Την δυσάρεστη είδηση ανακοίνωσε μέσω Twitter ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας.
Ο Δημήτρης Κρεμαστινός, Καθηγητής Ιατρικής και τ. Υπουργός Υγείας, υπηρέτησε το χώρο της Υγείας με αξιοπρέπεια και αίσθημα ευθύνης. Θερμά συλλυπητήρια στους οικείους του και στο ΚΙΝΑΛ.
— Vassilis Kikilias (@Vkikilias) May 8, 2020
Ο πρώην υπουργός είχε βρεθεί θετικός στον κορωνοϊό και είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο, αρχικά στο νοσοκομείο ΝΙΜΙΤΣ και στη συνέχεια στον «Ευαγγελισμό» όπου νοσηλεύθηκε στη ΜΕΘ.
Ποιος ήταν ο καθηγητής Δημήτριος Κρεμαστινός
Ο καθηγητής Δημήτριος Θ. Κρεμαστινός MD, PHD, FESC, FACC, διετέλεσε αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, βουλευτής Δωδεκανήσου, διευθυντής του Ελληνικού Κολλεγίου Καρδιολογίας, εκλεγμένο μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών, τ. υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ομ. καθηγητής Καρδιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, τ. πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας και του Ελληνικού Κολλεγίου Καρδιολογίας, τ. διευθυντής Καρδιολογικών Κλινικών των νοσοκομείων Γεννηματά, Ωνασείου και Αττικού.
Το επιστημονικό και το κυριότερο μέρος του κοινωνικού έργου του καθηγητή Δ. Κρεμαστινού είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα. Το μεγαλύτερο μέρος του κοινωνικού έργου του το πραγματοποίησε ως εξωκοινοβουλευτικός υπουργός. Το γεγονός αυτό, όσο και αν φαίνεται περίεργο για την πολιτική, υπήρξε το αποτέλεσμα της επιστημονικής του καταξίωσης.
Το 1993 ορκίσθηκε εξωκοινοβουλευτικός υπουργός Υγείας-Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από πρόταση του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, του οποίου υπήρξε προσωπικός ιατρός και ο οποίος εξετίμησε πέραν των ιατρικών ικανοτήτων και τις γενικότερες απόψεις του περί ενός σύγχρονου εθνικού συστήματος υγείας και πρόνοιας.
Τον καθηγητή Δ. Κρεμαστινό, τότε υφηγητή Καρδιολογίας, επίκουρο καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθυντή της Καρδιολογικής Κλινικής του νοσοκομείου Γεννηματά, επισκέφθηκαν οι θεράποντες ιατροί του Α. Παπανδρέου με επικεφαλής τον καθηγητή Κώστα Στεφανή και του πρότειναν να εξετάσει και να αναλάβει το θέμα της υγείας του τότε πρωθυπουργού, η οποία βρισκόταν σε κρίσιμο στάδιο.
Ανήλθε όλες τις βαθμίδες της πανεπιστημιακής ιεραρχίας με συνεχές ερευνητικό και διδακτικό έργο επί 35 χρόνια. Ουδέποτε υπήρξε ούτε καν υποψήφιος για οποιαδήποτε διοικητική θέση στο Πανεπιστήμιο, γιατί πίστευε ότι η συναλλαγή ψηφοφόρων των κατωτέρων βαθμίδων και ψηφιζομένων των ανωτάτων βαθμίδων είναι καταστροφική για τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Μετά το τέλος της υπουργικής θητείας επέστρεψε κανονικά στο Πανεπιστήμιο και δεν πολιτεύθηκε.
Υπήρξε διευθυντής στις μεγαλύτερες Καρδιολογικές Κλινικές της χώρας (Νοσοκομείο Γεννηματά, Β Καρδιολογική Κλινική Ωνασείου), ενώ εκ του μηδενός δημιούργησε τη Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική του Αττικού Νοσοκομείου, της οποίας υπήρξε ο πρώτος διευθυντής.
Το ερευνητικό του έργο, που έχει διεθνή αναγνώριση και βράβευση, στηρίχθηκε στην έρευνα σε βάθος και όχι σε πλάτος, γεγονός που επιβεβαιώνεται από θετικές βιβλιογραφικές αναφορές και όχι απλώς αναφορές. Την άποψή του αυτή, η οποία είναι αποδεκτή για την αξιολόγηση ακόμα και των βραβείων Nobel, θεωρούσε ως το βασικότερο κριτήριο αξιολόγησης των συνεργατών του και επανειλημμένα τόνιζε κατά τις κρίσεις των καθηγητών στην Ιατρική Σχολή.
Ο καθηγητής Δ. Κρεμαστινός, παραμένοντας πιστός στις ακαδημαϊκές αρχές του, παραιτήθηκε τόσο από τη θέση του βουλευτή του ψηφοδελτίου Επικρατείας που του πρόσφερε ο Ανδρέας Παπανδρέου, όσο και μετά την πρώτη εκλογή του ως βουλευτής το 2000, όταν η Βουλή ψήφισε το Σύνταγμα που προέβλεπε ασυμβίβαστο των ιδιοτήτων του βουλευτή και του ιατρού-καθηγητή. Δέχθηκε τη θέση του εξωκοινοβουλευτικού υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1993-1996), πιστεύοντας ότι από αυτή τη θέση θα πραγματοποιήσει ουσιαστικό έργο για τη χώρα.
Το κύριο κοινωνικό του έργο αναφέρεται στον χρόνο της υπουργίας του. Ως υπουργός Υγείας-Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων επέτυχε να εξαιρέσει τη χώρα από τη συνθήκη του Μάαστριχτ. Με αυτόν τον τρόπο η χώρα απέκτησε το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αττικό και δέκα μεγάλα περιφερειακά νοσοκομεία, καθώς και τα μεγάλα προνοιακά ιδρύματα (ΚΕΚΥΚΑμεΑ) για την υποστήριξη των ΑμεΑ, δεδομένου ότι οι προϋπολογισμοί των έργων αυτών ήταν αδύνατον να καλυφθούν από τον εθνικό προϋπολογισμό. Αυτή η εξαίρεση από τη συνθήκη του Μάαστριχτ υπήρξε τότε η πρώτη και η μοναδική για χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έδωσε την ευκαιρία της δημιουργίας του Κοινωνικού Κράτους.
Ως υπουργός Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων:
Επεξέτεινε το ΕΚΑΒ σε όλη τη χώρα με ιατρούς καρδιολόγους και αναισθησιολόγους μέσα στις νοσοκομειακές μονάδες για πρώτη φορά. Μέχρι τότε τα ασθενοφόρα κυκλοφορούσαν μόνο με νοσηλευτές.
Δημιούργησε στη χώρα μονάδες αεροπλάνων του ΕΚΑΒ για τη διακομιδή αρρώστων από τα νησιά και τις απομακρυσμένες περιοχές, με πλήρωμα εξειδικευμένο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.
Δημιούργησε και λειτούργησε για πρώτη φορά τον Οργανισμό Κατά των Ναρκωτικών (ΟΚΑΝΑ) με επέκτασή του σε όλη τη χώρα και εισήγαγε για τους χρήστες ναρκωτικών τη θεραπεία με μεθαδόνη.
Εισήγαγε την τηλεϊατρική στη χώρα και εγκατέστησε τους πρώτους σταθμούς στα νησιά.
Αναμόρφωσε την ψυχική υγεία με πρότυπο το ψυχιατρείο Λέρου που από κοινωνικό όνειδος όπως το χαρακτήριζε τότε ο διεθνής τύπος αναγνωρίστηκε ως πρότυπο ψυχιατρικό κέντρο.
Δημιούργησε την επιτροπή των επτά ξένων εμπειρογνωμόνων από καθηγητές των μεγαλύτερων Πανεπιστημίων της Ευρώπης με επικεφαλής τον Πρύτανη του London School of Economics η οποία εισηγήθηκε το νόμο για την ανασυγκρότηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας με βάση κυρίως το Σκανδιναβικό πρότυπο. Το έργο δυστυχώς δεν υλοποιήθηκε λόγω της αποχωρήσεως του από το υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας ως αποτέλεσμα της παραίτησης του Ανδρέα Παπανδρέου από τη θέση του πρωθυπουργού για λόγους υγείας.
Από το 2009 εκλεγόταν συνεχώς βουλευτής Δωδεκανήσου με το ΠΑΣΟΚ.
Διετέλεσε πρόεδρος Διαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής από το 2009 έως και το 2014.
Εξελέγη αντιπρόεδρος της Βουλής στις 4.10.2015 θέση την οποία κατείχε έως σήμερα.