Η δεύτερη, με την αίγλη του ονόματος του Εθνικού θεάτρου και τις δυνατότητες που αυτό συνεπάγεται, μόλις άρχιζε την πορεία της, ενώ, η πρώτη μετά από 2 μήνες διαδρομής, έκλεινε τον πρώτο κύκλο της.
Αν με ρωτήσετε ποιά από τις δύο με ενθουσίασε περισσότερο θα απαντήσω ανεπιφύλακτα τα «Θεϊκά αντικείμενα». Τούτο όχι, μόνον, γιατί μου αρέσει να παρακολουθώ το «ακόμα πιο φτωχού θεάτρου», αλλά, διότι, ήταν εκείνη η παράσταση, η οποία μου δημιούργησε αίσθηση αισιοδοξίας για το «αύριο» του Ελληνικού θεάτρου. Είχα πολύ καιρό να ενθουσιαστώ με παράσταση. Και οι … δράστες της ομάδας Scene+, το πέτυχαν.
Η δουλειά τους, ατμοσφαιρική, λιτή –δίχως περιττά εφέ και υπερβολές-, ουσιαστική και βαθειά συναρπαστική, προκλητική ως σύλληψη, περιεχόμενο και παρουσίαση, είχε κάτι από Μπέκετ, κάτι από το πρωτοποριακό Αμερικανικό θέατρο. Αυτουργοί οι 26 συγγραφείς-ηθοποιοί της ομάδας Scene+, οι οποίοι, υπό την καθοδήγηση του … «ηθικού αυτουργού», Ανδρέα Φλουράκη, παρουσίασαν επί σκηνής τα δικά τους κείμενα. Κείμενα, τα οποία είχαν την φιλοδοξία να κατεβάσουν τους Θεούς από την μακαριότητα του θρόνου τους και να τους μεταμορφώσουν σε απλούς θνητούς, φέρνοντάς τους στην διάσταση εκείνη που καλούνται να αντιμετωπίσουν την καθημερινότητα. Τα κείμενα μία βεντάλια των προσεγγίσεων για την σχέση Θεών και ανθρώπων, είχαν βάσεις από τους αρχαίους τραγικούς και έφθαναν μέχρι τα σύγχρονα ρεύματα σκέψης και αισθητικής.
Πραγματικά, ήταν εντυπωσιακό. Με ενθουσίασαν, όχι, μόνον, η υποδειγματική σύνδεση των κειμένων που έκανε ο κ. Φλουράκης και η δομημένη παρουσίασή τους, σημεία που διασφάλιζαν ρυθμό και ροή, αλλά και η συνοχή που είχαν οι επί σκηνής συντελεστές, οι οποίοι επιδέξια απέφυγαν τον σκόπελο της μετατροπής του εγχειρήματος σε ένα απλό αναλόγιο, ανάγνωσης, αλλά «έπαιξαν» τα κείμενά τους, δημιουργώντας ένα άρτιο αποτέλεσμα και διδάσκοντας, ότι δεν είναι πάντα τα χρήματα η κινητήριος δύναμη της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Όχι ότι υποτιμάται η χρησιμότητα της οικονομικής ευχέρειας για την παραγωγή καλλιτεχνικού έργου, αλλά, οι βασικές προϋποθέσεις είναι η γνώση, η αισθητική και το βάθος στην σκέψη κατά την προσέγγιση των καταστάσεων. Και πως αν δημιουργήσεις κάτι με αξία, τότε οι άνθρωποι θα το αγκαλιάσουν.
Δεν είναι τυχαίο ότι σε κάθε παράσταση, οι προσερχόμενοι θεατές ήταν αρκετά περισσότεροι από τις διαθέσιμες θέσεις.
Είναι προφανές ότι, η ομάδα scene+, έχει δημιουργήσει έναν μεγάλο περίγυρο ο οποίος την ακολουθεί, καθώς και στις μέχρι σήμερα παρουσίες της (π.χ., η performance «Άσκηση Ετοιμότητας» το 2016, η performace-αναλόγιο σε συνεργασία με το Θέατρο Τέχνης το 2017, βασισμένη πάνω σε χαρακτήρες του Σαίξπηρ και η παρουσίαση της συγγραφικής διερεύνησης με αναφορά το έργο «Πέερ Γκυντ» του Ίψεν), έχει επιδείξει την ίδια συνέπεια, σεβασμό και υψηλή αισθητική.
Τέλος, το γεγονός ότι τα ίδια τα κείμενα ήταν εξαιρετικά –ορισμένα, δίχως καμία υπερβολή, θα μπορούσαν να αποτελούν κείμενα διδασκαλίας και μελέτης για σπουδαστές φιλοσοφίας-, είναι ένα ακόμη, υψηλής σημασίας δεδομένο, το οποίο με έκανε, φεύγοντας, να αισθάνομαι πιο αισιόδοξος για το μέλλον του ελληνικού θεατρικού δραματολογίου και για το έμψυχο υλικό της χώρας στο πεδίο της γραφής. Υπάρχουν νέοι άνθρωποι που έχουν πράγματα να πουν και μπορούν να το υπηρετήσουν. Ελπίδα μας, η πορεία τους να έχει ανάλογη συνέχεια.
Ταυτότητα παράστασης
Σύλληψη-σκηνοθεσία: Ανδρέας Φλουράκης
Βοηθοί σκηνοθέτη: Γεωργία Αγγουριδάκη-Γιάννης Μπακογεώργος
Εικαστική επιμέλεια: Χριστόφορος Κώνστας, XSQUARE DESIGNLAB
Video artist: Αλέξανδρος Κακλαμάνος
Φωτισμοί: Χριστίνα Χριστοφή
Μουσική: Αντώνης Μιχαηλίδης
Φωτογραφία: Χριστόφορος Κώνστας, Θοδωρής Δούπας
Υπεύθυνοι παραγωγής: Όλγα Νικολαΐδου, Νίκη Ράπτη
Guest: Αντιγόνη
Παίζουν: Γεωργία Αγγουριδάκη, Πένυ Αλετρά, Μαρία Αμέντα, Ειρήνη Αναγνωστοπούλου, Χρήστος Ασωνίτης, Νατάσα Βέλιου, Κέλλυ Γιαννοπούλου, Μαργαρίτα Γουέσλινκ, Θεώνη Δέδε, Έντυ Διαμαντόπουλος, Νότα Δούσμανη, Γεωργία Κανελλοπούλου, Γιώργος κατσιφής, Χαρά Κονταξάκη, Ελένη Κουρνέτα, Μαρία Κυριάκογλου, Χριστόφορος Κώνστας, Ελένη Κωστοπούλου, Εύη Μεσσαριτάκη, Γιάννης Μπακογεώργος, Μαρία Μπαλτά, Όλγα Νικολαΐδου, Σοφία Παπούλια, Βάνα Πατσιαβού, Χρυσάνθη Παπασταφίδα, Νίκη Ράπτη.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]