Η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση ότι χρησιμοποίησε το σκάνδαλο της Novartis για να εξοντώσει τους πολιτικούς της αντιπάλους.
Λυπάμαι γι’ αυτή τη στάση της αντιπολίτευσης. Είναι κατώτερη των περιστάσεων. Διότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι μ’ ένα τεράστιο σκάνδαλο με διεθνείς διαστάσεις. Η μόνη, λοιπόν, υπεύθυνη στάση είναι να αφήσουμε τη Δικαιοσύνη να επιτελέσει απερίσπαστη το δύσκολο έργο της. Ολα τ’ άλλα αποτελούν αντιπερισπασμούς, που ωστόσο δεν μπορούν να αποκρύψουν τις τεράστιες ευθύνες των κυβερνήσεων του παρελθόντος.
Σε ποιες, συγκεκριμένα, ευθύνες αναφέρεστε;
Αναφέρομαι, πρώτον, στο γεγονός ότι με την πολιτική τους και τη στάση τους οι κυβερνήσεις του παρελθόντος, κυρίως από το 2000 και μετά, επέτρεψαν να διαπραχθεί μια τεράστια αρπαγή πόρων εις βάρος των ασφαλιστικών ταμείων, του Δημοσίου και των πολιτών, που, αν οι αναφερόμενοι στη δικογραφία αριθμοί επιβεβαιωθούν, συνέτεινε σημαντικά στα ελλείμματα των Ταμείων και τη χρεοκοπία της χώρας. Δεύτερον, αν και το σκάνδαλο αυτό «ήταν γνωστό σε όλους», όπως ομολογείται πια από πολλούς, αν και είχε καταγγελθεί από τον τότε γ.γ. Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, κ. Σούρλα, και άλλα στελέχη της κυβέρνησης εκείνης της περιόδου, οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν έκαναν το παραμικρό για τη διερεύνησή του. Τρίτον, το σκάνδαλο αυτό, λόγω των διεθνών διαστάσεών του, βλάπτει, δυστυχώς, την ήδη επιβαρυμένη διεθνή εικόνα της χώρας.
Ομως, σήμερα, ακόμη και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εκφράζουν έναν προβληματισμό για «ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής» του τόπου. Δεν σας ανησυχεί αυτό;
Εκείνα που πρωτίστως με προβληματίζουν είναι η έκταση και η ένταση των φαινομένων της διαφθοράς, καθώς και η διαβρωτική δύναμη του χρήματος, ιδίως του «μαύρου» και του «γκρίζου». Και ακόμη περισσότερο με προβληματίζει το γεγονός ότι τόσο η έρευνα για το σκάνδαλο αυτό όσο και η αντίστοιχη για το σκάνδαλο με τη Siemens ξεκίνησαν με πρωτοβουλία όχι των ελληνικών Αρχών, αλλά με πρωτοβουλία άλλων, των αμερικανικών εν προκειμένω. Αλίμονο όμως αν αντιδρούσαμε με «κουκούλωμα» των σκανδάλων. Μόνο η πλήρης διαλεύκανση του συγκεκριμένου σκανδάλου και η εγρήγορση όλων μας απέναντι στα προβλήματα της διαφθοράς, καθώς και η αποφασιστική καταπολέμηση των αιτιών της θα αποτρέψουν τους κινδύνους που επισημαίνετε.
Στο Μακεδονικό, μπορεί η κυβέρνηση να καταλήξει σε συμφωνία με τα Σκόπια για το όνομα, χωρίς πρώτα να έχουν γίνει αλλαγές στο Σύνταγμα για να αφαιρεθούν τα αλυτρωτικά στοιχεία;
Η συμφωνία με την πΓΔΜ, για να οδηγεί σε λειτουργική, αποδεκτή για όλες τις πλευρές και βιώσιμη λύση, πρέπει να είναι συνολική και να καλύπτει όλα τα θέματα, τόσο άμεσα όσο και στην προοπτική τους, με τρόπο οριστικό και αδιαμφισβήτητο.
Η κυβερνητική αλλαγή στη γειτονική χώρα το 2017 και η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την προοπτική ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε. δημιουργούν δυνατότητες για μια συμφωνία με αυτά τα χαρακτηριστικά. Η κυβέρνησή μας είναι αποφασισμένη να διερευνήσει τις δυνατότητες και να κάνει από την πλευρά της ό,τι είναι δυνατόν για να φθάσουμε σε μια εθνικά συμφέρουσα συμφωνία. Ακόμη όμως και αν η προσπάθεια δεν ευοδωθεί, παρά τα σημαντικά βήματα που έχουν ήδη γίνει, αυτό να μην έχει συμβεί με δική μας ευθύνη.
Βέμπερ σε Ράμα: Δεν λάβατε μέτρα για να αποτρέψετε την επίθεση κατά του Μπελέρη
Στα δύο μεγάλα συλλαλητήρια βλέπετε ακροδεξιά κίνητρα ή ο μεγάλος όγκος που διαδήλωσε είχε ευαισθησία στο Μακεδονικό; Τι μήνυμα πήρε η κυβέρνηση από τα συλλαλητήρια;
Το δικαίωμα του λαού να διαδηλώνει τις απόψεις του είναι σεβαστό και η Αριστερά έχει αγωνιστεί γι’ αυτό. Οι απόψεις όμως κρίνονται. Και η άποψη ότι «δεν έχουμε να χάσουμε και τίποτα», αν το πρόβλημα μένει εσαεί άλυτο, είναι λανθασμένη και μπορεί να γίνει και πηγή κινδύνων. Με δεδομένες τις προκλήσεις στο Αιγαίο και την αστάθεια στην ευρύτερη περιοχή, δεν είναι συνετό να διατηρούμε πολλά ανοιχτά μέτωπα ταυτόχρονα. Τέλος, κι αυτό ίσως είναι το σημαντικότερο όλων, η χώρα μας έχει τη δυνατότητα να αναλάβει ρόλο προωθητικό και να πρωτοστατήσει για τη διαμόρφωση και την υλοποίηση ενός σχεδίου για την ισότιμη διαβαλκανική συνεργασία και την αμοιβαία επωφελή συνανάπτυξη, γεγονός που θα ενίσχυε τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την ευημερία της ευρύτερης περιοχής. Θα λειτουργούσε, δε, ως παράγοντας επιτάχυνσης και της δικής μας ανάπτυξης, πράγμα που το έχουμε ζωτική ανάγκη. Σε αυτόν τον ευρύτερο σχεδιασμό εντάσσεται και η προσπάθεια επίλυσης και του θέματος με τους βόρειους γείτονές μας.
Ποια είναι η επόμενη ημέρα, τελικά, για τη χώρα, μετά την ολοκλήρωση του Προγράμματος; Κανείς δεν μιλάει πλέον για «καθαρή έξοδο».
Το αντίθετο ισχύει. Από τα Μνημόνια βγαίνουμε με την ασπίδα προστασίας που μας δίνουν τα ταμειακά αποθέματα που δημιουργούμε, χωρίς προληπτική γραμμή ή άλλα προαπαιτούμενα. Στη συνέχεια, θα έχουμε τη μορφή της επιτήρησης που προβλέπεται στον Ευρωπαϊκό Κανονισμό 472 του 2013, ο οποίος ισχύει και για τις άλλες χώρες που έχουν βγει από Πρόγραμμα. Οπως είπε και ο επίτροπος Μοσκοβισί, «η προληπτική γραμμή δεν είναι απαραίτητη».
Ο κ. Τσίπρας είχε δηλώσει πως δεν είναι «πρωθυπουργός παντός καιρού». Ομως, παρέμεινε στην κυβέρνηση υλοποιώντας μέτρα λιτότητας αντί για το Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για «μετάλλαξη»;
Οταν ένα αριστερό κόμμα ασκεί κυβερνητική εξουσία, διατρέχει πάντα κινδύνους ενσωμάτωσης. Γι’ αυτό και πρέπει να έχουμε, και έχουμε, ανοιχτό μέτωπο απέναντι στους κινδύνους αυτούς. Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται περί αυτού. Πρόκειται για έναν αναγκαστικό συμβιβασμό, ο οποίος μας υποχρέωσε να εφαρμόσουμε ένα μίγμα πολιτικής με μη επιθυμητά αλλά και θετικά μέτρα. Στην πρώτη κατηγορία είναι η συνέχιση της λιτότητας, έστω και με πιο ήπια ένταση σε σχέση με πριν. Στον αντίποδα καταφέραμε, παρά τους ασφυκτικούς δημοσιονομικούς περιορισμούς, να σταματήσουμε και να αντιστρέψουμε την κατάρρευση στους κρίσιμους τομείς του κοινωνικού κράτους. Και πάνω στις βάσεις αυτές προχωρούμε στο σχεδιασμό της μεταμνημονιακής Ελλάδας. Συνεπώς, οι ισοπεδωτικές απόψεις και τα περί «μετάλλαξης» δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα.
Οι πολιτικές εξελίξεις ορίζονται από την κοινωνική δυναμική
Εκ των υστέρων κρίνοντας, μήπως τελικά η απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ το 2014 να ανατρέψει την κυβέρνηση Σαμαρά ήταν μια λάθος απόφαση;
O χρόνος των πολιτικών εξελίξεων δεν «διατάσσεται» ούτε αποφασίζεται σε κλειστά γραφεία. Ορίζεται, τελικά, από την κοινωνική δυναμική. Η τότε κυβέρνηση υπήρξε θύμα του αδιεξόδου που προκάλεσε η ίδια στον εαυτό της και στη χώρα. Η περιβόητη 5η αξιολόγηση δεν «έκλεισε» ποτέ και απόρροια αυτού του αδιεξόδου ήταν η επίσπευση της προεδρικής εκλογής από την τότε πλειοψηφία. Εχοντας αποδεχθεί το ανεπίστρεπτο της ήττας της μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, τον Μάιο του 2014, η ηγεσία της Ν.Δ. επιχείρησε να μεταφέρει το δικό της πρόβλημα στη χώρα, οργανώνοντας την τακτική της λεγομένης «αριστερής παρένθεσης». Ωστόσο, η κυβέρνηση διανύει ήδη το τέταρτο έτος από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 και η κοινωνική δυναμική εξακολουθεί να θέλει την προοδευτική στροφή να διαρκεί.
ΙΑΣΩΝ ΠΙΠΙΝΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής