Σε ένα χώρο ειδυλλιακό, που διατηρεί ακόμα μνήμες από την ομορφιά του παραϊλίσιου τοπίου, και σε μικρή απόσταση από την εμβληματική Πύλη του Αδριανού βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος του Ολυμπιείου. Εχει έκταση 60 στρεμμάτων και απλώνεται μεταξύ της Λεωφόρου Βασιλίσσης Ολγας στα βόρεια, της λεωφόρου Αμαλίας στα δυτικά, της οδού Αθανασίου Διάκου στα νότια και του Ομίλου Αντισφαίρισης. Οι διερχόμενοι αλλά και οι εποχούμενοι από την πολυσύχναστη Αμαλίας βλέπουν πίσω από το Βαλεριάνειο Τείχος τους ψηλούς κίονες του Ιερού του Διός που επιμένουν να αντιστέκονται στους αιώνες.
«Πρόκειται για ένα εμβληματικό μνημείο υψίστης αρχαιολογικής σημασίας, το οποίο πρέπει να συντηρηθεί και να αναστηλωθεί. Η τελευταία συντήρηση στο Ιερό έγινε στα τέλη του 19ου αιώνα», σημειώνει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής η διευθύντρια στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Αθηνών, Ελένη Μπάνου.
Η μελέτη για τις επεμβάσεις που θα δρομολογηθούν στο μνημείο έχει ολοκληρωθεί και έχει κατατεθεί στις αρμόδιες διευθύνσεις του υπουργείου Πολιτισμού προκειμένου να ελεγχθεί στις λεπτομέρειές της. «Αμέσως μετά θα εισαχθεί προς έγκριση στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, κάτι που αναμένεται να γίνει μέσα στον Σεπτέμβριο. Στόχος μας είναι να ενταχθεί το έργο στο ΠΕΠ Αττικής», σημειώνει η κ. Μπάνου. Η μελέτη προβλέπει μια σειρά από επεμβάσεις στο μνημείο, όπως είναι η συντήρηση των κιόνων, η αφαίρεση των ρύπων, οι συγκολλήσεις μαρμάρων, η θεραπεία των αποφλοιώσεων κ.λπ.
Αν και από τους 104 συνολικά κίονες του ναού, βάρους 364 τόνων, σήμερα διασώζονται οι 13 της νοτιοανατολικής γωνίας και 3 της νότιας πλευράς, είναι ικανοί να εμπνεύσουν δέος στον επισκέπτη. Από αυτούς τους κίονες ο μεσαίος βρίσκεται πεσμένος στο έδαφος κατακερματισμένος σε δεκαοκτώ κομμάτια. Επεσε ύστερα από μια ισχυρότατη θύελλα που χτύπησε την Αθήνα τον Οκτώβριο του 1852 και συνοδεύτηκε από δύο ισχυρούς σεισμούς, αλλά και δεισιδαιμονίες. Μία από αυτές συνέδεε την πτώση του κίονα με το πρόβλημα της ατεκνίας που αντιμετώπιζε η βασίλισσα Αμαλία.
Από τον Σεπτέμβριο του 1999 έως τον Ιούνιο του 2004 στο χώρο πραγματοποιήθηκαν συστηματικές ανασκαφές, ενώ στο πλαίσιο του έργου της ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας ο χώρος νοτίως του Ολυμπιείου με τα παραϊλίσια Ιερά ενοποιήθηκε με τον παλιό αρχαιολογικό χώρο του Ολυμπιείου. Στον ενιαίο χώρο υπάρχουν σήμερα δύο νέα φυλάκια, ένα στη λεωφόρο βασιλίσσης Ολγας και ένα δεύτερο κοντά στην Αγία Φωτεινή, ναό που προσελκύει πολλούς επισκέπτες και πιστούς λόγω της θέσης του δίπλα ακριβώς από τον αρχαίο ποταμό Ιλισό, όπου στο σημείο αυτό είναι ορατή η κοίτη του.
Τα τελευταία χρόνια, επίσης, ο αρχαιολογικός χώρος αναβαθμίστηκε και απέκτησε πρόσθετες παροχές προς τους πολυάριθμους επισκέπτες του. «Ο χώρος έχει αναβαθμιστεί σημαντικά. Ο επισκέπτης βλέπει τα παραϊλίσια Ιερά, έχει πολύ ωραία οπτική με την Ακρόπολη, έχουμε αναβαθμίσει τις υπηρεσίες που παρέχουμε, ανάμεσα στα άλλα έχουμε και ένα πάρα πολύ καλό πωλητήριο», επισημαίνει η διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αθηνών.
Χατζής - Σαββιδάκης: Τραγουδούν τους μεγάλους συνθέτες από 23 Νοεμβρίου
Ομως, ακόμα και σε αυτόν τον αρχαιολογικό χώρο, που είναι ένας από τους κεντρικότερους και περιλαμβάνεται στο πακέτο του ενιαίου εισιτηρίου των 30 ευρώ της Ακρόπολης, τα προβλήματα παραμένουν τα ίδια. Δεν υπάρχει αναψυκτήριο. «Το περιμένουμε από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, αλλά δυστυχώς έχει καθυστερήσει ένα χρόνο», λέει η κ. Μπάνου. Ευτυχώς που υπάρχουν οι ψύκτες και οι τουρίστες δεν λένε το νερό νεράκι… Το εισιτήριο για να επισκεφτεί κανείς μόνο το συγκεκριμένο χώρο κοστίζει 6 ευρώ (3 ευρώ το μειωμένο).
Ο ναός και η ιστορία του
Στο χώρο νότια του Ολυμπιείου υπήρχαν από τους αρχαϊκούς χρόνους διάφορα Ιερά. Ενα από αυτά, το σημαντικότερο, ήταν αφιερωμένο στον Δελφίνιο Απόλλωνα. Δίπλα από το ναό υπήρχε το Επί Δελφινίω, ένα από τα δικαστήρια της πόλης. Λέγεται πως ιδρύθηκε από το βασιλιά της Αθήνας Αιγέα, πατέρα του Θησέα, και δίκαζε τους «δίκαιους» φόνους, εκείνους δηλαδή που είχαν διαπραχθεί σε πολεμικούς αγώνες ή σε περίπτωση μοιχείας. Η ανέγερση του μεγάλου ναού ξεκίνησε από τον Πεισίστρατο τον Νεότερο το 515 π.Χ. στη θέση παλαιότερου ναού των αρχών του 6ου αιώνα. Ο υστεροαρχαϊκός ναός ήταν πώρινος, δωρικού ρυθμού και η ανέγερσή του διακόπηκε με την κατάλυση της τυραννίας. Η οικοδόμηση συνεχίστηκε από έναν Ελληνα της Ανατολής, το βασιλιά της Συρίας Αντίοχο τον Δ’ τον Επιφανή, που ήθελε να συνδέσει το όνομά του με τη δόξα της Αθήνας. Στις ίδιες διαστάσεις με τον αρχαϊκό αλλά από μάρμαρο, σε κορινθιακό ρυθμό. Το δικό του λιθαράκι έβαλε και ο Οκταβιανός Αύγουστος, ενώ το έργο ολοκληρώθηκε από τον Φιλέλληνα αυτοκράτορα Αδριανό, που εγκαινίασε το ναό το 131-132 μ.Χ.
Ο Αδριάνειος Ναός ήταν από τους μεγαλύτερους του αρχαίου κόσμου, είχε μήκος 110,35 μέτρα, πλάτος 43,68 μέτρα, δύο σειρές από είκοσι κίονες στις μακρές πλευρές και τρεις σειρές από 8 κίονες στις στενές. Ο σηκός στέγαζε δύο υπερμεγέθη χρυσελεφάντινα αγάλματα του Δία και τους αυτοκράτορα Αδριανού, που λατρεύτηκε εδώ επίσης ως θεός, ενώ πλήθος αγαλμάτων και αναθημάτων στόλιζαν τον περίβολο.
Η ερείπωση του μνημείου ξεκίνησε τον 5ο αιώνα μ.Χ. Στην καταστροφή του συνέβαλαν αργότερα και οι Τούρκοι, οι οποίοι μετέτρεψαν τα μάρμαρα του ναού σε ασβέστη για οικοδομικές ανάγκες. Προς το τέλος της τουρκοκρατίας ένα μοναχός, γνωστός ως Στυλίτης, είχε εγκαταστήσει το κελί του στο επιστύλιο της νοτιοδυτικής γωνίας του Ιερού.
AΝΤΩΝΗΣ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗΣ
akaratzaferis@e–typos.com
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής