Περιγράφοντας γλαφυρά την κατάσταση στον τραπεζικό κλάδο, ο ίδιος ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης είπε πρόσφατα: «Οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες έχουν σήμερα 186 δισ. καταθέσεις και 120 δισ. δάνεια. Αρα δεν πιέζονται ιδιαίτερα να δώσουν μεγάλα επιτόκια καταθέσεων ή φθηνότερα δάνεια».
Μια σύγχρονη λύση που προκρίνεται σήμερα από το ΥΠΕΘΟ είναι δάνεια που θα μπορούν να δίνουν διαδικτυακές πλατφόρμες, οι οποίες δεν έχουν την ιδιότητα της εμπορικής τράπεζας, με συνοπτικές διαδικασίες, τα οποία θα χρηματοδοτούνται από επιχειρήσεις και ιδιώτες. Υπεύθυνοι για τη χορήγηση δανείων δεν θα είναι «κλασικοί» τραπεζίτες ή τραπεζικά στελέχη, αλλά στελέχη των εταιριών που διαχειρίζονται αυτές τις πλατφόρμες.
Ο κλάδος της Χρηματοπιστωτικής Τεχνολογίας (FinTech) δεν είναι νέος, καθώς έχει μια προϊστορία 30 ετών σε ΗΠΑ και Ευρώπη και εξελίσσεται συνεχώς, παρέχοντας νέες υπηρεσίες. Η απουσία του από την Ελλάδα οφείλεται κυρίως στο μέγεθος της αγοράς, στη μικρή εξοικείωση των Ελλήνων σε τέτοιου είδους τεχνολογίες και την πολυετή οικονομική κρίση που δεν ευνοούσε τέτοια εγχειρήματα. Ενα πρώτο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τέτοιων εταιριών έχει δημιουργηθεί από το 2017 με την ενσωμάτωση κοινοτικής οδηγίας στο εθνικό δίκαιο σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος. Τώρα, κρίνεται η κατάλληλη ώρα οι εταιρίες αυτές για να μπουν στο «παιχνίδι», προσφέροντας χαμηλότερα επιτόκια δανείων, υψηλότερα επιτόκια καταθέσεων και ελάχιστες ή μηδενικές προμήθειες.
Ο σχεδιασμός θέλει τέτοιες εταιρίες, οι οποίες θα πρέπει να πιστοποιηθούν και από την Τράπεζα της Ελλάδος, να μπορούν να δραστηριοποιηθούν σε τρεις κατευθύνσεις:
1 Να αποδεχθούν και να διαχειριστούν καταθέσεις με πλήρως αυτοματοποιημένο τρόπο και με τη χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης. Ο στόχος είναι το μεγαλύτερο όφελος του καταθέτη μέσω χρησιμοποίησης εναλλακτικών τρόπων καταθέσεων μειωμένου κινδύνου και στιγμιαία ενημέρωση για τις κινήσεις και τα διαθέσιμα του κάθε πελάτη.
2 Να δώσουν δάνεια σε επιχειρήσεις που δίνονται από άλλες επιχειρήσεις εντός ή εκτός Ελλάδας με τις οποίες συνεργάζεται η πλατφόρμα με βάση την τεχνική του δανεισμού επιχείρησης σε επιχείρηση (P2P lending) και έχουν δηλώσει διαθέσιμα για δανεισμό. Οι εγκρίσεις ή απορρίψεις θα είναι θέμα λεπτών ή το πολύ ωρών. Η αξιολόγηση θα χρησιμοποιεί, εκτός από την πιστοληπτική συμπεριφορά του υποψήφιου δανειολήπτη στο σύστημα Τειρεσίας, νέα κριτήρια που θα προκύπτουν από την ανάλυση μεγάλου όγκου δεδομένων. Στην ελληνική έκδοση θα δίνεται η δυνατότητα χορήγησης και στεγαστικών δανείων με κεφάλαια επιχειρήσεων ή ιδιωτών οι οποίοι θα έχουν δηλώσει διαθέσιμα για δανεισμό, φέροντας το θεσμό της χρηματοδότησης από το πλήθος (crowd funding).
3 Να δημιουργήσουν νέα εξατομικευμένα ηλεκτρονικά πορτοφόλια, μέσω των οποίων δυνητικά θα μπορεί κάποιος να κάνει συναλλαγές ακόμη και με κρυπτονομίσματα. Ολα αυτά με ελάχιστη η καθόλου προμήθεια από τον πάροχο των υπηρεσιών.
Τα υπέρ και κατά για τους πελάτες
Στα θετικά του νέου θεσμού είναι ότι επειδή αυτές πλατφόρμες συστήνονται και λειτουργούν με ένα προσωπικό το πολύ 100-150 ανθρώπων έχουν ελάχιστο λειτουργικό κόστος σε σχέση με τα κλασικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Επίσης δεν έχουν επισφάλειες, δηλαδή κόκκινα δάνεια από πελάτες τους ή παθητικό που θα πρέπει να διαχειριστούν, και έτσι δεν έχουν περιορισμούς στη δανειοδότησή τους. Σε ό,τι αφορά τη λήψη δανείων, δεν δίνουν δικά τους χρήματα (τουλάχιστον στην αρχή), αλλά λειτουργούν ως μεσάζοντες όσο έχουν περίσσευμα χρημάτων και βλέπουν το δανεισμό ως επένδυση. Συνεπώς θα μπορούν να παρέχουν όρους χρηματοδότησης σημαντικά καλύτερους των τραπεζών, όπως καλύτερα επιτόκια, πιο ευέλικτη δοσολογία. Εκεί που θα είναι ασυναγώνιστες είναι σε χρόνους και διαδικασίες σε σχέση με τις εμπορικές τράπεζες.
Το βασικό μειονέκτημα στην εισαγωγή τέτοιων νέων θεσμών και τεχνολογιών είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη πίσω σε γνώση και χρήση της λεγόμενης FinTech. Μπορεί οι ηλεκτρονικές πληρωμές να πλησιάζουν το 50% της συνολικής αξίας των συναλλαγών, αλλά οι περισσότεροι καταναλωτές είναι ελάχιστα εξοικειωμένοι με περίπλοκες συναλλαγές που θα απαιτηθούν από μια διαδικτυακή πλατφόρμα. Η μεγαλύτερη ίσως ένσταση που αναμένεται να υπάρχει είναι σε ό,τι αφορά την ασφάλεια προσωπικών δεδομένων και συναλλαγών.
Ενδιαφέρον για εταιρίες FinTech
Πάντως, το ενδιαφέρον για τη σύσταση και στην Ελλάδα εταιριών FinTech είναι μεγάλο τόσο από εταιρίες παροχής ηλεκτρονικών πληρωμών όσο και από εταιρίες διαχείρισης πληρωμών. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε ότι η Revolut έχει ανοίξει τοπικό γραφείο στην Αθήνα το 2018. Η συγκεκριμένη εταιρία δραστηριοποιείται σε ηλεκτρονική διαχείριση πληρωμών και έλυσε πολλά προβλήματα συναλλαγών κυρίως ιδιωτών κατά την περίοδο των capital controls. Στην Ελλάδα λειτουργούν νόμιμα 17 εταιρίες πληρωμών, οι οποίες δυνητικά θα μπορούσαν να ιδρύσουν εταιρία FinTech. Εκτός όμως από τις εγχώριες εταιρίες, από το 2018, όταν άρχισε να δημιουργείται το πλαίσιο λειτουργίας, εμφανίστηκαν πάνω από 350 εταιρίες, οι οποίες θέλησαν να δραστηριοποιηθούν σε τέτοιου είδους πολυλειτουργικές πλατφόρμες στη χώρα μας.
Ειδήσεις σήμερα
Πέθανε ο εργατολόγος Γιώργος Ρωμανιάς
Η αλήθεια για το ΟΑΚΑ – Η επικινδυνότητα, οι αντιδράσεις και τα νέα έργα 57 εκ. ευρώ