Το έργο του Χέρμαν Κοχ μιλάει για την έννοια της ευτυχίας και πως αυτή εγκαθιδρύεται ετσιθελικά και κάπως ψευδεπίγραφα στις ζωές μας. Όχι από κάποια αόρατη δύναμη. Από εμάς τους ίδιους. Θέλουμε να επιβάλλουμε την ευτυχία στους εαυτούς μας και στους ανθρώπους μας. Με το ζόρι βγαίνουμε έξω για να «διασκεδάσουμε». Με το ζόρι αγκαλιάζουμε τον/την σύντροφο και χαμογελάμε σαν να μην υπάρχουν ρωγμές μέσα μας που έχει προκαλέσει η στάση τους ή ο ίδιος ο χρόνος.
Παρουσιαζόμαστε υποκρινόμενοι τους χαρούμενους σε τραπέζια και δεξιώσεις. Η ζωή μας είναι τέλεια και θα σας την τρίψουμε στα μούτρα. Μόνο να της ρίξουμε λίγο άρωμα για να μην καταλάβετε τη βρωμιά της όσο θα την τρίβουμε. Πολλές φορές οι άνθρωποι οδηγούν τη ζωή τους σε αυτή την κατάσταση. Να μη δείξουν ούτε σπιθαμή τρωτότητας στους άλλους.
Άλλοι το κάνουν γιατί έχουν πληγωθεί και πλέον ζουν μόνο με άμυνες. Άλλοι το κάνουν γιατί δεν είχαν την τύχη να πληγωθούν και δεν έμαθαν πως είναι. Και οι δύο κατηγορίες καταντούν αξιολύπητες. Γιατί αποφεύγουν τα αναγκαία πάθη και τις αναγκαίες κατρακύλες της ζωής.
Αυτό κάνουν και τα δύο ζευγάρια στο Δείπνο. Με τον Γιώργο Κοτανίδη να απλώνει ένα πέπλο καθωσπρεπισμού, μπονβιβερισμού και χιουμοριστικής αβροφροσύνης, τα δύο ζευγάρια προσπαθούν να ισορροπήσουν μεταξύ τους. Όποιος πέσει από το σχοινί θα πνιγεί. Από κάτω τους τα τέρατα είναι το ψέμα, οι φιμωμένες επιθυμίες, θυμοί που δεν εκδηλώθηκαν, μεγάλα μυστικά, η ζήλια.
Σε ένα δείπνο συναντιούνται ο Πολ, η Κλαιρ, ο Σερζ και η Μάμπετ. Ο Πολ και ο Σερζ είναι αδέρφια. Ο Πολ και η Κλαιρ παντρεμένοι με παιδί τον Μισέλ. Ο Σερζ και η Μάμπετ παντρεμένοι με παιδί τον Ρικ και υιοθετημένο παιδί τον Σομαλό Μπο. Ο Σερζ προαλείφεται τον προεδρικό θώκο της Ολλανδίας. Ο Πολ έχει έντονες εκρήξεις θυμού και κάπως αιρετικές αντιλήψεις. Η Μάμπετ είναι μονίμως ειρωνική απέναντι στα πάντα. Η Κλαιρ μοιάζει συγκαταβατική και καταπλακωμένη ψυχολογικά.
Όλους αυτούς τους ενώνει κάτι που δεν ξέρουν ότι τους ενώνει. Τα παιδιά τους, ο Μισέλ και ο Ρικ, έχουν διαπράξει δολοφονία. Όχι εκ προμελέτης. Ούτε εν βρασμώ ψυχής. Εν είδει παιγνίου. Πλάκας. Έτσι θεώρησαν με μια άστεγη που στεκόταν εμπόδιο ανάμεσα σε αυτούς και την ανάληψη χρημάτων από ένα ATM. Εδώ έχουμε ένα πρώτο συμβολισμό από τον Κοχ.
Αφαίρεση του ανθρωπισμού από τον άνθρωπο. «Μα καλά, αυτοί οι άστεγοι δε μπορούν να πάνε να κάνουν ένα μπάνιο; Βρωμάνε. Δε μπορούν να τους κλείσουν κάπου;» θα μπορούσε να λέει εναλλακτικά μια φωνή της λεγόμενης υψηλής κοινωνίας.
Όλοι τους γνωρίζουν τι έχει συμβεί, αλλά δεν ξέρουν πως το γνωρίζουν κι οι άλλοι. Όλοι τους ψάχνουν τρόπο να το αποσιωπήσουν ή να το αποκαλύψουν. Το δείπνο δεν είναι μόνο τα γκουρμέ πιάτα που τοποθετούνται με συνέπεια πάνω στο τραπέζι. Είναι αναμνήσεις που φέρνουν στην επιφάνεια τους χαρακτήρες του καθενός από τους τέσσερις. Κάτι που λειτουργεί και πρακτικά γιατί ο κάθε χαρακτήρας θα λειτουργήσει με ένα τρόπο που θα δικαιολογεί όλη την προηγούμενη στάση του.
Το ανσάμπλ των ηθοποιών αποδίδει με έναν κρυστάλλινο τρόπο τον φόβο, την ηγεμονία της τελειότητας, τις ευάλωτες πτυχές, αλλά και τη σήψη που υπάρχει μέσα τους και επιλέγουν να την ερμηνεύουν ως φυσιολογικότητα.
Ο Γιώργος Κοτανίδης είναι ο συνεκτικός ιστός όλων με αυτή την χιουμοριστική και κάπως ειρωνική αβροφροσύνη, με την επιμονή του στην λεπτομέρεια των πιάτων, με την μανία να αναδείξει την υψηλότητα της δημιουργίας απευθυνόμενος σε ανθρώπους που είναι στο στάδιο απώλειας της όποιας υψηλότητας. Ο Στέλιος Μάινας ως Πολ με μια χειμαρρώδη ωμότητα και αγριότητα αποτελεί το πηνίο για τους άλλους τρεις.
Η Κατερίνα Λέχου στο ρόλο της Κλαιρ ξεκινάει με μια υπογειακή σιωπή που φτάνει στην κορύφωση να γίνει ξέσπασμα. Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος ως Σερζ είναι η φωνή της συνείδησης που όσο την σπρώχνεις προς τα μέσα τόσο αλλοιώνεται και σου λέει αυτά που θες κι όχι αυτά που είναι σωστά. Η Κατερίνα Μισιχρόνη σφόδρα ειρωνική προς τους άλλους, αλλά και ένα γυαλί που ακούς το τσίριγμα του και ξέρεις ότι στο πρώτο φύσημα του ανέμου θα σπάσει.
Το Δείπνο εν τέλει δεν είναι μια ευγενής πέψη. Είναι το αντίθετο. Μια αναταραχή στομάχου. Μια απόρριψη του μοσχεύματος που λέγεται «ευτυχία όπως και να ‘χει». Κι η παράσταση της Λίλυς Μελεμέ το αποτυπώνει αυτό σε μια άρτια μορφή.
Ταυτότητα Παράστασης:
Μετάφραση: Κάτια Σπερελάκη
Σκηνοθεσία και Δραματουργική επεξεργασία: Λίλλυ Μελεμέ
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Σκηνικό: Μιχάλης Σαπλαούρας
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Βοηθός σκηνοθέτη: Ειρήνη Βαλατσού
Διεύθυνση παραγωγής: Κατερίνα Μπερδέκα
Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος
Παραγωγή: Ομάδα Νάμα – Λυκόφως
Παίζουν: Στέλιος Μάινας, Κατερίνα Λέχου, Γιώργος Κοτανίδης, Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Κατερίνα Μισιχρόνη
Πληροφορίες: Σύγχρονο Θέατρο, Ευμολπιδών 45, Γκάζι, Μέχρι 30 Ιανουαρίου, Ημέρες & Ώρες: Τετάρτη 18:15, Παρασκευή 21:00, Σάββατο 21:15, Κυριακή 21:00