Αυτές και άλλες συγκινητικές μνήμες από τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια, τις οποίες διηγήθηκε γλαφυρά και με χιούμορ μοιράστηκε χθες το μεσημέρι, με τους εκπροσώπους του Τύπου, ο Τόλης Βοσκόπουλος. Αφορμή η μεγάλη γιορτή στο Ηρώδειο για τα εξήντα χρόνια παρουσίας του στο ελληνικό τραγούδι. Στις 30 Σεπτεμβρίου ο αγαπημένος στο ευρύ κοινό ερμηνευτής θα εμφανισθεί για πρώτη φορά στη σκιά της Ακρόπολης. «Στον ιερό αυτό χώρο», όπως τον ονόμασε ο ίδιος, θα τραγουδήσει όλες τις μεγάλες του επιτυχίες. Στο πλευρό του η πάντα λαμπερή σύζυγός του Αντζελα Γκερέκου, καθώς η συναυλία έχει και μια γεύση από την Κέρκυρα, με φιλαρμονική και χορωδίες που καταφθάνουν από το όμορφο νησί.
Μπορεί ο Τόλης Βοσκόπουλος να μην αναφέρθηκε στα της συναυλίας όμως όλα αυτά που θυμήθηκε ήταν ουσιαστικά και φώτιζαν τη δική του διαδρομή, αλλά και την αρχή του στ χώρο του τραγουδιού.
Σας τα παραθέτουμε αυτούσια:
«Ηθελα να μιλήσω και να το τονίσω την καταγωγή μου. Οι γονείς μου ήταν Μικρασιάτες και ήρθαν με τη Μικρασιατική Καταστροφή. Εγώ γεννήθηκα εδώ. Εχω όμως και μια άλλη καταγωγή, τη λαϊκή καταγωγή της γειτονιάς. Με μεγάλωσε με αρχές, δίπλα σε ανθρώπους που δεν ήταν καλλιεργημένοι. Να φανταστείτε είδα το κέντρο της Αθήνας στα 13 μου χρόνια. Μέχρι τότε ήμουν στη λαχαναγορά στα Λεμονάδικα. Εκεί όπου ήταν ο πατέρας μου, ο οποίος κατάφερε, ένας Σμυρνιός πρόσφυγας, να γίνει αφεντικό. Εκανε μαγαζί στα Λεμονάδικα στον Πειραιά και έγραψε το όνομά του απ’ έξω. Καμάρωνε πολύ…Το θεωρούσε επίτευγμα. Αποφάσισε να βάλει το γιο του να συνεχίσει. Στη λαχαναγορά οι γυναίκες δεν έμπαιναν. Αρχισε να κάνει παιδιά, για να κάνει ένα γιο να κρατήσει το όνομα έξω από το μανάβικο. Και τα παιδιά γεννιόντουσαν όλα κορίτσια. Εφτασε τελικά στο εικοστό παιδί και γεννήθηκα εγώ. Είμαι ταμένος στον Αγιο Απόστολο τον Λαυρέντιο στον Βόλο. Γι’ αυτό έχω και το όνομά του. Ο Αγιος Απόστολος έκανε το θαύμα του και γεννήθηκε επιτέλους το αγοράκι… Από την ημέρα που γεννήθηκα ο πατέρας μου έφτιαξε κάρτες όπου έγραφε “Χαράλαμπος-Ιωάννου Βοσκόπουλος και υιό”. Και το υιός το έβαλε και έξω από το μαγαζί.
Από παιδάκι που ήμουν ο πατέρας μου με έπαιρνε στην αγορά να μάθω τη δουλειά. Εγώ όμως δεν μπορούσα αυτή τη δουλειά, αλλά δεν του έλεγα τίποτα, γιατί ήμουν παιδάκι. Μέχρι που έφτασα στα 15 μου χρόνια και είδα ότι δεν αντέχω την κατάσταση της λαχαναγοράς»
«Στην Κοκκινιά που μέναμε έρχονταν τα μπουλούκια. Πήγαν οι γονείς μου να δουν παράσταση και πήραν κι εμένα. Μόλις είδα κι εγώ την παράσταση, τρελάθηκα!. Είπα, αυτή τη δουλειά θα κάνω! Πρέπει να το πω στον πατέρα μου. Ξέρετε τι σημαίνει για ένα λαχαναγορίτη να κάνει 20 παιδιά για να κάνει ένα αγόρι να κρατήσει το όνομά του στο μαγαζί και το αγόρι να του πει ξαφνικά, δεν μπορώ να κάνω τι δουλειά αυτή. Και το χειρότερο να του πει ότι θέλει να γίνει θεατρίνος!».
«Ημουν έτοιμος να με σφάξει. Ομως ήταν τόσο λεβέντης ο πατέρας μου, που πήγε και με έγραψε στη δραματική σχολή. Στο Εθνικό Ωδείο του Μανώλη Καλομοίρη. Στην επιστροφή με ρώτησε “ξέρεις γιατί το έκανα αυτό; Για να μην μου πεις μια μέρα ότι εγώ θα γινόμουν κάτι κι εσύ με εμπόδισες”. Ακόμα και σήμερα που κοντεύω 80 χρονών κάθε φορά που βγαίνω στη σκηνή του λέω «πατέρα, κοίτα τώρα». Είμαι πανευτυχής που κατάφερα να φτάσω σ’ αυτό το σημείο, να εμφανίζομαι στο Ηρώδειο, διατηρώντας την απλότητα και τη λαϊκότητά μου».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]