνο του BBC και αναρωτιέσαι ποιος είναι αυτός ο τύπος. Και μετά μαθαίνεις ότι είναι κάποιος άγνωστος από την Τασκένδη. Προφανώς, άκουσε πολλούς δίσκους πριν πιάσει κι αυτός τις μπαγκέτες, έτσι δεν είναι;».
ΚΩΣΤΑΣ ΖΑΛΙΓΚΑΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου