Αυτό υπογραμμίζει σε συνέντευξη της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Δρ. Ελισάβετ Φελώνη, Υδρολόγος – διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, τονίζοντας ότι οι περιοχές που αντιμετωπίζουν ήδη τις μεγαλύτερες πιέσεις είναι τα νησιά -όχι μόνο του Αιγαίου πλέον-, η Κρήτη και ορισμένα τμήματα της ανατολικής Πελοποννήσου.
Για την Αττική σημειώνει ότι «οι βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις του φετινού χειμώνα συνέβαλαν μερικώς στην αναπλήρωση ποσοτήτων νερού που καταναλώθηκαν κατά την περασμένη ξηρή περίοδο. Ωστόσο, οι εισροές από έναν ”μέτριο” χειμώνα δεν επαρκούν για την κάλυψη μακροχρόνιων αναγκών». Υπογραμμίζει επίσης ότι οι μονάδες αφαλάτωσης για την Αττική δεν αποτελούν ακόμη κρίσιμη ανάγκη παρά μόνο ένα μέτρο εφεδρικό.
«Το φετινό καλοκαίρι θα είναι ιδιαίτερα απαιτητικό»
Για το αν την ανησυχεί η κατάσταση για το φετινό καλοκαίρι, σχολίασε: «Τα έως τώρα δεδομένα δείχνουν πως το φετινό καλοκαίρι θα είναι ιδιαίτερα απαιτητικό ως προς τη διαχείριση των υδατικών πόρων. Παρόλο που οι βροχοπτώσεις του χειμώνα και της άνοιξης ήταν αυξημένες σε ορισμένες περιοχές σε σύγκριση με τα δύο προηγούμενα ξηρά υδρολογικά έτη, το υδατικό διαθέσιμο είναι περιορισμένο. Ο χειμώνας ήταν γενικά ήπιος και σχετικά ξηρός, όπως σχετικά χαμηλές και οι χιονοπτώσεις που τελικά δεν βοήθησαν στην σημαντική αύξηση των αποθεμάτων τόσο στους επιφανειακούς ταμιευτήρες όσο και στους υπόγειους υδροφορείς. Οι περιοχές που αντιμετωπίζουν ήδη τις μεγαλύτερες πιέσεις είναι τα νησιά -όχι μόνο του Αιγαίου πλέον-, η Κρήτη και ορισμένα τμήματα της ανατολικής Πελοποννήσου. Η άνιση κατανομή των βροχοπτώσεων, η χρόνια υπεράντληση και η περιορισμένη δυνατότητα αποθήκευσης καθιστούν τα νησιά εξαιρετικά ευάλωτα. Στην Κρήτη, το ήδη επιβαρυμένο υδρολογικό ισοζύγιο συνδυάζεται με αυξανόμενες πιέσεις, κυρίως λόγω αγροτικών αναγκών και της συνεχούς αύξησης του τουρισμού».
Πόσο νερό έχει «χάσει» η Αττική – Το σχέδιο για τη λειψυδρία
Για το αν αντιμετωπίζει πράγματι πρόβλημα η Αττική, είπε: «Οι βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις του φετινού χειμώνα συνέβαλαν μερικώς στην αναπλήρωση ποσοτήτων νερού που καταναλώθηκαν κατά την περασμένη ξηρή περίοδο. Ωστόσο, οι εισροές από έναν «μέτριο» χειμώνα δεν επαρκούν για την κάλυψη μακροχρόνιων αναγκών. Ενδεικτικά, αν εξετάσουμε τα συνολικά αποθέματα των τεσσάρων κύριων ταμιευτήρων που υδροδοτούν την πρωτεύουσα, παρατηρούμε ότι σε μια «καλή» υδρολογική χρονιά τα αποθέματα στα τέλη Μαρτίου συνήθως είναι πάνω από 1 δισ. κυβικά μέτρα νερού, όπως καταγράφηκαν και τον Μάρτιο του 2023».
Και πρόσθεσε: «Κατόπιν, με την μετεωρολογική ξηρασία του 2023-2024, στα τέλη Μαρτίου του 2024, τα διαθέσιμα αποθέματα ήταν 930 εκατ. κυβικά, και φέτος, τον Μάρτιο του 2025, η καταγραφή έδειξε μόλις 650 εκατ. κυβικά μέτρα νερού – με γενικά φθίνουσα τάση έως σήμερα (631 εκατ. κυβικά, Μάιος 2025). Η εικόνα αυτή καταδεικνύει ότι βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη συγκυρία. Παρότι η συνολική ετήσια κατανάλωση της Αθήνας κινείται λίγο πάνω από τα 400 εκατ. κυβικά, και δεν τίθεται άμεσο θέμα επάρκειας, αν συνεχιστούν οι ξηρές συνθήκες και δεν ληφθούν έγκαιρα μέτρα ενίσχυσης του υδροσυστήματος, η κατάσταση θα επιδεινωθεί σημαντικά».
Η κα. Φελώνη σημείωσε πως δεν πρόκειται για μια προσωρινή «υδατική κρίση», αλλά για μια πρόκληση με αβέβαιο χρονικό ορίζοντα.
«Τον χειμώνα που πέρασε, στο πανεπιστήμιο πραγματοποιήσαμε πανελλαδική έρευνα για τη λειψυδρία, καθώς και ειδικά ερωτηματολόγια σε περιοχές όπως η Κρήτη, για την αξιολόγηση των καταναλωτικών συνηθειών. Τα αποτελέσματα ήταν αποκαλυπτικά: η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών αναγνωρίζει ότι το πρόβλημα της λειψυδρίας είναι υπαρκτό στη χώρα, αν και μόνο μερικώς αισθάνεται επηρεασμένη από τις επιπτώσεις. Στην Αθήνα ειδικά, το πρόβλημα θεωρείται -εσφαλμένα- λιγότερο σημαντικό. Ταυτόχρονα, οι πολίτες δεν γνωρίζουν με ακρίβεια την ποσότητα νερού που καταναλώνουν, ούτε βέλτιστες πρακτικές εξοικονόμησης που θα μπορούσαν να υιοθετήσουν στην καθημερινότητά τους. Παρατηρείται ένα έλλειμμα ενημέρωσης και εκπαίδευσης, ενώ πάνω από το 90% δηλώνει ότι επιθυμεί σχετική πληροφόρηση – τόσο μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα, όσο και μέσω δράσεων για τους πολίτες και τους αγρότες» σημείωσε.
«Φυσικά, είναι δύσκολο να μιλάμε για ατομική ευθύνη χωρίς να προηγούνται ουσιαστικές πρωτοβουλίες σε πολιτικό και θεσμικό επίπεδο. Κατά την άποψή μου, η φετινή εκστρατεία ενημέρωσης έχει καθυστερήσει, ενώ χρειάζεται σαφώς διαφορετικά χαρακτηριστικά σε σχέση με πέρσι – τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τον τρόπο διάχυσης» πρόθεσε ακόμη.
Για πιθανές λύσεις, είπε πως από τεχνικής άποψης, έχουν τεθεί ορισμένες στο τραπέζι, όπως «η αξιοποίηση επιφανειακών υδατικών πόρων (μακροπρόθεσμα), η ενεργοποίηση μονάδων αφαλάτωσης σε περιόδους αιχμής, και, τέλος, το σενάριο μεταφοράς νερού με υδροφόρα πλοία. Η τελευταία επιλογή αποτυπώνει την έντονη ανησυχία για μελλοντικές ελλείψεις, όμως σε καμία περίπτωση δεν συνιστά βιώσιμη λύση – οικονομικά ή περιβαλλοντικά».
«Δυστυχώς, η καθυστέρηση στην ωρίμανση εναλλακτικών λύσεων δημιουργεί τον κίνδυνο να οδηγηθούμε σε μέτρα έκτακτης ανάγκης, ανεπαρκή για τις απαιτήσεις της εποχής» πρόσθεσε.
Το ανησυχητικό φαινόμενο της λειψυδρίας
Για το αν το πρόβλημα θα είναι πιο έντονο από πέρυσι, απάντησε καταφατικά. «Ναι, δυστυχώς υπάρχουν ενδείξεις ότι η κατάσταση σε αρκετές περιοχές θα είναι φέτος πιο επιβαρυμένη. Η αυξημένη θερμοκρασία, η μειωμένη χιονόπτωση και η μεγαλύτερη εξάτμιση επιτείνουν την απώλεια νερού. Επίσης, το φαινόμενο της λειψυδρίας είναι σωρευτικό – δεν διορθώνεται από μία «σχετικά καλύτερη» χρονιά βροχοπτώσεων, ιδίως όσο οι πιέσεις από την αυξημένη ζήτηση εμμένουν και όσο δεν βελτιώνονται οι συνθήκες διαχείρισης του διαθέσιμου νερού. Επιτρέψτε μου να πω ότι, τη δεδομένη στιγμή, με το φαινόμενο σε εξέλιξη και τον αγροτικό τομέα να έχει διαρκείς και μεγάλες ανάγκες σε νερό, δεν μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα. Είναι δεδομένο ότι θα δούμε επιπτώσεις στις καλλιέργειες – μειωμένες αποδόσεις, αλλά και, τελικά, αυξημένες τιμές στα προϊόντα. Οφείλουμε όμως να δράσουμε άμεσα, ώστε αυτό να είναι πραγματικά το τελευταίο καλοκαίρι που μιλάμε σε χρόνο μέλλοντα για το τι πρέπει να γίνει».
Καταλήγοντας, είπε ότι «θα πρέπει να δοθεί έμφαση σε φιλοπεριβαλλοντικές τεχνικές και τεχνολογίες, όπως η συλλογή και αξιοποίηση όμβριων υδάτων, η ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση νερού, η ευφυής γεωργία. Κατά προτεραιότητα απαιτείται η διοχέτευση πόρων για επενδύσεις κατά τόπους και ανάλογα με τα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής, όπως η δημιουργία μικρών φραγμάτων και ταμιευτήρων, ο εκσυγχρονισμός των αρδευτικών και υδρευτικών δικτύων που παρουσιάζουν μεγάλες απώλειες, και -οπωσδήποτε-επιβάλλεταιι η ενίσχυση της υδατικής παιδείας του πληθυσμού».
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ειδήσεις Σήμερα
- Xρυσοχοΐδης: Κρίσιμο ζήτημα η ταυτοποίηση όσων μπαίνουν στα Πανεπιστήμια
- Συνεργασία με την Κωνσταντοπούλου ανακοίνωσε ο Κασσελάκης
- Η πτήση του πρώτου μαχητικού στη χώρα μας – Ο «τρελοκαμπέρος» και η πρώτη απώλεια της Πολεμικής μας αεροπορίας
- Εκλογές στην Αλβανία: Ο Ράμα ζήλεψε τον Χότζα
- Απίστευτα πράγματα στη Θεσσαλονίκη: Μπούκαραν στην Έκθεση Βιβλίου και ματαίωσαν εκδήλωση για τη λογοτεχνία του Ισραήλ